Άγ. Ιωσήφ ΗσυχαστήςΆγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΓέρ. Ιωσήφ ΒατοπαιδινόςΈργα Γέρ. Ιωσήφ

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (15)

20 Αυγούστου 2009

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (15)

osios iosif o isihastis2

Συνέχεια από (14)

(+Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

15. Οι όροι της χρείας εις την πνευματικήν ζωήν.

Έτσι να κάνετε και εσείς εις όλας σας τας δύσκολους στιγμάς και ποτέ δεν θα παρασυρθήτε,ουτε και η μεταμέλεια θα σας κατατυραννή. Και δεν είναι μόνο αυτό, αλλά κάθε φορά που ο άνθρωπος νικά ένα πάθος, έναν πειρασμόν, λαμβάνει δύναμιν, θάρρος, προάγεται πνευματικώς και μέσα του αισθάνεται χαρά. Όταν όμως καταφρονή ή δειλιά και νικάται εις ό,τι αντίστασιν του συμβή, τότε συμβαίνει το αντίθετον και το αποτέλεσμα είναι να χαυνωθή, να μένη απαρρησίαστος, δειλός, αδύνατος, όλος υποψία και η λύπη και η απελπισία θα του γίνουν αχώριστοι σύντροφοι.

Ο μοναχός που θέλει να πετύχη τον σκοπόν του, πρέπει να μη επιχειρή τίποτα χωρίς να το εξετάζη· από που προέρχεται και ποιόν σκοπόν εξυπηρετή. Και αν συνηθίση με αυτήν την ακρίβειαν, δεν θα δυσκολευθή να καταλάβη την διαφοράν των δύο μεγάλων αφορμών, εις τας οποίας έχουν την βάσιν τους το κέρδος και η ζημία, η αμέλεια και γενικά όλος μας ο αγώνας. Αι δύο αφορμές που λέγω είναι η χρεία και η επιθυμία. Πόσον ομοιάζουν αυταί ή μάλλον τας κάνομεν εμείς να ομοιάζουν με τα θελήματά μας! Ο Θεός συνεργεί εις το να αποκτήσωμεν ή να ποιήσωμεν κάθε τι που είναι χρεία και η Χάρις Του δέν απουσιάζει. Τότε και δυσκολία να παρουσιασθή από τους ανθισταμένους προς το πράγμα και γενικά εις το κάθε καλόν, η ψυχή δεν χάνει το θάρρος της, αλλά παρρησιάζεται εις την προσευχήν και ζητά μετά παρρησίας βοήθειαν. Η παρρησία αυτή γεννάται από την νέκρωσιν του ανθρωπίνου θελήματος.

Όταν όμως είναι επιθυμία, όλα είναι σκοτεινά. Πρώτα πρώτα η αποτυχία είναι σίγουρη, υστέρα ακολουθούν αι περιπέτειαι, οι κόποι μαζί με την απόγνωσιν, την λύπην, τον γογγυσμόν, την μεταμέλειαν, και απουσιάζει εντελώς η παρρησία εις το να γίνη βοήθεια από τον Θεόν.

Ενίοτε και εις την χρείαν γίνονται αποτυχίες και κόποι, αλλά μόνον εξωτερικώς. Ίσως από τον φθόνον του διαβόλου ή προς δοκιμήν· η εσωτερική όμως κατάστασις της ψυχής δεν αλλοιούται, ούτε καταπίπτει καθόλου, και μάλλον περισσοτέραν Χάριν λαμβάνει χωρίς καν να αμύνεται ή να μνησίκακη προς τα αίτια. Αυτή είναι η διαφορά και βέβαια πόσην άλλην λεπτότητα έχει το πράγμα αυτό, που όμως δεν του δίδομεν σημασίαν, γι’ αυτό και υστερούμεθα της προκοπής.

Αυτό είναι που σας λέγω, ό,τι ακουμπάει πάνω σας, απομακρύνετε το και σιγά σιγά θα γυμνωθήτε από όλα σας τα πάθη και τα θελήματα. Όποιος πηγαίνει πλάγια, εκτός απ’ ότι οι Πατέρες τον ονομάζουν μοιχόν, είναι χειρότερος από εκείνον που δεν επιχειρεί καθόλου, γιατί με την αμέλειαν έχει και την πονηρίαν δύο κακά, το ένα μεγαλύτερο του άλλου. Να έχετε μεταξύ σας άγάπην και να μη προτιμάτε καθένας τι τον αναπαύει προσωπικώς, αλλά να προτιμά τον αδελφόν του, και όταν συνηθίσετε έτσι με απλότητα, τότε θα ιδείτε πλουσίαν την Χάριν του Θεού ανάμεσα σας. Πολύ βοηθάει ο Θεός σε τέτοιες διαθέσεις και έρχεται ο άνθρωπος, όπως λέγει ο Κύριός μας, εις την κατάστασιν του μικρού παιδιού.

Ποτέ μη συνεχίζετε κάτι, όταν πρόκυψη ταραχή, γιατί εις το τέλος θα μεταμεληθήτε. Αφήστε να αποκατασταθή η ειρήνη και τότε πάλιν αρχίζετε. Γιατί καμμιά φορά, το εμπόδιον αυτό φανερώνει ότι δεν θέλει ο Θεός, και έτσι χωρίς κόπον γλυτώνετε μεγάλην περιπέτειαν ,που οπωσδήποτε θα επακολούθηση αφού δεν είναι σύμφωνα με το θέλημα του Θεού».

16. Μετάβασις εις τα σπήλαια της Μικράς Αγίας Άννης.

Από τον Άγιον Βασίλειον, όπου έμεναν, κατέβηκαν υστέρα εις την Μικράν Αγίαν Άνναν και συνήντησαν πάλιν νέους κόπους και πειρασμούς. Θέλοντας να έχη ησυχίαν και απομόνωσιν, επεδίωξε να ευρη μέρος που συμβάλλει για τέτοιον σκοπόν και ως τοιούτο δεν ήτο άλλο παρά αυτό που κάθισαν, εις την σπηλιάν, όπως την ονόμαζαν. Παλαιότερα αυτό το μέρος είχαν επισκεφθή Ρώσσοι μοναχοί και φαίνεται ότι κάθισαν εκεί εκ των σημείων όπου βρέθηκαν εις τον τόπον. Διότι μέσα σε δυο σπηλιές που υπάρχουν ήσαν κτισμένες δύο στέρνες ημικατεστραμμένες και φαίνονταν κάποια ερείπια από πεζούλια και καλύβες. Αυτά ήσαν τα μόνα εφόδια που βρήκαν, όταν κατέβησαν από τον Άγιον Βασίλειον, η εποχή δε ήτο ακριβώς αρχαί Ιανουαρίου κατά το 1938. Το πρώτον που φρόντισαν, μόλις έφθασαν εις τον τόπον, ήτο να ετοιμάσουν ένα παρεκκλησάκι, γιατί δεν ημπορούσε ο Γέροντας να πηγαίνη μακρυά, καθώς είναι απόστασις, για να ακούη Λειτουργίαν. Από την κακοπάθειαν άρχισαν τα γόνατα του να αδυνατούν, και εις το περπάτημα πολύ τον δυσκόλευαν. Το πράγμα όμως ειχε πολλές δυσχέρειες λόγω της οικονομικής κρίσεως, γιατί ποτέ του δεν κρατούσε χρήματα και ας του τύχαιναν καμμιά φορά ή από βοήθειαν φίλων και συγγενών ή από το εργόχειρόν του, γιατί εργάζετο εντατικά. Όσο πρόχειρα και αν τα έκαναν, αι απαραίτητοι ύλαι έπρεπε να βρεθούν και γι’ αυτό λέγω ότι έκοπίασαν.

Συνεχίζεται…