Πεμπτουσία· Ορθοδοξία-Πολιτισμός-Επιστήμες

Με την πίστη ότι ο ήλιος θα ανατείλει και πάλι στην Κωνσταντινούπολη (Γέροντας Δοσίθεος Κανέλλος, Ηγούμενος Ι.Μ. Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας)

5 Αυγούστου 2016

Με την πίστη ότι ο ήλιος θα ανατείλει και πάλι στην Κωνσταντινούπολη (Γέροντας Δοσίθεος Κανέλλος, Ηγούμενος Ι.Μ. Παναγίας Τατάρνης Ευρυτανίας)

[Προηγούμενη δημοσίευση: http://bitly.com/2aEPjiy]

Ποιός θα τολμούσε να παλαίψη με τους νησιώτες κωπηλάτες, όταν κατά την Τρίτη του Πάσχα προκαλούσαν στο Λιβάδι, όποιον ήθελε από τους περιφημοτέρους παλαιστές (πεχλιβάν) των πέριξ; Ποιός χόρευε καλύτερα τον αρχαίο πυρρίχιο[42]με γυμνά ξίφη από τον Κορτέση Μάρκο[43];

πολ12

Όμως έχουν και τα ελαττώματα των ναυτικών.

Είναι καυγατζήδες, πλεονέκτες, βάναυσοι, βλάσφημοι και προ πάντων μπεκρήδες που αναζητούν την ευτυχία της ζωής στον πάτο του βαρελιού. Κάνεις δεν μπορεί να πιστέψη το πόσο μεγάλοι πότες ήσαν, αν δεν έχει δή τον Νάνο (που όμως ήταν γίγας) της Χάλκης. Έβαλε στοίχημα ότι θα καταβρόχθιζε δέκα οκάδες[44] κρασί στο Λιβάδι μπροστά σε πλήθος θεατών. Το κρασί το έρριχνε στο στόμα του ο ταβερνιάρης με το χωνί και το κέρδισε!

Το 1853 οι κωπηλάτες στην Πόλι, ανήρχοντο σε είκοσι πέντε χιλιάδες και κωπηλατούσαν είκοσι χιλιάδες βάρκες (πιαδέ) διαφόρων μεγεθών. Απ’ αυτές δέκα εξ χιλιάδες εκινούντο μέχρι το Ντολμά-μπαχτσέ και το Σκουτάρι και επετελούντο από είκοσι χιλιάδες καϊκτζήδες.

Τρεις με τέσσερις χιλιάδες από το Ντολμά-μπαχτσέ και το Σκουτάρι μέχρι το Φαναράκι, από πέντε χιλιάδες καϊκτζήδες. Επομένως μετά από τους αχθοφόρους (χαμάληδες) η πιο ταλαιπωρημένη και πιο πολυάριθμος τάξις των κατοίκων της Κωνσταντινουπόλεως ήσαν, προ της εισαγωγής των ατμοπλοίων, οι κωπηλάτες (που συγχρόνως ήσαν και ψαράδες).

Εάν μεταξύ των επαγγελμάτων κατατάξουμε και την ζητιανιά, θα φέρουμε γέλια ή λύπη στον αναγνώστη;

Ναι, οι ζητιάνοι αποτελούν συντεχνία, εσνάφιον στην Κωνσταντινούπολι. Έχουν τους κανονισμούς των, τους μαστόρους και προ πάντων τον κορυφαίο της συντεχνίας, τον πρωτομάστορα.

Οπωσδήποτε κάποιος από εμάς άκουσε ή και είδε τον τυφλόν εκείνο γέροντα να ψάλλη με φωνή παραπονιάρικη το κλασικό θρηνητικό του άσμα: «Μέρα και νύχτα στα σκοτεινά είμαι ο καϋμένος! Κόσμο ακούω και κόσμο δεν βλέπω… κ.λπ.»! Οι γυναίκες είναι παντού σπλαγχνικές και φιλόπτωχες, ιδίως όμως στην Κωνσταντινούπολι είναι φιλοπτωχότερες, ίσως γιατί εκεί η τύχη έχει πολλές στροφές. Μάλιστα λόγω των συχνών πυρκαϊών είναι συνηθέστερες, γι’ αυτό ανοίγουν γρηγορότερα, πόρτες και παράθυρα για να γεμίσουν τις τσέπες ή τον τορβά του τυφλού.

Ναι αλλ’ αυτός ο τυφλός είναι ο πρωτομάγιστρος[45]των ζητιάνων. Αυτός δίνει το δεκανίκι ή το ραβδί, το δίπλωμα ούτως ειπείν στους συνεταίρους που εγκρίθηκαν. Χωρίς την άδειά του δεν μπορεί να ζητιανεύση ζητιάνος μπροστά σε εκκλησία, γιατί όλα τα δεκανίκια των συνεταίρων θα πέσουν στο κεφάλι του και ο κεχαγιάς[46] (όλες οι συτεχνίες έχουν τον κεχαγιά τους, έχουν και οι επαίτες) τον πετά έξω από την συτεχνία.

Αν κανείς έχει περιέργεια, αλλά και αν του βαστά η καρδιά του μπορεί να πάη την Δευτέρα το βράδυ (γιατί για τους ζητιάνους, όπως είναι φυσικό η Δευτέρα είναι γι’ αυτούς η αργία και όχι η Κυριακή) ή μια μεγάλη εορτή στην ζητιανοφωλιά τους, σε σπίτι ευρυχωρότατο ή στο Διπλοφάναρο ή στο Σκορδαλιά-μαχαλέ θα δή πράγματα και θα δή ιδιοκτήτη με πλούσιον εισόδημα και θα δή αυτούς τους ταλαίπωρους πτωχούς να τραγουδούν, να γελούν, να αστεΐζωνται, να φιλονεικούν, να μεθούν, να ατακτούν. Υπάρχει τέτοια ευθυμία, που δεν απαντάται σε άλλους πτωχούς που είναι αληθινά δυστυχείς. Μπορεί να παρευρεθή και στους γάμους τυφλής με κουτσό και τανάπαλιν. Ιδίως δε στις δώδεκα Νοεμβρίου κατά την οποίαν επιτελείται η μνήμη του αγίου Ιωάννου του Ελεήμονος, πατριάρχου Αλεξάνδρειας, ο οποίος θεωρείται ο προστάτης των επαιτών, όλο το ζητιανολόγιον, ντυμένο με καθαρά ενδύματα, αφ’ ου το πρωί πανηγυρίση με αρχιερατική θεία Λειτουργία μετ’ αρτοκλασίας, θα συγκεντρωθή το βράδυ γύρω από κοινό τραπέζι, πλούσιο από συγκεντρωμένους εράνους, που στο τέλος εκτρέπεται σε όργια.

Αν ζητήση να εισέλθη και στο σπίτι του πρωτομαΐστωρος, θα τον εύρη ντυμένον αρχοντικά να καπνίζη στην γωνιά του. Θα δή την γυναίκα του και τις θυγατέρες του με πλούσια ενδυμασία και στολίδια. Αν δε εξετάση λεπτομερώς θα μάθη ότι κάθε μία από τις θυγατέρες του έχει προίκα τριάντα με σαράντα χιλιάδες γρόσια[47]».

Σημείωσις εν είδει επιλόγου.

Μεταγλωττίζων τα ανωτέρω ησθάνθην λύπην άφατον έως δακρύων. Διερωτήθην πολλάκις που εισί εκείναι αί ημέραι δόξης και εύκλειας της ομογενείας; «Τις ημάς εβάσκανε»; (Γαλάτας Γ,Ι). Και νοερώς εθεώρουν το ωρολόγιον της θυγατρός της Λωξάνδρας από το βιβλίον της Μαρίας Ιορδανίδου «Σαν τα τρελλά πουλιά».

Έγραφεν υπό τους ωρολεπτοδείκτας:

“Time is

Time was

Time is not”

Και γράφων ταύτα ενεθυμήθην το ομηρικόν: «Η έλιος κατέδυ και επίκνέφας ήλθεν».Ο ήλιος έδυσε και έπεσε σε σκοτεινιά… Έν απομένει·η ελπίς. Ελπίζομεν ότι ο ήλιος ανατελεί και πάλιν.

42.Πυρρίχιος: χορός πολεμικός, εξ ονόματος Πυρρίχου τινός Κρητός ο οποίος πρώτος τον εφεύρε. Ο εν λόγω εχόρευε μάλλον ζεϊμπέκικον.

43.Μάρκος Κορτέσης: ήτο υιός προκρίτου (Τζορμπατζή) της Χάλκης. Ο πρέσβυς της Ρωσσίας Στρογγανώφ στην Κωνσταντινούπολη εκπλαγείς από την χορευτική του δεινότητα το 1820 του εδώρησε ένα χρυσό ξίφος.Έχει και άλλην ιστορίαν αλλ’ ούτου παρόντος.

44. 10 Οκάδες: 12,280 κιλά.

45.Μάγιστρος: εκ του λατινικού magister. Ο ύψιστος μετά τον αυτοκράτορα, βαθμός εν τη πολιτεία. Έξού η λέξις μαΐστωρ, μάστορας.

46.Κεχαγιάς: εκ του περσικού κετχουντά, ο διαχειριστής, ο επίτροπος, ο επόπτης, ο επιμελητής.

47. Εκ των εμβόλων της Πόλεως (των μακρών αυτής στοών κατά τους χρόνους της Ρωμανίας, ένθα επαιτούσαν) ωνομάσθησαν εμβολάριοι και εκ παραφθοράς «μπολιάρηδες». Προήρχοντο οι πλείστοι εκ των αγόνων χωρίων των Κραββάρων, της ορεινής ήγουν Ναυπακτίας. Όρα περί τούτων εις τον «Ζητιάνον» του Ανδρέα Καρκαβίτσα.

Πηγή: «Ημερολόγιον 2011», έκδοσις Οικουμενικού Πατριαρχείου.