Άγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΓέρ. Ιωσήφ ΒατοπαιδινόςΟρθόδοξη πίστη

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ (10)-ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

4 Απριλίου 2009

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΙΩΣΗΦ (10)-ΑΣΚΗΣΗ, Η ΜΗΤΕΡΑ ΤΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ

ΠΡΑΞΗ ΚΑΙ ΘΕΩΡΙΑ

iosifvatopaidinosΛόγοι ωφέλιμοι από την εμπειρία των Πατέρων

Όταν τηρούμε τις εντολές του Χριστού, δεν προσφέρουμε τίποτε σ΄ εκείνον, γιατί δεν έχει από τίποτε ανάγκη και είναι δωρεοδότης όλων των αγαθών. Τους εαυτούς μας ευεργετούμε με το να προξενούμε σ΄ εμάς την αιώνια ζωή και την απόλαυση των ανέκφραστων αγαθών. Αποδεικνύουμε με την τήρηση των εντολών τη θεοειδή καταγωγή μας και την ευγένειά μας, επειδή δεν δεχόμαστε την κατάπτυστη διαστροφή της κτηνωδίας η της πλάνης.

Αγαθοεργία είναι η τήρηση των εντολών. Στην ουσία όμως δεν είναι σκοπός τα καλά έργα αλλά η πίστη μας προς το Χριστό· αυτή αξιολογείται. Καλά έργα πάντοτε υπήρχαν και θα υπάρχουν. Αυτά όμως δεν σώζουν τον άνθρωπο. Μόνο η πίστη στο Χριστό σώζει, η οποία εκφράζεται με τα έργα, τα οποία γίνονται ως τήρηση των εντολών. Ούτε λοιπόν πίστη άεργη, ούτε έργα άπιστα ωφελούν.

Η πίστη και υποταγή στο Χριστό από τους ανθρώπους, τους απογόνους της πτώσης και της φθοράς, δεν είναι θέμα προτίμησης και εκλογής αλλά καθήκον επιβεβλημένο. Όποιος μας αντιτάσσεται στο να κατορθώσουμε τις εντολές του Θεού, με κάθε αιτία και αφορμή, είτε πατέρας είναι, είτε μητέρα, είτε οποιοσδήποτε από τους συγγενείς, αποβάλλεται· κατά την εντολή του Χριστου μας «ο φιλών πατέρα ή μητέρα υπέρ εμέ ουκ έστι μου άξιος» (Ματθ. ι’ 37).

Ο Κύριός μας ορίζει σαφέστατα: «Ος αν θέλη την ψυχήν αυτού σώσαι, απολέση αυτήν ος δ’ αν απολέση την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν» (Ματθ. ιστ’ 25). Η απώλεια της ψυχής είναι αλληγορία. Μεταπτωτικά παραμορφωθήκαμε και πέσαμε στο «παρά φύσιν». «Πεπραμένοι υπό την αμαρτίαν», κατά τον Παύλο, με «εγκειμένην διάνοιαν επί τα πονηρά», αποκτήσαμε εμπαθή και διαφθαρμένη συνήθεια. Αυτήν εννοεί ο Κύριος ότι πρέπει να απολέσουμε για την εντολή του. Τότε, με τη Χάρη του θα «εύρωμεν την ψυχήν» «μεταμορφωθέντες κατ’ εικόνα του πλάσαντος και αναπλάσαντος ημάς εις ζωήν αιώνιον». Χρειάζεται όμως προσοχή. Εάν κάποιος μετά την καλή αρχή του ενάρετου βίου και την πνευματική προαγωγή ραθυμήσει, βλάπτεται. Εάν υποχωρήσει, αναστρεφόμενος ανάμεσα στα εμπαθή αίτια, δεν είναι δύσκολο πολύ γρήγορα, λόγω της συνήθειας που επιστρέφει, «τα έσχατα να γίνουν χείρονα των πρώτων» (Ματθ. ιβ’ 45). Τόση είναι η δύναμη της αμαρτίας όταν επανέρχεται όπως, χαρακτηριστικά το λόγιο αναφέρει, το « πυρ κατά καλάμης, λίθος κατά πρανούς, χαράδρα τας διεξόδους ευρύνουσα».

Η ψυχή όσο βρίσκεται στο «παρά φύσιν», εξαγριωμένη και γεμάτη από τα αγκάθια των ηδονών, είναι κατοικητήριο πονηρών θηρίων, δαιμόνων και παθών. Μπορεί όμως, εάν θελήσει, όσο ζει στον κόσμο αυτόν, με τη θεία Χάρη, να ανανεύσει, να αφυπνισθεί και να έξημερωθεί με την επιμέλεια της κατά Θεό ζωής. Τότε, ω τότε! «Τις Θεός μέγας ως ο Θεός ημών»; Μεγάλη η χαρά στους ουρανούς για την επιστροφή της. Τα πονηρά θηρία και τα πάθη θα εκδιωχθούν, άγγελοι εξ ουρανού θα συμπαρίστανται και η Χάρη του Παναγίου Πνεύματος θα ενοικήσει στην ψυχή. Κανείς τότε δεν θα μπορεί να αφαιρέσει τη χαρά και την ευφροσύνη της και κανείς δεν θα την εμποδίσει να καρποφορήσει πολλαπλάσια τη δωρεά τον Χριστού.

Οι Πατέρες μας, ονομάζουν την προσευχή όπλο πνευματικό και απαραίτητο και δεν είναι δυνατό χωρίς αυτό να βγει κανείς στον αόρατο πόλεμο. Καθαρή προσευχή δεν μπορεί να αποκτήσει κανείς, αν δεν επιμένει καρτερικά κοντά στο Θεό με ειλικρινή και άκακη καρδιά. Γιατί αυτός, ο γλυκύς μας σωτήρας Ιησούς, είναι «ο διδούς ευχήν τοις ευχομένοις και διδάσκων ανθρώπους γνώσιν » (Ψαλμ. 1γ’, 1θ).

Όταν βρισκόμαστε στο στάδιο του αόρατου πολέμου, δεχόμαστε αναρίθμητες προσβολές ποικίλων προλήψεων και παθών. Η διάκριση όμως, μας κάνει σαφείς τις διαφορές ώστε να γνωρίζουμε το καθήκον. Όλα τα πάθη παρενοχλούν ως προσβολή, ως κρούση, ως υπόμνηση και ζητούν την επιστροφή μας στην αισχρότατη δουλεία τους. Αυτό δεν οφείλεται σ’ εμάς. Δεν εξαρτάται από μας να εμποδίσουμε την προσβολή, την κρούση, την υπόμνηση και ούτε μας δημιουργεί κάποια ενοχή. Μπορούμε όμως, εάν θέλουμε, με τη βοήθεια και τη συμμαχία της θείας Χάρης να αντιστεκόμαστε και να μη κάνουμε συνδυασμό μ’ αυτά. Την αντίστασή μας φανερώνει το «επικάλεσαί με εν ημέρα θλίψεως σου και εξελούμαι σε» (Ψαλμ. μθ’, 15) και πάλιν «εάν πνεύμα του εξουσιάζοντος αναβή επί σε τόπον σου μη αφής» (‘Εκ κλ. ι’, 4).

Τρία είναι τα γενικώτερα πάθη, μέσω των οποίων γεννιούνται όλα τα άλλα: Η φιληδονία, η φιλαργυρία και η φιλοδοξία. Σ αυτά ακολουθούν άλλα πέντε πονηρά πνεύματα. Εκείνος λοιπόν που νίκησε τους τρεις αρχηγούς και ηγεμόνες, φονεύει μαζί και τους άλλους πέντε και υποτάσσει όλα τα πάθη.

Μας απευθύνεται συνήθως το ερώτημα: Γιατί, χωρίς τη θέλησή μας, μας ταλαιπωρούν και καταπιέζουν πονηρές μνήμες και ειδικώτερα κατά την ώρα της προσευχής; Όλες αυτές οι εικόνες, που εμφανίζονται είναι αποτυπωμένες αναμνήσεις των προηγούμενών μας πράξεων, οι οποίες δημιούργησαν την ενοχή μας και χρειάζεται γι’ αυτές μετάνοια.

Όταν τα απρεπή αυτά νοήματα παύσουν να υπάρχουν, με τη Χάρη του Χριστού, τότε έχουμε πραγματική μετάνοια και προκοπή, οπότε υπάρχει και πραγματική άφεση.

Όσα από τα πάθη είναι σωματικά καταβάλλονται με σωματική άσκηση και κακοπάθεια. όσα είναι ψυχικά, καταργούνται με ταπεινοφροσύνη, πραότητα και αγάπη.

Την εμπαθή επιθυμία μαραίνει η εγκράτεια ενωμένη με την ταπεινοφροσύνη· την αγριότητα του θυμού καταπραύνει η αγάπη και η συμπάθεια· το λογισμό που περιπλανιέται εδώ και εκεί, τον συγκεντρώνει η επίμονη προσευχή με ενθύμηση του Θεού και έτσι καθαρίζεται το τριμερές της ψυχής. Αυτό υπονοεί ο Απόστολος όταν λέγει: «Ειρήνην διώκετε μετά πάντων και τον αγιασμόν, ου χωρίς ουδείς όψεται τον Κύριον» (`Εβρ. ιβ’ 14).

Εκείνους που ζουν μέσα στον κόσμο και είναι κοντά στα αίτια και τις ύλες των παθών, οι δαίμονες τους πολεμούν και παλεύουν να τους ρίξουν στην αμαρτία που γίνεται με την πράξη. Όσους βρίσκονται μακρυά από τις ύλες και τα αίτια, τους ενοχλούν με τους λογισμούς και τις μνήμες. Και είναι πολύ φοβερώτερος ο δεύτερος πόλεμος από τον πρώτο. Γιατί ο πόλεμος με τα πράγματα έχει ανάγκη από χρόνο και τόπο και ευκαιρίες. Ενώ ο πόλεμος του νου είναι άμεσος και ταχύς, πιο ελεύθερος και δύσκολα μπορεί να αντιμετωπιστεί. Σ αυτήν την ασώματη μάχη, μας έχει δοθεί ως όπλο η καθαρή και επίμονη προσευχή, γι’ αυτό και έχει νομοθετηθεί να γίνεται αδιάλειπτα.

Κάθε συγκατάθεση εμπαθούς λογισμού προς μια απαγορευμένη επιθυμία, δηλαδή υποχώρηση ηδονική, θεωρείται ενοχή στον αγωνιζόμενο. Προηγείται πάντοτε ο λογισμός με το παθητικό μέρος να σκοτίζει το νου, μετά λυγίζει, κλίνει η ψυχή προς την ηδονή, γιατί δεν μπορεί να αντισταθεί στην πάλη. Αυτό λέγεται συγκατάθεση. Όταν η κατάσταση αυτή πολυκαιρίσει κινεί το πάθος. Και ύστερα έρχεται σιγά-σιγά η διάπραξη της αμαρτίας.

Η πίστη είναι ένα αγαθό της εσωτερικής διάθεσης της ψυχής. Αυτή γεννά μέσα μας το θείο φόβο. Ο θείος φόβος διδάσκει την τήρηση των εντολών, η οποία λέγεται πρακτική. Η απρόσκοπτη εφαρμογή της πρακτικής, με τη Χάρη του Χριστού, οδηγεί προς την απάθεια και ελευθερία. Γέννημα της απάθειας είναι η αγάπη, η οποία είναι εκπλήρωση των εντολών.

Ο τελειότερος τρόπος της φυσικής λειτουργίας των δυνάμεων της ψυχής είναι ο εξής: Το λογικό μέρος της ψυχής ασχολείται επίμονα και σταθερά με τη θεωρία των αρετών· το επιθυμητικό στρέφεται με ένταση προς τη θεωρία αυτή και το δοτήρα της Χριστό και το θυμικό οπλίζεται κατά των δαιμόνων.

Το ολέθριο πάθος της μνησικακίας οι Πατέρες μας διατάσσουν να το αποστρεφόμαστε με κάθε τρόπο. Αυτό και μόνο μεταστρέφει την ψυχή στο διαβολικό ήθος και είδος και απομακρύνει εντελώς την παρουσία και ενέργεια της Χάρης και επισύρει όχι το έλεος αλλά τη δίκαιη οργή και αγανάκτηση του Θεού, ο οποίος είναι και ονομάζεται αγάπη. Μάλλον να προσεύχεσαι θερμά για χάρη εκείνου που σε λύπησε και να τον ευεργετείς σε ό,τι μπορείς, για να σώσεις την ψυχή σου από το θάνατο και για να μην είσαι χωρίς παρρησία στην προσευχή σου.

Σε ταπεινές ψυχές αναπαύεται ο Κύριος, στις υπερήφανες αναπαύονται όλα τα πάθη της ατιμίας. Τίποτε άλλο δεν δυναμώνει αυτά τα πάθη όσο οι υπερήφανοι λογισμοί και τίποτε άλλο δεν τα ξεριζώνει όσο η μακάρια ταπείνωση. Γι’ αυτό δίκαια ονομάζεται παθοκτόνος.

Εκείνος που πρόθυμα φροντίζει για τη σωφροσύνη με στόχο την μακαριώτατη αγνότητα, την οποία μπορούμε να ονομάσουμε και απάθεια, δεν πρέπει να λυπάται το σώμα καθόλου. Στο φρόνημα και το λογισμό να έχει πάντοτε ταπείνωση. Πολύ βοηθά και η συνεχής επίκληση του ονόματος του Κυρίου.

Τα εργαλεία, που συντελούν για την απόκτηση των αρετών είναι οι σωματικοί κόποι με γνώση. όπως και τα γεννήματα των παθών τα δημιουργεί η ραθυμία. Η προσοχή και αποχή από την κατάκριση είναι ισχυρή ασφάλεια στους αγωνιζόμενους. Η φυλακή της γλώσσας φανερώνει τον πρακτικό αγωνιστή. Η συμπάθεια γενικά και η κατά δύναμη ελεημοσύνη οδηγεί προς την αγάπη και η αγάπη, όπως πάντοτε, είναι η θύρα της αγνότητας.

Ο άσκοπος περισπασμός είναι η ρίζα των παθών και η σκληροκαρδία γεννά την οργή.

Το πένθος, που η αυτομεμψία προκαλεί, ξεριζώνει όλες τις κακίες χωρίς ταραχή και το να μη ελέγχουμε τον πλησίον φέρνει την ταπεινοφροσύνη.

Προσοχή στους επαίνους των ανθρώπων γιατί γεννάται η υπερηφάνεια ανεπαίσθητα, χωρίς να το καταλάβουμε.

Η μνήμη τού Θεού και ειδικά των θείων κριμάτων προκαλεί το θείο φόβο στην ψυχή· όποιος καταπατεί τη συνείδηση, σκορπίζει ο,τιδήποτε καλό άπέκτησε με κόπο.

Μέγα όπλο κατά της αμέλειας είναι η προς το Θεό αγάπη και η προς αυτήν επίδοση, είναι η εν γνώσει σιωπή.

Η προς τον πλησίον υπακοή, εάν έχει το ίδιο φρόνημα και ζει μαζί μας, είναι σημείο ότι ο νους απέκτησε αίσθηση των αρετών· ενώ η ιδιορρυθμία είναι δείγμα της αγνωσίας.

Ολεθριώτατο πάθος κατά των αγωνιζομένων είναι η κενοδοξία, εάν γίνεται παραδεκτή, όπως κεφάλαιο των αρετών είναι η ταπεινοφροσύνη. Κεφάλαιο των παθών και της κακίας είναι η γαστριμαργία.

Εκείνος που έμαθε να προσπίπτει συνεχώς μπροστά στο Θεό μαζί με άλλα αγαθά που κερδίζει είναι και να υπομένει τα σκώμματα και τις ύβρεις χωρίς ταραχή· τα δάκρυα αυτής της εργασίας δεν επιδέχονται εχθρική επιβουλή.

Σε εκείνον που με αγαθή πρόθεση αγάπησε τον κόπο της περιεκτικής φιλοπονίας γεννάται μίσος προς τα πάθη. Η οκνηρία όμως πάλι τα επαναφέρει χωρίς κόπο.

«Δια πίστεως περιπατούμεν, ου δια είδους» (Β’ Κορ. ε’ 7). Η ενδιάθετη και ορθή πίστη γεννά το φόβο του Θεού. Ο φόβος του Θεού παρακινεί στην ακριβή τήρηση των θείων εντολών. Η εφαρμογή των θείων εντολών ολοκληρώνει τη λεγόμενη «πρακτική», που είναι η αρχή και βάση της «θεωρίας». Της θεωρίας καρπός και τέρμα είναι η αγάπη. Κι’ αν ο Θεός μας είναι η αγάπη, «ο μένων εν τη αγάπη εν τω Θεώ μένει και ο Θεός εν αυτώ» (Α Ι ω. δ’ 16).

Η περιέργεια και η διάχυση των άσκοπων μετακινήσεων είναι επιζήμια γιατί σκορπίζει τη θέρμη της Χάρης και μαραίνει τον αγνό πόθο. Δίκαια λέγει η Γραφή «ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον» (Σοφ. Σολ. δ’ 12).
Συνεχίζεται…