Υπόθεση Μονής Βατοπαιδίου

Η περιουσία των μονών του Αγίου Όρους – Μετόχια Και Κτήματα

24 Οκτωβρίου 2008

Η περιουσία των μονών του Αγίου Όρους – Μετόχια Και Κτήματα

« …Σημειώσαμε ήδη ότι ο Πατριάρχης Ιερεμίας είχε προικίσει τη μονή με το προσοδοφόρο μετόχι της Κασάνδρας κι είχε πετύχει την εκ μέρους της Ιεράς Συνάξεως παραχώρηση στη νεοσύστατη μονή των κτημάτων της διαλυμένης μονής Φακηνού, καθώς κι ενός «ξυλοφόρου δάσους» κοντά στις Καρυές. Είδαμε ακόμη ότι είχε κληροδοτήσει ο πατριάρχης σε συγγενείς του μοναχούς της μονής Σταυρονικήτα αξιόλογη κτηματική περιουσία στη Λήμνο, πού μετά κάποιες αμφισβητήσεις περιήλθε στη μονή.
Ζούσε ακόμη ο Ιερεμίας, όταν κάποια χήρα… αφιέρωσε στη μονή Σταυρονικήτα «το εν τώ Κοντοσκαλίω [τής Κωνσταντινουπόλεως] ιδιωτικόν αυτής ανωγαιοκάτωγον οσπίτιον».
Το 1558 οι γέροντες της Ιεράς Συνάξεως, «ειδότες την ένδειαν και στενοχωρίαν» των μοναχών της μονής Σταυρονικήτα, πούλησαν σ’ αυτούς κάποιο κελλί στις Καρυές… γιά να χρησιμεύη σαν έδρα της αντιπροσωπίας της μονής στην αγιορειτική πρωτεύουσα.
Αρκετά έγγραφα αναφέρονται σε διενέξεις της μονής Σταυρονικήτα με άλλες γειτονικές μονές ή κελλιά γύρω από ζητήματα κτηματικά. Συχνές ιδίως ήσαν οι προστριβές με τη μονή Κουτλουμουσίου. Και μολονότι το 1586, όταν οι αντιπρόσωποι των δύο μονών παρουσιάσθηκαν στην Ιερά Σύναξι «ολολύζοντες και βοώντες· εάν μή διαχωρίσητε τα όρια των μονών ημών, αι φιλονικίαι ου παύουσι», διευθετήθηκε η διένεξη, οι αμφισβητήσεις και οι αντεγκλήσεις επαναλήφθηκαν αργότερα. Μόλις το 1639 φαίνεται να λύθηκε οριστικά το ζήτημα χάρη στην επέμβαση της Ιεράς Συνάξεως και πάλι, αλλά και των τοπικών τουρκικών αρχών.
Το 1590 η μονή αποκτά, με αγορές ή προσφορές ευλαβών χωρικών, σημαντική περιουσία στη Θάσο: αγρούς, αμπελώνες και ελαιώνα τριάντα στρεμμάτων με πάνω από τρεις χιλιάδες ρίζες ελιές. Το 1594 οι εκπρόσωποι της μονής, μοναχοί Θεοφάνης, Νήφων και Δαμιανός, αγοράζουν στην περιοχή Σιδηροκαυσίων της Χαλκιδικής διακόσια στρέμματα αγρών και βοσκοτόπων, πού ανήκαν άλλοτε στο τιμάριο κάποιου Μεχμέτ πασά. Το μεγάλο αυτό κτήμα εξελίχθηκε σε εξαιρετκά προσοδοφόρο μετόχι της μονής, γνωστό παλαιότερα ως το μετόχι του Πλανά, από το παρακείμενο χωριό. Μολονότι δε είχαν εκδοθή κατά καιρούς από τις τουρκικές αρχές αλλεπάληλλα έγγραφα, επικυρωτικά των τίτλων ιδιοκτησίας της μονής απί του μετοχίου, κατά τα μέσα του 19ου αι. η μονή βρίσκεται σε μακροχρόνια αντιδικία με τους κατοίκους του γειτονικού χωριού Γομάτι, πού διεκδικούσαν την κυριότητα μεγάλου τμήματος του μετοχίου. Την αντιδικία αυτή δεν έλυσε, φαίνεται, ούτε το σχετικό αυτοκρατορικό φιρμάνι του 1843, πού δικαίωνε απόλυτα τη μονή.
Μετά τις σοβαρές ζημιές της μονής από την πυρκαϊά του 1607, οι αλλεπάλληλες δωρεές ιδιωτών ήλθαν να ενισχύσουν τα οικονομικά της μονής. Έτσι, το 1612 ο «άρχων» Σερβόπουλος κληροδοτεί στη μονή ολόκληρη την περιουσία του: χωράφια, αμπέλια, δενδρόκηπους, ζώα…Το 1628 οι δημογέροντες της νήσου «Τζίας» παραχωρούν στη μονή κάποιο «κάθισμα» της Αγίας Αννης. Δυο χρόνια αργότερα η Κουρτέσσα, θυγατέρα του μοναχού Δαβίδ …αφιερώνει στη μονή ένα κεντρικό οικόπεδο στην Ανδριανούπολη.
Μέγα κτήμα στη περιφέρεια Εζοβάς των Σερρών αφιέρωσε στη μονή το 1614 ο «οσιώτατος εν ιερομονάχοις και πνευματικοίς κύρ Μάρκος». Το κτήμα αυτό, πού μνημονεύεται στα έγγραφα της εποχής ως μετόχι της Εζοβάς ή της Τζιτζούς (από το παρακείμενο χωριό) έμεινε στην ιδιοκτησία της μονής μέχρι τα τελευταία χρόνια.
Σε μια καταγραφή της κτηματικής περιουσίας των αγιορειτικών μονών το 1764 βλέπομε ότι η μονή Σταυρονικήτα κατείχε τότε τα εξής κτήματα μέσα στο Άγιον Όρος: 51,5 στρέμματα αμπελώνες, 7 στρέμματα λιβάδια, 8,5 στρέμματα κήπους, 4 στρέμματα δάση με λεπτοκαρυές, 1018 ρίζες ελιές, 1 μύλο. Τα κτήματα αυτά αποτελούσαν, φαίνεται, το ένα τρίτο περίπου της περιουσίας της μονής.
Αλλά η σημαντικώτερη κτηματική δωρεά προς τη μονή ήταν εκείνη του ηγεμόνα της Βλαχίας Αλεξάνδρου Γκίκα (1727-1740), ο οποίος προσάρτησε ως μετόχι της μονής Σταυρονικήτα την πλούσια μονή των Αγίων Αποστόλων στο Βουκουρέστι. Το προσοδοφόρο αυτό μετόχι, πού εδιοικείτο από ειδικό έξαρχο της μονής στο Βουκουρέστι, ανακούφισε τα οικονομικά της μονής επί ένα και πλέον αιώνα δηλ. μέχρι το 1863, όταν όλα τα αφιερωμένα σε ελληνικές μονές κτήματα των παραδουναβίων ηγεμονιών δημεύθηκαν από το νεοσύστατο τότε ρουμανικό κράτος.
Πρέπει πάντως να σημειωθή ότι παρά την αξιόλογη αυτή κτηματική περιουσία, η μονή Σταυρονικήτα παρέμεινε πάντοτε, σε σύγκριση με τις άλλες αγιορειτικές μονές, ένα από τα πιο φτωχά μοναστήρια του Αγίου Όρους.
Μετά τη λήξη της Επαναστάσεως και την αποχώρηση των Τούρκων (1830) το Άγιον Όρος μπαίνει σε νέα περίοδο ακμής χάρη στις πλούσιες προσόδους από τα κτήματα της Μολδοβλαχίας και στις εξαιρετικά αποδοτικές «ζητείες» πού παραγματοποιούν οι Αγιορείτες στις ορθόδοξες χώρες, ιδίως στη Ρωσία… Σημαντικό επίσης πλούτο έφερε από τη Βλαχία λίγα χρόνια αργότερα, ο αρχιμανδρίτης Αβέρκιος.
Την υλική αυτή ευημερία της μονής ανέκοψαν όχι μόνο η δήμευση του προσοδοφόρου μετοχίου της στη Βλαχία (1863), αλλά και οι αλλεπάλληλες πυρκαϊές πού έπληξαν τη μονή… Ιδιαίτερα συνέβαλε στην οικονομική ανόρθωση της μονής ο Βατοπεδηνός αρχιμανδρίτης και μετέπειτα προϊστάμενος της μονής Σταυρονικήτα Θεόφιλος ο Προυσαεύς.
Κινδύνευσε δε τότε η μονή να περιέλθη στους Ρώσους μοναχούς, οι οποίοι μέσω του αντιπροσώπου των Ναθαναήλ είχαν έλθει σε συμφωνία με Σταυρονικητιανούς επιτρόπους για να τους μεταβιβασθή η μονή έναντι δώδεκα χιλιάδων τουρκικών λιρών. Ο θάνατος όμως του Ναθαναήλ (1890) και οι δραστήριες ενέργειες του Θεοφίλου Προυσαέως απέτρεψαν τον κίνδυνο».

Αποσπάσματα από τον τόμο ΜΟΝΗ ΣΤΑΥΡΟΝΙΚΗΤΑ (ΙΣΤΟΡΙΑ- ΕΙΚΟΝΕΣ- ΧΡΥΣΟΚΕΝΤΗΜΑΤΑ) Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος , 1974.