Θεολογία και Ζωή

25 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ- ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ

25 Ιανουαρίου 2009

25 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ- ΑΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ

kara

Η αγιασμένη κάρα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Πολύτιμο κειμήλιο της Ι.Μ. Βατοπαιδίου.

Α. Προϋποθέσεις της αληθινής Θεολογίας

«Δεν είναι «δουλειά» του καθενός, ταλαίπωροι, να φιλοσοφεί περί Θεού! Δεν είναι του καθενός! Δεν είναι τόσο «φθηνό» το πράγμα· ούτε και (κάτι που μπορούν να το κάμουν) αυτοί που σύρονται κατά γής (οι εμπαθείς). Και θα προσθέσω. Ούτε πάντοτε! Ούτε σε όλους! Ούτε καθ’ όλα (είναι αυτό κατορθωτό), αλλά μερικές μόνο φορές! Και από μερικούς! Και σε ένα περιωρισμένο μέτρο.
Και όχι σε όλους μεν· διότι είναι κάτι που το κατορθώνουν μόνον οι … δεδοκιμασμένοι, εκείνοι που προσπέρασαν (τον συνηθισμένο τρόπο θρησκευτικής ζωής) και έφθασαν στην «θεωρία» (διαβεβηκότες εν θεωρία), και κυρίως, εκείνοι που και ως πρός την ψυχή και ως πρός το σώμα ή έχουν ήδη καθαρθεί ή τουλάχιστον καθαίρονται. Διότι ίσως δεν είναι και ακίνδυνο εις τον μη καθαρό να άπτεται του Καθαρού, όπως ακριβώς και εις το μη υγιές μάτι να κοιτάζει την ηλιακή ακτίνα.
Και πότε; Όταν έχομε αποδεσμευθεί από τη « λάσπη» και την ταραχή, που μας έρχονται απ’ έξω· και όταν το ηγεμονικόν μας δεν «συγχωνεύεται» σε ένα με εκείνα τα πονηρά που του εντυπώνονται δια να το πλανήσουν, που είναι κάτι το ανάλογο με το να ανακατεύει κανείς με «παλιογράμματα» γράμματα καλλιγραφικά ή με τον βόρβορο την ευωδία των μύρων! Και τας «ευθύτητας» της θεολογίας (τότε μόνο) θα μπορέσω να κρίνω, «όταν λάβω καιρόν» (Ψαλ. 74, 3).
Και σε ποιους; Σ’ εκείνους που ασχολούνται με το ζήτημα αυτό σοβαρά· και όχι σ’ εκείνους που σαν ένα από τα πολλά φλυαρούν και επ’ αυτού δια να διασκεδάζουν, μετά από τον ιππόδρομο και το θέατρο και τα τραγούδια και την γαστέρα και εκείνα που ευρίσκονται κάτω από τήν γαστέρα· ένα μέρος της διασκεδάσεως των είναι και αυτό: να ερεσχελούν ( να λένε ανοησίες) γύρω από το θέμα αυτό διατυπώνοντας «χαριτωμένους» συλλογισμούς αντιθετικούς!
Και για ποια θέματα πρέπει να φιλοσοφούμε και επί πόσο διάστημα; Για όσα μας είναι εφικτά (κατορθωτά)! Και τόσο, σε όσο ανταποκρίνεται η δυνατότητα του ακροατού να τα αφομοιώσει, για να μη συμβεί, όπως οι υπερβολικές φωνές ή τροφές βλάπτουν την ακοή ή τα σώματα- και αν σου αρέσει το παράδειγμα, τα ανώτερα από την αντοχή τους φορτία εκείνους που τα βαστάζουν ή οι πιο δυνατές βροχές (βλάφτουν) τη γη- έτσι και αυτοί συνθλίβουν κάτω από το βάρος των, -ας το χαρακτηρίσω έτσι- «στερεών» συλλογισμών τους και καταπονημένοι από αυτούς κινδυνεύσουν να χάσουν ακόμη και τη δύναμη που είχαν προηγουμένως.

Β. Άλλο μνήμη Θεού, άλλο θεολογικός στοχασμός…

Δεν λέγω καθόλου ότι δεν πρέπει να θυμόμαστε πάντοτε τον Θεόν!…Η γνώμη μου είναι, ότι πρέπει περισσότερο να μνημονεύομεν (να σκεπτόμαστε συνειδητά) του Θεού, παρά να αναπνέομε (μνημονευτέον του Θεού μάλλον ή αναπνευστέον). Και, αν αυτό είναι δυνατόν το πώ, να μή κάνομε τίποτε άλλο, παρά μόνο αυτό! Είμαι και εγώ από εκείνους που επαινούν το λόγιον, που μας προτρέπει να μελετούμε «ημέρας και νυκτός» και να διηγούμαστε «εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας» και να δοξολογούμε τον Κύριον «εν παντί καιρώ» και αν πρέπει να πώ και το λόγιον του Μωυσή: και όταν ξαπλώνουμε και όταν σηκωνόμαστε και όταν ταξιδεύουμε και όταν κάνομε ότιδήποτε άλλο! Και με τη «μνήμη» Του να παίρνουμε το σχήμα της καθαρότητος.

Γ. Πιο απερινόητος παρά ανέκφραστος!

Πρέπει συνεπώς να αρχίσω πάλιν ως εξής: « Θεόν νοήσαι μεν χαλεπόν· φράσαι δε αδύνατον», καθώς εφιλοσόφησεν ένας από τους ειδωλαλάτρες «θεολόγους», – πολύ έξυπνα κατά την γνώμη μου-, για να φανεί και ότι κατάλαβε πόσο δύσκολο είναι να Τον εκφράσει κανείς, αλλά και να αποφύγει κάθε τυχόν προσπάθεια άλλων, να διαπιστώσουν αν λέγει την αλήθεια τονίζοντας το ανέκφραστον!
Εγώ αντιθέτως λέγω· «φράσαι με αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατότερον»! Διότι κάθε τι που «νοείται», ίσως θα κατορθώσει ο λόγος να το φανερώσει, και αν όχι σε ικανοποιητικό βαθμό, τουλάχιστον αμυδρά, σε κάθε άνθρωπο, που δεν έχει εντελώς κατεστραμμένα τα αυτιά και δεν είναι νωθρός στη σκέψη. Το να περιλάβει όμως ο άνθρωπος στη διάνοια του ένα πράγμα τόσο μεγάλο, ασφαλώς είναι αδύνατον, δηλ. εντελώς ακατόρθωτο, όχι μόνο για τους εντελώς αποχαζωμένους και προσκολλημένους στα κάτω, αλλά ακόμη και γιά τους πολύ υψιπετείς και φιλόθεους! Εξ ίσου αδύνατον για κάθε γεννητήν φύση, για όσους εμποδίζει αυτός ο «ζόφος», δηλ. το «παχύ» αυτό σαρκίον, από το να κατανοήσουν την Αλήθεια. Και δεν γνωρίζω, μήπως ( είναι ακατόρθωτο) ακόμη και για τις ανώτερες νοερές φύσεις, οι οποίες, επειδή βρίσκονται κοντά στον Θεό, και καταφωτίζονται από όλο το Φως Του, ασφαλώς τότε θα εξυψώνονταν. Και, αν όχι ολοκληρωτικά, τουλάχιστον σε βαθμό πιο ουσιαστικό και κατά τρόπο πιο οφθαλμοφανή από εμάς. Και η κάθε μία από αυτές περισσότερο ή λιγότερο από την άλλη, ανάλογα με το τάγμα στο οποίο η κάθε μία ανήκει.

Δ. Ακατανόητη η Ουσία του Θεού.

Διά τα «καθ’ ημάς», όχι μόνο η ειρήνη του Θεού υπερέχει πάντα νουν και κάθε κατανόηση, αλλά και όλα εκείνα που «απόκεινται» για τους δικαίους, σύμφωνα με τις επαγγελίες, και τα οποία ούτε οφθαλμός είναι δυνατόν να δεί, ούτε αυτί να ακούσει, ούτε διάνοια να θεωρήσει, έστω και κατ’ ελάχιστον! Άλλωστε ακόμη και της κτίσεως η ακριβής κατανόηση μας διαφεύγει! …Πάντως, πολύ περισσότερον από αυτά (μας διαφεύγει) η Ουσία, που είναι πάνω από αυτά και από την οποίαν αυτά προέρχονται, η Ουσία που είναι ακατάληπτος και απερίληπτος, όχι μόνον ως πρός το ότι υπάρχει, αλλά και ως πρός το τι είναι!

( ΑΠΑΝΤΑ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ, ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ, τ. 1. Εκδ. «ΩΦΕΛΙΜΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ», Αθήναι 1976. Αποσπάσματα από τον 1ο και 2ο Θεολογικούς Λόγους).