Πεμπτουσία· Ορθοδοξία-Πολιτισμός-Επιστήμες

Βιογραφία του Άρχοντος Μουσικοδιδασκάλου της Μ.τ.Χ.Ε. Αβραάμ Ευθυμιάδη (1911 – 2005) (2ο μέρος) (π. Γεώργιος Ανδρ. Σταθόπουλος)

6 Φεβρουαρίου 2016

Βιογραφία του Άρχοντος Μουσικοδιδασκάλου της Μ.τ.Χ.Ε. Αβραάμ Ευθυμιάδη (1911 – 2005) (2ο μέρος) (π. Γεώργιος Ανδρ. Σταθόπουλος)

Τα έτη 1978-1980, σε αντίμετρο των ανεύθυνων νεωτέρων μουσικών βιβλίων, στα οποία υπάρχουν πλείστες όσες παραφθορές και αλλοιώσεις της ουσίας του εκκλησιαστικού μέλους, θα εκδώσει το «Τρίτομο Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις» αποτελούμενο από χίλιες επτακόσιες πενήντα χειρόγραφες σελίδες, σε κόκκινη και μαύρη μελάνη, ακολουθώντας πιστά τους μελοποιούς του παρελθόντος[1]. Το τρίτομο αυτό έργο το προλογίζει ο καθηγητής Γρηγόριος Στάθης[2] και περιλαμβάνει μαθήματα του Εσπερινού ο Α΄ τόμος, του Όρθρου ο Β΄ και της Θ. Λειτουργίας ο Γ΄ τόμος.

Το έργο αυτό αποσύρθηκε από τον Ευθυμιάδη και φυλάχθηκε στην οικία του, εκεί όπου τώρα διαμένει η κόρη του Βαρβάρα, η μοναδική κληρονόμος και διαχειρίστρια του έργου του. Πολλοί κατά καιρούς το αναζήτησαν και το αναζητούν, αλλά ο ίδιος κατ΄ επιλογήν δεν επέτρεπε να δοθεί. Προτιμούσε να το αχρηστέψει, παρά το γεγονός ότι είχε μεγάλη οικονομική ανάγκη, επειδή επανεκδόθηκε το έργο αυτό λίγα χρόνια αργότερα, με άλλη φυσικά ύλη και διορθωμένο, παρά να πουλήσει κάποια αντίτυπα του.

euthimiadis3

Το 1983 καλλιγραφεί το βιβλίο του Νικολάου Δασκαλάκη «Ωδαί Πνευματικαί» χάριν της Ορθοδόξου Ακαδημίας Κρήτης[3].

Ιδιαίτερη και καθοριστική για τη ζωή του ήταν η τιμή που του επιφύλαξε την Κυριακή των Βαΐων, 3 Απριλίου του 1988, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Α΄, απονέμοντας του «ιδίαις Πατριαρχικαίς χερσίν» το οφφίκιο του «Ἐντιμολογιωτάτου Ἄρχοντος Μουσικοδιδασκάλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου» ή «τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας» στο Πατριαρχικό παρεκκλήσιο του Αγίου Ανδρέου[4].

Το 1991, πιστός στην αγάπη του προς την Αγία μας Εκκλησία και ανιδιοτελής κατά πάντα και έως το τέλος της επιγείου ζωής του, εργάτης της Ορθοδοξολατρευτικής μας Μουσικής, αποφασίζει και αποσύρει το «Τρίτομο Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις», αφού αντιλαμβάνεται σε αυτό λάθη, κυρίως στη ρυθμική σήμανση. Το ίδιο έτος εκδίδει το «Νέον Τετράτομον Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις»[5] διορθωμένο, συμπληρωμένο και καλλωπισμένο, ως και το «Τριώδιον Φωναίς Αισίαις»[6]. Οι τρείς πρώτοι τόμοι αυτής της νέας σειράς, είναι διορθώσεις και συμπληρώματα του παλαιού τριτόμου έργου του, ενώ ο τέταρτος είναι συμπληρωματικός – όπως ο ίδιος μας αναφέρει – και περιέχει γνωστά και ανέκδοτα μαθήματα των παλαιών διδασκάλων.

Το συγγραφικό του έργο όμως δεν σταματά εδώ, αφού αλλά δώδεκα βιβλία είναι έτοιμα από τον σεβαστό δάσκαλο προς έκδοση από την κόρη του Βαρβάρα, αλλά λόγω οικονομικής δυσπραγίας παραμένουν ανέκδοτα (5.300 σελίδες)[7]. Πρόκειται για τα εξής μουσικά πονήματα :

  1. Τετράτομον Νέον Στιχηράριον του όλου ενιαυτού.
    Τετράτομον Δοξαστάριον (αργό και σύντομο) των νεοφανών αγίων.
    3. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάδας.
    4. Ακολουθία των Ιερών Μυστηρίων.
    5. Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς του Αγίου Δημητρίου.
    6. Η Ακολουθία των Εγκαινίων.
    7. Το Πεντηκοστάριον.

Το 2011, η κόρη του Βαρβάρα Αβραάμ Τσιλιγκερίδη, θα εκδώσει το «Νέον Στιχηράριον του ενιαυτού – Φωναίς Αισίαις» σε τρείς τόμους τον πρόλογο του οποίου ο Ευθυμιάδης ολοκλήρωσε με πολύ αγάπη και αγώνα την 1 Σεπτεμβρίου του 2005, λίγο δηλαδή προς της κοιμήσεως του.

Τα Δοξαστικά μάλιστα του Πεντηκοσταρίου του, μου τα απέστειλε σε κάποια επικοινωνίας μας με την εξής σημείωση «Ἀγαπητέ μου Γιῶργο,  δού τά Δοξαστικά τοῦ ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΥ. Νά εἶσαι καλά καί ἄν σέ ἱκανοποιοῦν νά τά τιμήσεις. Ἐπειδή ὅπως φαίνεται, δέν ὑπάρχει ἐλπίδα νά ἐκδοθοῦν, εἶμαι σίγουρος ὅτι ἄν πέσουν σέ ξένα χέρια, θά βρεθεῖ κάποιος, ἴσως κάπως κακοποιημένα, ἀλλά δέν ἀποκλείεται θρασύτατα αὐτούσια, νά τά παρουσιάσει σάν δικά του, πργμα πού συμβαίνει στήν ἐποχή μας (εδώ μου γράφει τρία ονόματα μεγάλων Αρχόντων Πρωτοψαλτών τα οποία δεν είναι σωστό να δημοσιοποιήσω … και δεν συμμαζεύται)»[8].     

Παράλληλα με όλα αυτά ο Αβραάμ Ευθυμιάδης, από το έτος 1951 και έως το τέλος της ζωής του, επισκεπτόταν τακτικά το Άγιο Όρος, διαμένοντας μάλιστα εκεί για μεγάλα χρονικά διαστήματα, κυρίως στην Ιερά Μονή του Δοχειαρίου. Αυτό ήταν το δεύτερο σπίτι του, γι΄ αυτό και όπως ο ίδιος επέλεξε, όταν μετέστη από τα πρόσκαιρα στα αιώνια, μετά την Εξόδιο Ακολουθία, η οποία εψάλη στον Ιερό Ναό της Παναγίας της Δεξιάς στην Θεσσαλονίκη από τον Άρχοντα Πρωτοψάλτη Αθανάσιο Καραμάνη και πολλούς ιεροψάλτες και μαθητές του, το λείψανό του μετεφέρθη και ενταφιάστηκε στην Ιερά Μονή των Ιβήρων του Αγίου Όρους. Κατά την διαμονή του στο Άγιον Όρος εκεί εργάζονταν ακατάπαυστα, μελοποιώντας ακολουθίες Αγίων, ψάλλοντας στις ακολουθίες και διδάσκοντας τους πατέρες των Ιερών Μονών. Προς χάριν των μοναχών δε έχει μελοποιήσει και 152 ακολουθίες Αγίων που τιμώνται και εορτάζονται πανηγυρικά ιδιαίτερα στο Αγιώνυμον Όρος.

Με την υπ΄. αρίθμ. 990/1994 απόφαση της η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, την οποία υπογράφει ο Αρχιγραμματεύων της † Φιλαδελφείας Μελίτων, ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος διαβιβάζει στον Αβραάμ Ευθυμιάδη τη «Νέα μέθοδο Βυζαντινής Μουσικής» ή «Νέο Σύστημα Μουσικής Γραφής» του μακαριστού Άρχοντος Πρωτοψάλτου Αθανασίου Καραμάνη και τον παρακαλεί «ὅπως ὑποβάλει τ Ἐκκλησί τάς ἐπί τοῦ περιεχομένου αὐτῆς σκέψεις, ἀπόψεις καί παρατηρήσεις, πρός μελέτην καί ἀξιολόγησιν αὐτῶν ἐν συνεχείᾳ ὑπό τῆς Μητρός Ἐκκλησίας»[9]. Την ενέργεια αυτή πληροφορείται ο Αθ. Καραμάνης, ο οποίος σπεύδει στον Ευθυμιάδη και τον παρακαλεί να εισηγηθεί θετικά για την Νέα Μέθοδο του. Ο Ευθυμιάδης όμως εισηγείται αρνητικά, γράφων ότι «οὐδέν τό παράπαν νέον στοιχεῖον δί΄ αὐτῆς προσκομίζεται, τε τῶν θιγομένων ἀπόψεων, πολλάκις ἐν χρόνοις προγενεστέροις, ἐκτεθεισῶν μέν καί ἐρευνηθεισῶν, μηδόλως δέ ἀποδοχῆς τυχουσῶν ὑπό τῆς μουσικῆς ἐπιστήμης ὡς ξένων τ ζώσ ὠκεανί πραγματικότητι τῆς σεβασμίας – παρασημασμένης τέ καί προφορικῶς διαιωνιζομένης – παραδόσεως τῆς χριστοθεοτερπος, ἀρχαιοελληνογενος, ὀρθοδοξολατρευτικῆς βυζαντινῆς μῶν μουσικῆς»[10].

Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με την υπ΄ αρίθμ. 2146 Συνοδική Απόφασή της, της 14ης Νοεμβρίου του 2003[11] αποφασίζει να τιμήσει τον Αβραάμ Ευθυμιάδη με το Παράσημο του Αποστόλου Παύλου και προς τούτο τον καλεί στην Αθήνα στις 5 Φεβρουαρίου του 2004 για να παραλάβει την τιμητική του διάκριση. Αυτός όμως δεν αποδέχεται την τιμή, απαντώντας ευγενικά ότι «Μετά βαθυτάτου σεβασμοῦ, ἐν ἀδηρίτῳ τελῶν ἀνάγκ, ἀναφέρω ὅτι συνεπεί εὐρούσης μέ νόσου βαρυτάτης, τῆς τοῦ τριδύμου (πέμπτης συζυγίας ἐγκεφαλοκρανιακῶν νεύρων) νευραλγίας, ἡ, διά τῆς ὕπ΄ ἀρίθμ. 2146 …. ριζομένη ἐν Ἀθήναις παρουσία μου πρός ἀποδοχήν τιμητικῆς διακρίσεως τυγχάνει παντί ἀνέφικτος. Ὅθεν ….. δέξασθε τήν ἐκ τῆς εὐλογίας ταύτης ἀνέκκλητον παραίτησίν μου καί δή ὡς μηδέποτε σχετικῆς ἐπιθυμίας π΄ ἐμοῦ ἐκφρασθείσης»[12].

Ο Αβραάμ Ευθυμιάδης, εκτός από μεγάλος δάσκαλος και μελοποιός, υπήρξε και ένα πιστό και απόλυτα αφοσιωμένο τέκνο της Εκκλησίας του Χριστού. Είχε βεβαία την πίστη και ακλόνητη τη βεβαιότητα ότι όλα αυτά που έγραφε δεν ήταν δικά του έργα αλλά προϊόντα της χάριτος του Θεού. Σε προσλαλιά του, στην τιμητική προς το πρόσωπο του εκδήλωση που διοργάνωσε ο Πρωτοψάλτης Θόδωρος Βασιλείου[13] υπό την αιγίδα της Ο.Μ.Σ.Ι.Ε. το 1989 ο αοίδιμος δάσκαλος είπε για τις συνθέσεις του: «Τά μελουργήματα …καθώς καί ὅλα ὅσα εἶναι βγαλμένα καί βγαίνουν ἀπό τά χέρια τῆς εὐτέλειάς μου φέρονται, βέβαια, στό ὄνομα τοῦ λαλοῦντος. Καί ὅμως στήν οὐσία δέν εἶναι καθόλου δικά μου. Καί τό πιστεύω ἀκράδαντα, τό ὁμολογῶ καί τό διακηρύττω. Εἶναι, ἀποκλειστικά καί μόνον, προϊόντα της χάριτος τοῦ Θεοῦ καί γι΄ αὐτό εἶναι ἀφιερωμένα στή δόξα τοῦ Παναγίου Ὀνόματός Tου». Για όσους αξιωθήκαμε να ζήσουμε κοντά του, γνωρίζουμε καλά ότι αυτοί οι λόγοι του δεν ήταν λόγοι ταπεινοφροσύνης και ευγενείας αλλά ήταν ακλόνητη πίστη και βεβαιότητα, βίωμα και στάση ζωής του σεβαστού δασκάλου.

Υποστήριζε εξάλλου ότι για να ψάλουμε κάτι σωστά, πρέπει να μπορούμε πρωτίστως να το κατανοούμε, αλλιώς δεν καταφέρνουμε να το αποδώσουμε. Ως άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας σε όλες της τις φάσεις και ίσως από τους λίγους που έως τις ημέρες μας κατάφερναν να την χρησιμοποιούν με τόση σαφήνεια, δεν μελοποιούσε αν πρώτα δεν είχε κατανόησει απόλυτα το κείμενο. Όταν καθόταν να μελοποιήσει την ακολουθία ενός Αγίου, πρώτα διάβαζε το βίο του, έπειτα εντρυφούσε στην ακολουθία του και αφού την κατανοούσε πλήρως, άρχιζε να την μελοποιεί, προσευχόμενος συνεχώς και αδιαλείπτως. Ήταν τόσο μεγάλη η συγκινησιακή του φόρτιση πολλές φορές, όταν μελοποιούσε ένα τροπάριο, που δεν κατάφερνε να συγκρατήσει τα δάκρυά του και έκλαιγε με λυγμούς. Ιδίως, όταν έγραφε κάτι για την Παναγία μας, στην οποία είχε ιδιαιτέρα αγάπη και αφοσίωση.

Η θεωρητική του γνώση, η μελική του δεινότητα και η βαθιά του πίστη στον Τριαδικό Θεό ήταν αυτά που έκαναν τα έργα του επάξια και εφάμιλλα αριστουργήματα των μελοποιών του παρελθόντος. Η εις βάθος εντρύφηση και ο ακριβής χειρισμός της ελληνικής γλώσσας, η άριστη γνώση των διαστημάτων, των συστημάτων και της πορείας των ήχων και των γενών της βυζαντινής μας μουσικής, καθώς και η δημιουργική του ευφάνταστη δεινότητα, τον βοήθησαν να καταστεί ως ένας από τους πολυγραφότατους και καινογραφότατους μουσικούς του 20ου αιώνα. Σε αντίθεση με πολλούς σύγχρονους του, ο Αβραάμ Ευθυμιάδης, δεν «συνέραφε» (όπως ο ίδιος συνήθιζε περιπαικτικά να λέει) προϋπάρχουσες συνθέσεις, αλλά συνέγραφε νέες συνθέσεις ο ίδιος, προσπαθώντας πάντα να ζωντανεύει με τη μουσική το ποιητικό ή πεζό κείμενο-τροπάριο, δίχως να αντιγράφει προγενεστέρους του μελοποιούς. Αυτό δε σημαίνει φυσικά ότι στα έργα του απομακρύνθηκε από τη μελική παράδοση των προηγουμένων αιώνων και μεγάλων μελοποιών της ψαλτικής τέχνης και μουσικής. Απεναντίας δε, πίστευε ότι η βυζαντινή μουσική είναι αγία, αφού δεν είναι έργο κάποιου ανθρώπου συγκεκριμένης εποχής αλλά απαύγασμα πολυχρόνιας προσευχής αγίων και εναρέτων ανθρώπων.

(συνεχίζεται)

[1] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις, εις τόμους τρείς, Θεσσ/νίκη 1978.

[2] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις, Πρόλογος Γρηγορίου Στάθη,  τόμος Α΄, Θεσσ/νίκη 1978, σσ. ζ – θ.

[3] Εμμανουήλ Στ. Γιαννόπουλος, Ευθυμιάδης Αβραάμ, Μεγάλη Ορθόδοξη Χριστιανική Εγκυκλοπαίδεια, ό.π.,   σ. 350.

[4] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Μαθήματα Εκκλησιαστικής Βυζαντινής Μουσικής, έκδοση Ε΄, Θεσσαλονίκη 2006.

[5] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Νέον Τετράτομον Υμνολόγιον Φωναίς Αισίαις, Θεσσαλονίκη 1991.

[6] Αβραάμ Ευθυμιάδη, Τριώδιον Φωναίς Αισίαις, Θεσσαλονίκη 1991.

[7] Φίλιππου Οικονόμου, Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική και Ψαλμωδία, ό.π.,  σ. 133.

[8] Αβραάμ Χρ. Ευθυμιάδη. Χειρόγραφο σημείωμα από το προσωπικό αρχείο μου.

[9] Αρχιγραμματεία της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Διαβιβαστική Επιστολή Αξιολόγησης προς τον Αβραάμ Ευθυμιάδη, της 7ης Ιανουαρίου του 1995. Από το προσωπικό αρχείο μου.

[10] Αβραάμ Χρ. Ευθυμιάδη, Απαντητική Επιστολή προς την Ιερά Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, της 1ης Φεβρουαρίου του 1995. Από το προσωπικό αρχείο μου.

[11] Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, Συνοδική Απόφαση της 13ης Νοεμβρίου του 2003, προς τον Μουσικολογιώταον κ. Αβραάμ Ευθυμιάδη. Από το προσωπικό αρχείο μου.

[12] Αβραάμ Χρ. Ευθυμιάδη, Απαντητική Επιστολή προς την Ιερά Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, της 2ης Ιανουαρίου του 2004. Από το προσωπικό αρχείο μου.

[13] Θεοδώρου Β. Βασιλείου, Σύντομο Βιογραφικό Σημείωμα, ανακτήθηκε στις 11-1-2016 από http://www.ieropsaltis.com/psalt_Basileiou.htm