Έργα Γέρ. ΙωσήφΣυναξαριακές Μορφές

Ο χαρισματούχος υποτακτικός – το πνεύμα της “οικονομίας”

27 Φεβρουαρίου 2024

Ο χαρισματούχος υποτακτικός – το πνεύμα της “οικονομίας”

p-efraim-katounakiotisΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΝΟΥΟ ΧΑΡΙΣΜΑΤΟΥΧΟΣ ΥΠΟΤΑΚΤΙΚΟΣ

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ (1912- 1990)

(7ο )

 

Εξάλλου το εργόχειρό τους, η κατασκευή ξύλινων σφραγίδων για την παρασκευή προσφόρων, ήταν βαριά εργασία. Έπρεπε να μεταφέρουν με ξένα ζώα κορμούς δένδρων μέσα από δύσβατα και απρόσιτα δάση. Με βαριά χειροκίνητα πριόνια να τους κόψουν, να τους πελεκήσουν και μετά σε τόρνο κινούμενο με τα πόδια να ετοιμαστούν για να σκαλιστούν με το χέρι. Στην συνέχεια φορτωμένοι στην πλάτη έπρεπε να μεταφέρουν τις σφραγίδες από την έρημο του Όρους στα θαλάσσια επίνεια για να προωθηθούν στην αγορά.

Όλα αυτά πως θα εφαρμόζονταν στην πράξη από τον ασθενικό χαρακτήρα του νεαρού αθλητού παπα Εφραίμ, ώστε να κρατήσει την αυστηρότητα του πατερικού «νηστεία, αγρυπνία, προσευχή»;

Θέλω στο σημείο αυτό να σχολιάσω την εισαγωγή του πνεύματος της “οικονομίας” στην σύγχρονη εποχή μας, που δεν οφείλεται στην παραβίαση και περιφρόνηση των Πατερικών κανόνων, αλλά περισσότερο στην κατάπτωση των φυσικών δυνάμεων του σημερινού ανθρώπου… Πώς να εξηγήσει κανείς αυτή την απότομη μεταβολή των φυσικών δυνάμεων του ανθρώπου; Στην δική μας γενεά και ηλικία παρατηρούσα με απορία αυτήν την διαφορά. Εγώ και οι συνομίληκοι μου, κρατούσαμε τα μέτρα της φιλοπονίας αγόγγυστα και υποφερτά. Οι μαθητές μας αδυνατούσαν να ανταποκριθούν και αυτό δεν οφειλόταν στην προδοσία της προθέσεώς τους. Αν και είχαν υγιή την προαίρεση και τον ζήλο, υποχωρούσαν από φυσική αδυναμία. Δεν ήταν αρκετές οι φυσικές δυνάμεις να ολοκληρώσουν την προαίρεση ως έργο και αποτέλεσμα. Η Χάρις όμως δεν απόκρυβε την αισθητή παρουσία Της, γιατί η προαίρεσή τους ήταν κατά Θεόν.

Μας έλεγε ο μακάριος Γέροντας διάφορα περιστατικά από τη ζωή του, όταν ήταν μόνος με τον υπέργηρο Γέροντά του. Πως η Χάρις έπαιρνε διάφορες μορφές και σχήματα και τον βοηθούσε στις δυσκολίες που συναντούσε.

«Κάποτε βρισκόμουν στο δάσος και προσπαθούσα να μετακινήσω χονδρούς κορμούς δένδρων, από τους οποίους κατασκευάζαμε σφραγίδες. Δεν μπορούσα όμως μόνος μου. Τότε παρουσιάσθηκε ένας νέος, που περνούσε από το μέρος που βρισκόμουν και με προθυμία με βοήθησε να τελειώσω αυτό που έκανα. Όταν γύρισα να τον ευχαριστήσω δεν υπήρχε. Μου είπε όμως, ότι λεγόταν Θεόδωρος».

Θυμόταν ο μακάριος τους κόπους από το βαρύ εργόχειρο, αλλά και την παρουσία της Χάριτος που τον χαροποιούσε. Με την νεανική απλότητα που τον χαρακτήριζε μονολογούσε κατα τις επισκέψεις Της: « Παραμερίστε άγγελοι, αρχάγγελοι για να δω τον Κύριό μου, το κέντρο της αγάπης μου!». Φλεγόταν ολόκληρος από την γλυκύτητα αυτών των λογισμών.

Συνεχίζεται…