Ιερά Μεγίστη Μονή ΒατοπαιδίουΠροσκυνήματα-Οδοιπορικά-Τουρισμός

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙΟ ΙΕΡΑΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ (4)

19 Ιουνίου 2009

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΑΡΙΟ ΙΕΡΑΣ ΜΕΓΙΣΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ (4)

Αγγλικά-English

Γερμανικά-German-Deutch

Γαλλικά-French-Français

Συνέχεια από (3)

dehsh

Δέησις. Βυζαντινό ψηφιδωτό στον εσωνάρθηκα του καθολικού της Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου (τέλη 11ου - αρχές 12ου αιώνα).

Η ΜΟΝΗ

Η μονή Βατοπαιδίου θεωρείται το μεγαλύτερο σε έκταση και όγκο κτιριακό συγκρότημα του Αγίου Όρους. Για το λόγο αυτόν από τα πρώτα κιόλας χρόνια της ίδρυσης της επιγράφεται «Μεγίστη Μονή του Βατοπαιδίου». Σε έγγραφα του 11ου αιώνα συναντάται με την ονομασία «Λαύρα του Βατοπαιδίου» και σε άλλα του 14ου αιώνα ως «Μεγάλη Μονή του Βατοπαιδίου».

ΕΞΩΤΕΡΙΚΗ ΑΠΟΨΗ – ΕΙΣΟΔΟΣ – ΑΥΛΗ

Εξωτερικά η μονή εμφανίζει πολυγωνικό σχήμα, και ο περίβολός της, καθαρά φρουριακού χαρακτήρα, φέρει, κατά διαστήματα, επάλξεις και τρεις αμυντικούς πύργους. Στις σημερινές κτιριακές εγκαταστάσεις αντιπροσωπεύονται όλες οι εποχές από την ίδρυση της μονής ως τις ημέρες μας. Αυτό οφείλεται στις πολλές ανακαινίσεις που έγιναν είτε για την αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνταν κάθε φορά από ποικίλες αίτιες, όπως οι συχνές πειρατικές επιδρομές και καταστρεπτικές πυρκαγιές, είτε για τη διεύρυνσή της, με σκοπό την κάλυψη των νέων αναγκών που δημιουργούσε ο μεγάλος συνήθως αριθμός των βατοπαιδινών μοναχών.

Από τις εξωτερικές πλευρές, η βορεινή, παράλληλη προς τη θάλασσα, κτίσθηκε το 1654 και εκτείνεται σε μήκος 200 μέτρων περίπου. Σ’ αυτή στεγάζεται το ηγουμενείο, το συνοδικό, η γραμματεία, η παλαιά βιβλιοθήκη, κελλιά μοναχών και το σημερινό αρχονταρίκι, που κτίσθηκε το 1782 στη θέση ενός από τους εννέα πύργους που υπήρχαν αρχικά. Στο κεντρικό της τμήμα, που κάηκε και επανακτίσθηκε πρόσφατα, στεγάζονται η νέα βιβλιοθήκη και το εικονοφυλάκιο. Η νοτιοανατολική πλευρά ανοικοδομήθηκε το 1818 και, έκτος από κελλιά μοναχών και διάφορα άλλα κτίρια, περιλαμβάνει το νοσοκομείο και το γηροκομείο που ιδρύθηκαν το 1856 σε διώροφο οικοδόμημα πίσω από το ιερό του καθολικού. Τον περίγυρο κλείνει η δυτική πλευρά, που κτίσθηκε το 1864.

Στο κάτω άκρο της τελευταίας πλευράς ανοίγεται η μεγάλη είσοδος της μονής. Σ΄ αυτή φθάνει κανείς αφού ανέβει πολλές σειρές από ημικυκλικά σκαλοπάτια στο ανηφορικό έδαφος. Είναι διπλή είσοδος, και κλείνει κάθε βράδυ με δύο δίφυλλες πολύ βαριές ξύλινες πόρτες, που φέρουν παχιά μεταλλική επένδυση. Πάνω από την πρώτη, σ’ ένα υαλόφρακτο τύμπανο, βρίσκεται ή εικόνα της Παναγίας Πυροβοληθείσας και πλάι της μία επιγραφή με το έτος της τοιχογράφησης του εσωτερικού του θολωτού προστώου (1858).

Περνώντας την είσοδο ο επισκέπτης συναντά την ευρύχωρη πλακόστρωτη αυλή στην όποια είναι διεσπαρμένα διάφορα κτίρια. Διακρίνονται η τράπεζα, το «δοχείο» μπροστά και το καθολικό στο βάθος. Στο καθολικό ενσωματώνονται ο πύργος του ρολογιού και η φιάλη, ενώ κοντά σ’ αυτό υψώνεται ο άλλος πύργος του κωδωνοστασίου. Στη συνέχεια, προς τα νότια και δυτικά της αυλής, βρίσκονται το νέο αρτοποιείο, η τετραμερής κρήνη, τα παρεκκλήσια των Αγίων Αναργύρων και της Αγίας Ζώνης και το παλαιό αρτοποιείο.

ΤΟ ΚΑΘΟΛΙΚΟ

Μεγαλόπρεπο κτίσμα της μονής Βατοπαιδίου είναι το καθολικό, που τιμάται στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου (25 Μαρτίου) και διατηρείται σχεδόν άθικτο επί 10 αιώνες. Από άποψη αρχιτεκτονικής ακολουθεί τον τύπο του καθολικού της μονής Μεγίστης Λαύρας, με ελαφρές τροποποιήσεις, και περιλαμβάνει πέντε μέρη:

α) Εξωνάρθηκας

Ο εξωνάρθηκας είναι επιμήκης και συνδέει με μαρμάρινη σκάλα το καθολικό με τη βόρεια πτέρυγα. Στο μέσο της σκάλας αυτής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Παραμυθίας, με την ομώνυμη θαυματουργή εικόνα. Ο διώροφος ανοικτός εξωνάρθηκας πρέπει να προστέθηκε τον 17ο αιώνα. Επάνω από το μαρμάρινο θύρωμα της εισόδου -που οδηγεί προς τον εξωνάρθηκα- υπάρχει επιγραφή του 1426, που πρέπει να ανήκει σε παλαιότερες επισκευές. Οι τοιχογραφίες του εξωνάρθηκα, όπου εικονίζονται οι 24 Οίκοι του Ακάθιστου Ύμνου, στρατιωτικοί άγιοι και η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, επιζωγραφήσθηκαν το 1843.

Στο νάρθηκα οδηγούν τρεις θύρες. Η κεντρική είναι καλυμμένη με ορειχάλκινες πλάκες, όπου έχουν φιλοτεχνηθεί φυτικές και άλλες ανάγλυφες διακοσμήσεις και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου. Σύμφωνα με την παράδοση, η θύρα προέρχεται από το ναό της Αγίας Σοφίας Θεσσαλονίκης και μεταφέρθηκε στη μονή μετά την κατάληψη της πόλης από τους Τούρκους (1430). Οι άλλες δύο θύρες οδηγούν στα παρεκκλήσια του Αγίου Νικολάου και του Αγίου Δημητρίου, δεξιά και αριστερά της λιτής. Στο τύμπανο της θύρας του παρεκκλησίου του Αγίου Νικολάου υπάρχει μία ψηφιδωτή παράσταση του αγίου (14ος αιώνας) αρκετά φθαρμένη. Ακολουθεί δεξιά μία μεγάλη τοιχογραφία της Βρεφοκρατούσας Θεοτόκου, εκεί όπου παλαιότερα βρισκόταν η θαυματουργή εικόνα της Παραμυθίας, που μετά το θαύμα μεταφέρθηκε στο ομώνυμο παρεκκλήσιο.

Στον εξωνάρθηκα επίσης είναι εντοιχισμένα βυζαντινά θωράκια και ανάγλυφα από την αρχαία πόλη Θυσσό, που εντοπίζεται στο χώρο του Βατοπαιδίου. Τα ανάγλυφα φέρουν μορφές θαλάσσιων θεοτήτων, όπως του υποταρτάριου Τιτάνα Κρείου.

β) Εσωνάρθηκας (λιτή)

Ο εσωνάρθηκας, που δημιουργήθηκε για να καλύψει τις λειτουργικές ανάγκες των μονών, πήρε το όνομα «λιτή» από την ομώνυμη κύρια ακολουθία που τελείται σ’ αυτόν. Στις παραστάδες των αψιδωμάτων δεξιά και αριστερά από την κεντρική πύλη, καθώς και στο τύμπανο πάνω από αυτήν, μπορεί κανείς να θαυμάσει τα περίφημα ψηφιδωτά με τις παραστάσεις του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (αρχές 14ου αιώνα) και της Δεήσεως (τέλος 11ου – αρχές 12ου αιώνα). Είναι τα μοναδικά εντοίχια ψηφιδωτά που σώζονται σε ολόκληρο το Όρος. Η τοιχογράφηση του εσωνάρθηκα, όπως και ολόκληρου του καθολικού, σύμφωνα με νεότερη επιγραφή, έγινε επί βασιλείας Ανδρόνικου Β’ Παλαιολόγου, το 1312, αλλά δέχθηκε κατά καιρούς πολλές επιζωγραφήσεις. Παρά την αλλοίωση τους, οι τοιχογραφίες αποτελούν αριστοτέχνηματα της λεγόμενης μακεδόνικης σχολής και αποδίδονται σε μαθητές του Πανσέληνου. Αυτό διαπιστώνεται ιδιαίτερα στη σειρά των σκηνών του Πάθους του Κυρίου και σε μερικά άλλα τμήματα που έμειναν άθικτα από έπιζωγραφήσεις.

Στο βάθος αριστερά, στο νάρθηκα του παρεκκλησίου του Αγίου Δημητρίου, βρίσκεται σε τοιχογραφία η θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου με την επωνυμία Εσφαγμένη.

γ) Μεσονυκτικό

Ο χώρος αυτός, που βρίσκεται μεταξύ εσωνάρθηκα και κυρίως ναού, ονομάζεται μεσονυκτικό από την ομώνυμη ακολουθία που τελείται σ’ αυτόν. Στο βάθος δεξιά σώζεται εντοιχισμένος μεσοβυζαντινός τάφος, όπου, σύμφωνα με την παράδοση, φυλάσσονται τα λείψανα των αγίων κτητόρων της μονής Αθανασίου, Νικολάου και Αντωνίου. Πρόσφατα διανοίχθηκε ο τάφος και ανευρέθηκαν τα λείψανα των τριών αγίων κτητόρων. Πάνω από τον τάφο παριστάνονται σε τοιχογραφία οι τρεις κτήτορες μαζί με τους βασιλείς Μ. Θεοδόσιο, Αρκάδιο, Ονώριο και Ιωάννη Καντακουζηνό. Στο βάθος αριστερά εικονίζεται σε τοιχογραφία η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας Αντιφωνήτριας.

Ο χώρος του μεσονυκτικου, που, ας σημειωθεί, διαμορφώνεται κατ’ αυτό τον τρόπο μόνο στη μονή Βατοπαιδίου, ιστορήθηκε το έτος 1760.