Άγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΓέρ. Ιωσήφ ΒατοπαιδινόςΟρθόδοξη πίστη

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ (1)- ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

15 Μαρτίου 2009

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ (1)- ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

ΤΟ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΟ ΤΗΣ ΑΣΚΗΣΕΩΣ

Ιωσήφ Βατοπαιδινός

Ιωσήφ Βατοπαιδινός

Η αγωνία για τον όλεθρο, που επιβάλλεται δυναμικά σ΄ όλο τον κόσμο και η κραυγή της απόγνωσης, που από παντού ακούεται, μας έδωσαν την αφορμή και το σύνθημα να γράψουμε τα όσα περιλαμβάνονται σ΄ αυτό το βιβλίο.

Ο όλεθρος στον οποίο οδηγούνται αναπόφευκτα οι άνθρωποι, οφείλεται ασφαλώς στη λανθασμένη χρήση των νοημάτων· αυτήν ακολουθεί η λανθασμένη χρήση των πραγμάτων που αποτελεί το πρακτικό βίωμα των ανθρώπων. Κατά τη Γραφή «ο γαρ εάν σπείρη άνθρωπος, τούτο και θερίσει» (Γαλ. στ΄7). Είναι φυσική ανάγκη και συνέπεια, κάθε ενέργειά μας να έχει κάποιο αποτέλεσμα. Αλλά κάθε ενέργειά μας μπορεί να υπόκειται, πέρα από την ελεύθερη επιλογή και προτίμηση, στη δουλεία, για την οποία ο θεόσοφος Πέτρος μας ειδοποιεί «ω γαρ τις ήττηται, τούτω και δεδούλωται» (Β΄ Πέτρ. β΄ 19)

Αυτή η αποκάλυψη του Πέτρου μας πληροφορεί για το μυστήριο αυτής της χρεοκοπίας όλων των ανθρώπων, οι οποίοι στενάζουν λόγω της δυναμικής επιβολής του ολέθρου. Ερευνώντας τη ρίζα του «ηττήματος» (Α΄Κορ. στ΄ 7) και της δουλείας που επακολουθεί, βρίσκουμε ότι είναι φυσική συνέπεια της μεταπτωτικής μας καταδίκης.

Η ίδια η Γραφή μας ερμηνεύει ότι η αρρωστημένη αυτή συνέπεια έγινε σε μας μόνιμο τραύμα στην παρούσα ζωή. «Και είπε Κύριος ο Θεός διανοηθείς· ου προσθήσω έτι του καταράσασθαι την γην, δια τα έργα των ανθρώπων, ότι έγκειται η διάνοια του ανθρώπου επιμελώς επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού» (Γεν. η΄ 21). Μετά την πτώση, μας επιβλήθηκε η ηττοπάθεια και η ροπή «επί τα πονηρά» εκεί δηλαδή που βρίσκεται το σύμπλεγμα του παραλόγου.

Αυτήν τη συμφορά μας, θρηνεί ο Παύλος περιγράφοντας με πικρία την καταδίκη: «Ταλαίπωρος εγώ άνθρωπος! Τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου;» (Ρωμ.ζ΄24). Και πραγματικά. Αποκτήσαμε σώμα θανάτου μαζί με το σωματικό θάνατο που ακολούθησε την πτώση.

Όσο λοιπόν, αυξάνουν οι οδύνες των ολέθριων συνεπειών, που κληρονομικά μεταφέρουμε, τόσο ταυτόχρονα αναπτύσσεται και η συναίσθηση της ανάγκης για την υπερνίκησή τους. Όσο και αν φαίνεται φθαρμένη και καταστραμμένη η προσωπικότητά μας με την πτώση, δεν χάθηκε το κεντρικό σημείο της δύναμής μας, που είναι η θέληση. Και όντας κύριος της θέλησης του ο άνθρωπος, έχει δικαίωμα επιβολής της κρίσης του. Να γιατί ο Παύλος μας υπενθυμίζει ότι αν και «πάντα ημίν έξεστιν, αλλ΄ ου πάντα συμφέρει»(πρβλ.Α΄Κορ.στ΄12).Με την ελεύθερη θέληση επιλέγουμε τις επιταγές της λογικής , που δεν θα είναι άλλες παρά το επιβεβλημένο καθήκον του προορισμού μας. Το «ου πάντα συμφέρει» μας πείθει ότι βαδίζουμε σύμφωνα με κάποιο σκοπό που βιαζόμαστε να επιτύχουμε.

Το σώμα όμως του θανάτου, το οποίο φορέσαμε μετά την πτώση, ο λεγόμενος «παλαιός άνθρωπος» (Ρωμ. στ΄6, Εφ. δ΄ 22, Κολ. γ΄ 9), αντιστέκεται δυνατά και ο ταπεινός και αδύναμος άνθρωπος σύρεται βίαια παντού. Στο έβδομο κεφάλαιο της προς Ρωμαίους επιστολής του ο Παύλος κάνει ακριβέστερη περιγραφή αυτής της δυστυχίας: «Ου γαρ ο θέλω ποιώ αγαθόν, αλλ΄ ο ου θέλω κακόν τούτο πράσσω… ευρίσκω άρα τον νόμον τω θέλοντι εμοί ποιείν το καλόν, ότι εμοί το κακόν παράκειται» (Ρωμ.ζ΄19,21). Ο χαρακτηρισμός αυτός αναφέρεται στο νόμο της διαστροφής, που ως δεύτερη φύση μας επιβάλλεται αν δεν αντισταθούμε.

Πέραν όμως του νόμου της διαστροφής, που επιμένει αδιάλειπτα είναι και η παρουσία του σατανά, που είναι αδίστακτος και ανύστακτος εχθρός του ανθρώπου. «Ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρ. ε΄ 8). Και τώρα «τις σοφός και φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου;» (Ψαλμ. ρστ΄ 43). Το ισχυρό αντίδοτο αυτής της διαμάχης, αδελφοί μου, για να ανασυρθεί «το θνητόν υπό της ζωής» (Β΄ Κορ. ε΄ 4) είναι η περιεκτική άσκηση.

Εδώ στην «κοιλάδα του κλαυθμώνος» (Ψαλμ. πγ΄ 7), της μόνιμης εξορίας μας, υπάρχει η βίαιη ώθηση του γενικού ολέθρου. Και ο άνθρωπος πρέπει να βρίσκεται συνεχώς σε επιφυλακή. Το «πάση φυλακή τήρει σην καρδίαν» αυτό σημαίνει. Η «καρδία είναι το ταμείο, όπου προβάλλονται τα νοήματα και λαμβάνονται οι αποφάσεις» (πρβλ. Ματθ. ιε΄ 18-19). Χρειάζεται λοιπόν, διαρκής και ανύστακτη άμυνα για να καταπολεμεί ο άνθρωπος τις αντιθέσεις και να σωθεί απ αυτές. Η άσκηση μας επιβάλλεται ως απαραίτητο μέσο εξυγίανσης, για να επιτελέσουμε σωστά το καθήκον μας. Εφ΄ όσον λοιπόν, το νόημα της ύπαρξής μας δεν βρίσκεται στα πάθη και στο νόημα του παραλόγου – από τα οποία απειλούμαστε και στο παρόν και στην αιωνιότητα- αναπόφευκτα υπάρχει το πρόβλημα της καταπολέμησής τους για τη σωτηρία μας. Αυτό το πράγμα επιτυγχάνεται στη ζωή των λογικών υπάρξεων με ελεύθερο αγώνα, δηλαδή με την άσκηση.

Η άσκηση άλλωστε είναι από τα αρχαιότατα επιτεύγματα του ανθρώπου. Αρχίζει αμέσως με την έξοδο του ανθρώπου από τον Παράδεισο στον τόπο εξορίας του. Η άσκηση προβαλλόταν από τον άνθρωπο, που αισθανόταν την αδυναμία του να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες της ζωής. Ιδιαίτερα όμως επέμενε στην άσκηση για να επιτύχει τις θρησκευτικές του αναζητήσεις.

Ολόκληρη η ανθρώπινη φύση, που υποδουλώθηκε στο νόμο της φθοράς και του θανάτου, δεν μπορεί με κανένα άλλο τρόπο να απαλλαγεί από τη βιαιότητα του παραλόγου παρά μόνο με την άσκηση. Λέγει ο Εκκλησιαστής: « Εάν πνεύμα του εξουσιάζοντος αναβή επί σε, τόπον σου μη αφής» (Εκκλ. ι΄ 4) και πάλιν: «Αντίστητε τω διαβόλω και φεύξεται αφ΄ υμών» (Ιακ. δ΄ 7).

Με την είσοδό μας στη ζωή απαιτείται ασφαλώς η επίγνωση και η προσπάθεια για πραγμάτωση του προορισμού μας. Η αρχική μας κατασκευή έγινε «κατ εικόνα και ομοίωσιν» του δημιουργού. Και η ανάπλασή μας απέδειξε αυτήν την αλήθεια.

Δίκαια πληροφορούμαστε ότι «ουκέτι εαυτοίς εσμεν αλλά τω υπέρ ημών αποθανόντι και εγερθέντι Χριστώ» (πρβλ. Β΄ Κορ. ε΄ 15). Και αυτό ακριβώς δείχνει το κεντρικό σημείο του προορισμού μας. Κανόνας της ανθρώπινης φύσης θεωρείται η ηθικότητα. Η σαφής πληροφορία ότι «ουκέτι εαυτοίς εσμεν» μας ανεβάζει σε ανώτερο καθήκον. Επειδή ανήκουμε ολοκληρωτικά στην κυριότητα και εξουσία του ανακαινιστή μας Ιησού Χριστού, οφείλουμε πλήρη υποταγή στο θείο θέλημα και άρα η ευθύνη της αποστασίας μας είναι βέβαιη και καταστροφική.

Πέραν όμως της ευθύνης της παρακοής και αποστασίας, γεννάται και το θέμα της προσωπικής μας σωτηρίας και εξυγίανσης, που είναι αποτέλεσμα της ακριβούς πρακτικής εφαρμογής των εντολών του ιατρού και σωτήρα μας. Εάν κατά τη Γραφή «ψυχή η αμαρτάνουσα αποθανείται» (Ιεζ. ιη΄ 20) τότε κλείνει κάθε στόμα και καθίσταται υπόδικος όλος ο κόσμος στο Θεό. Άρα δεν τίθεται πλέον θέμα επιλογής ή προτίμησης αλλά απόλυτου καθήκοντος. Ο άνθρωπος βρίσκεται μπροστά στο τελικό αποτέλεσμα, που είναι σαφές και εκφράζει ελεύθερα την προτίμησή του: ή γίνεται οπαδός της «στενής και τεθλιμμένης οδού» που οδηγεί στη ζωή, τη Βασιλεία και όλο το πλήρωμα των θείων επαγγελιών ή εκλέγει την «πλατείαν και ευρύχωρον οδόν», που οδηγεί οριστικά στην απώλεια (πρβλ. Ματ. ζ΄ 13-14, Λουκ. ιγ΄ 24). Και εκτός της αλήθειας που περιέχεται στον ανωτέρω λόγο της θείας αποκάλυψης, υπάρχει και η μακρόχρονη και σαφέστατη ιστορία που υποδεικνύει την πραγματικότητα. Και «ο έχων ώτα ακούειν ακουέτω».
Συνεχίζεται…