Άγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΟρθόδοξη πίστη

ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΣ (3)

17 Ιουνίου 2009

ΑΓΙΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΓΙΑΣΜΟΣ (3)

Ο Χριστός με αγίους. Ψηφιδωτό στην κόγχη του αγίου βήματος της βασιλικής του Αγίου Μάρκου στην Ρώμη (9ος αιώνας).

Ο Χριστός με αγίους. Ψηφιδωτό στην κόγχη του αγίου βήματος της βασιλικής του Αγίου Μάρκου στην Ρώμη (9ος αιώνας).

Συνέχεια από (2)

Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου

Πολλοί προσκυνητές του Αγίου Ορους συχνά αναζητούν μεγάλους αγίους. Μας γράφουν, μας τηλεφωνούν, αναζητώντας χαρισματούχους, που θα τους απαλλάξουν σύντομα από τα μεγάλα τους προβλήματα. Υπάρχει μία αίσθηση ότι όλα μπορούν να λυθούν αμέσως, δίχως κανένα δικό τους μόχθο. Υπάρχει μία μαγική αντίληψη για την αγιότητα. Οι άνθρωποι της ευδαιμονίας, της κοσμικότητος και της υπερκαταναλώσεως θέλουν γρήγορες κι εύκολες λύσεις. Να μη καθυστερήσουν στην προσευχή, να μην αγωνισθούν διόλου, να μη ταπεινωθούν καθόλου. Ενας Γέροντας θαυματουργός, χαρισματούχος, προορατικός είναι ό,τι το καλύτερο για την περίπτωση τους. Τους αγίους και τον Χριστό δηλαδή τους θέλουμε και τους έχουμε για ώρα ανάγκης, για να περνάμε μόνο καλά. Αυτή ακριβώς είναι η θρησκειοποίηση της Ορθοδοξίας. Αν δεν το πετύχουμε τρέχουμε και στους μάγους και στα μέντιουμ, οπουδήποτε, αρκεί ν’ απελευθερωθούμε από το πρόβλημα μας τάχιστα.

Αν λοιπόν δεν πετύχουμε το σκοπό μας, φθάνουμε να λέμε: Πάει και το Άγιον Ορος, δεν έχει πια αγίους, δεν είναι σήμερα άγιο. Άντιλαμβάνεσθε το μέγεθος του προβλήματος. Μα η αγιότητα όπως είπαμε δεν είναι με τους δυνατούς προβολείς, με μεγάφωνα, φωνές, κρότο, κράχτες και προβολή. Θάλλει πάντοτε στη μυστικότητα. Την αγιότητα μπορείς να συναντήσεις κι εκεί που δεν το περιμένεις. Η αγιότητα δεν μονοπωλείται γεωγραφικά. Ο άγιος μπορεί να ᾽ναι και στο μοναστήρι και στη σκήτη και στο κελλί και στο χωριό και στην πόλη. Τον καλύπτει η χάρη του Θεού, τον πλουτίζει η ταπείνωση, τον χαροποιεί η αδοξία, τον χαρακτηρίζει η αυτομεμψία, η αυτοκατάκριση και ο συνεχής αυστηρός αυτοέλεγχος.

Τα παραπάνω δεν σημαίνουν ασφαλώς να μην αναζητάμε τους αγίους. Οι άγιοι είναι απαραίτητοι στη ζωή μας. Οι άγιοι συντηρούν τον κόσμο. Ο κόσμος υπάρχει γιατί οι προσευχές των αγίων επιμηκύνουν το έλεος του Πανάγαθου Θεού. Είναι καλό λοιπόν να συναντάμε άγιους κι έχουμε πολλά να ωφεληθούμε. Ομως θα ωφεληθούμε πραγματικά αν τους πλησιάζουμε καθώς πρέπει.

Έχουμε ξαναπεί πως η συνεχής αναζήτηση σοφών, ενάρετων, έμπειρων, σπουδαίων και μεγάλων Γερόντων μπορεί ν’ αποτελέσει πρόβλημα και νόσημα. Να περιάγεις την οικουμένη να βρεις ένα Γέροντα κατά τη γνώμη σου άγιο, που θα τον αποδεχθείς, μόνο αν θα συμφωνεί με τη γνώμη σου. Αυτό λέγεται πνευματικός ή θρησκευτικός τουρισμός. Ακούμε τους Γέροντες και παίρνουμε μόνο ο,τι μας συμφέρει και βολεύει. Τους ακούμε και δεν κάνουμε τίποτε και μένουμε στα δικά μας. Το φαινόμενο είναι γνωστό, επιπόλαιο, σύνηθες, ανιαρό και άχαρο.

Η επίμονη αναζήτηση τέτοιων Γερόντων δημιουργεί ένα άλλο μεγάλο και σοβαρό πρόβλημα. Να δημιουργήσουν τους εαυτούς τους Γέροντες κάποιοι ανώριμοι, φιλόδοξοι, άπειροι, άγευστοι τελείως βασικών πνευματικών καταστάσεων, ικανοποιώντας έτσι επιθυμίες, πάθη και φαντασίες. Το φαινόμενο είναι αξιοπρόσεκτο και αξιοδάκρυτο. Νέοι, που δεν έκαναν ποτέ υπακοή, να ζητούν απόλυτη υπακοή από τα πνευματοπαίδια τους. Οι ίδιοι να ζουν μία ρηχή πνευματική ζωή και να επιβάλουν κανόνες αδύνατους γι’ αρχάριους. Να είναι υπεράγαν αυστηροί στους άλλους και ιδιαίτερα επιεικείς στους εαυτούς τους. Να θέλουν να κάνουν τις ενορίες μοναστήρια και να υποχρεώνουν τους ακολούθους τους σ’ ένα βαρύ τυπικό, μόνο και μόνο για να θαυμάζονται ως παραδοσιακοί και αυστηροί. Να δημιουργούν φανατικούς, δεσμευμένους, ανελεύθερους οπαδούς. Να ταλαιπωρούν τελικά ψυχές και να τις καθυστερούν από την πραγματική πνευματική τους ανάβαση, καθυστερώντας στην ενασχόληση περιττών και κουραστικών λεπτομερειών.

Αντίθετα η παρουσία ενός σώφρονος και πραγματικά ενάρετου Γέροντος αποτελεί πηγή ευλογίας και αγιασμού. Απελευθερώνει, ισορροπεί, διακρίνει, οριοθετεί, στοχοθετεί, κατευθύνει, παραμυθεί, λυτρώνει. Είναι τυχερός όποιος βρήκε ένα τέτοιο Γέροντα. Αξίζει κανείς να κοπιάσει και να ψάξει να τον βρει. Βέβαια στην αναζήτηση αυτή μη εύκολα απογοητευθεί και παραιτηθεί εντελώς. Μερικές φορές κι ένας απλός και ταπεινός παπάς, δίχως μεγάλο όνομα, μπορεί να συνδράμει σημαντικά μία ψυχή που αναζητά γνήσια συνδρομή και βοήθεια.

Η αναζήτηση θέλει μελέτη, προσευχή και ικανή συμβουλή. Απαίδευτος ο αναζητητής μπορεί να πέσει σε προβατόσχημο λύκο που να εκμεταλλευθεί τον ιερό του πόθο, δένοντας τον πιο πολύ με το πρόσωπο του κι όχι με τον Χριστό, την Εκκλησία και τους αγίους. Η νοσηρή προσωποπαγής αυτή σχέση δεν μπορεί να έχει κατά Θεόν πρόοδο και πνευματική προκοπή. Ο υποτιθέμενος άγιος Γέροντας να καταπιέζει και καταδυναστεύει τη ψυχή του προσερχομένου, που νομίζει πως η υπακοή είναι άβουλη, ανεύθυνη, απροϋπόθετη και ανόητη. Να νομίζει τότε ότι προχωρεί ενώ υποχωρεί και βουλιάζει. Χρειάζεται πράγματι μεγάλη προσοχή. Μη φοβόμαστε να τ’ ακούμε όλα αυτά, γιατί δυστυχώς συμβαίνουν κι έχουμε πικρά γεγονότα που τα επιβεβαιώνουν.

Η υπακοή που κάνει ο κεκαρμένος από τον Γέροντα του μοναχός και υπόσχεται κατά την κουρά του να την τηρήσει ισόβια δεν είναι η αυτή με του εξομολογούμενου στον κόσμο. Στο σημείο αυτό γίνεται μεγάλη παρεξήγηση. Ακόμη και αν η νουθεσία, η συμβουλή και η γνώμη του εξομολόγου είναι κατά πάντα ορθή δεν μπορεί να έχει ένα ασφυκτικά δεσμευτικό χαρακτήρα. Πολύ περισσότερο φυσικά, όταν αυτό που επίμονα ζητά δεν είναι και τόσο ορθό. Ταπεινά φρονούμε πως και στις δυο περιπτώσεις χρειάζεται καλοκάγαθη προτροπή, να εμπνευσθεί η υπακοή, να υπάρχει γνώση των ορίων και των δυνατοτήτων του άλλου και σε καμιά περίπτωση να μη τίθενται δυσβάστακτα φορτία στους ασθενείς ώμους των ανθρώπων που μας εμπιστεύονται. Υπακοή δεν σημαίνει υποταγή, καταδυνάστευση και υποδούλωση του άλλου.

Έτσι ο «άγιος» πνευματικός δεν αγιάζει αλλά μπερδεύει, συσκοτίζει, καθυστερεί, νομίζοντας πως ο,τι διαβάζουμε στα βιβλία μπορούμε αμέσως να τα επιβάλουμε στους άλλους. Η κατάσταση καταντά να έχει μία ψυχολογική ερμηνεία. Ο,τι δεν κάνουμε εμείς οι ίδιοι στους εαυτούς μας να το απαιτούμε σκληρά από τους άλλους, τους θεωρούμενους αποκλειστικούς υποτακτικούς μας, οι οποίοι συχνά μιμούνται και τους Γεροντάδες τους ακόμη και στο βάδισμα και τις κινήσεις και τους τρόπους και τις εκφράσεις. Ο μιμητισμός αυτός, που μπορεί μερικές φορές να ’ναι φυσιολογικός, δεν βοηθά στην όδό του αγιασμού. Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως η υιοθέτηση και πρόσληψη ξένων και ξερών τύπων δεν βοηθά στην ανοδική πορεία.

Συνεχίζεται….
pdf-logo