Άγ. Ιωσήφ ΗσυχαστήςΆγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΓέρ. Ιωσήφ ΒατοπαιδινόςΈργα Γέρ. Ιωσήφ

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (18)

25 Αυγούστου 2009

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (18)

osios-iosif-o-isihastis2Συνέχεια από (17)

(+Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

19. Η αμέλεια, ο φοβερότερος κίνδυνος διά τον μοναχόν.

Κάποτε τον ερωτήσαμεν: «Ποιο από όλα τα πάθη νομίζεις ότι πολεμά τον άνθρωπον εις την απόκτησιν και πρόοδον του καλού»; Και μετά από ολίγην σιωπήν μας απαντά: «Η αμέλεια». Εμείς του είπομεν: «Μα γιατί να είναι τόσον φοβερή η αμέλεια κατά την στιγμήν που ο άνθρωπος αρχίζει με τόσην ζέσιν και με την επίγνωση ότι με τον αγώνα του θα αποκτήση αυτό που προτίθεται και μάλιστα αφού έχει παράδειγμα και αυτόν τον Κύριόν μας Ιησούν»;

Τότε μας απήντησεν: «Αυτό που λέγετε υποδηλώνει ορθήν κρίσιν του λογισμού εις το να κινήση την καλήν προαίρεσιν. Η καλή προαίρεσης ωθεί τον άνθρωπον να επιχείρηση το καλόν για το οποίον προετέθη. Όταν αρχίση διά πράξεως να ενεργή το καλόν, θα έρθη εις επαφήν με την αίσθησιν του κόπου και του πόνου, που είναι έμφυτα εις την στενήν και τεθλιμμένην αυτήν οδόν,και τότε η φύσις,το σώμα, αρχίζει να δειλιά και να αποφεύγη τον πόνον. Φυσιολογικά ο πόνος είναι αντίθετος προς την φύσιν,γιατί και αρχικά ο άνθρωπος δεν πλάσθηκε για να κοπιάζη και να πονή, αλλά για να χαίρεται και να τρυφά. Επομένως, ο πόνος ευρίσκεται αντίθετος με την φύσιν, και μόνον αφού ο Δημιουργός και Σωτήρ μας οικονόμησεν με το μέσον αυτό την αποκατάστασίν μας, γενόμενος και αυτός παράδειγμα, έγινεν η οδός του πόνου απαραίτητος και επιθυμητή· ουδέποτε όμως από φυσικούς όρους, αλλά από προαιρετικούς. Δειλιώντας λοιπόν το σώμα μπροστά εις τον πόνον, όπως είπαμεν, οδηγεί εις την αμέλειαν. Να λοιπόν που η αμέλεια είναι η αίτια της αποτυχίας για το καλόν. Οι Πατέρες την ονομάζουν και ακηδίαν και την κατατάσσουν με τους γίγαντας των παθών».

Εμείς πάλιν τον ερωτούσαμεν: «Η αίτια της καταστροφής και,τρόπον τινά,της χαλαρώσεως και της απώλειας από την πνευματικήν κατάστασιν, ποιά βρίσκεις ότι είναι»; Και μας απαντούσε: «Οι Πατέρες δεν άφησαν τίποτα που δεν το διεσάφησαν και ούτε και εσείς το αγνοείτε· το κατ εμέ όμως, νομίζω ότι πάλιν η αμέλεια είναι. Ο πνευματικός νόμος υπαγορεύει ότι ουδέποτε παραδίδεται ο αγωνιστής εις χείρας των εχθρών του, εάν μη πρώτον εγκαταλειφθή από την φυλάσσουσαν αυτόν θείαν Χάριν.

Την θείαν Χάριν κανένα άλλο μέσον δεν την συγκρατεί τόσον, όσον η αυταπάρνησις και ο εκούσιος κόπος που λέγεται σταυρός. Η αυταπάρνησις και η κακοπάθεια είναι, τρόπον τινά, η ύλη που διαρκώς προστιθεμένη εις την πυράν διατηρεί την φλόγα. Όταν παύση η ύλη να προστίθεται, η φλόγα, το πυρ θα σβήση. Αυτό δεν γίνεται απότομα, δυστυχώς, για να το καταλάβη ο αγωνιστής και να το διόρθωση, όσο είναι καιρός, αλλά σιγά σιγά και ανεπαισθήτως· και έξαφνα βλέπει ο άνθρωπος ότι βρέθηκε γυμνός. Τρόμος με πιάνει, όταν τα διηγούμαι αυτά, γιατί ειδα εκ πείρας την θύραν αυτής της πτώσεως, και πολλά δάκρυα έχυσα αναλογιζόμενος την ακρίβειαν και προσοχήν που απαιτεί η πνευματική ζωή.

Όταν έλεγαν οι Πατέρες, ότι εδέχθησαν αναριθμήτους πληγάς και εγεύθησαν τα πικρά νάματα της κολάσεως και έχυναν ποταμηδόν δάκρυα, δεν είπαν λόγια κενά, αλλά τα διηγήθηκαν εκ της πείρας των γεγονότων του αγωνιστικού τους σταδίου. Φυσικά, υπάρχουν και άλλες αιτίες της πτώσεως του αγωνιστού, γιατί και η κενοδοξία προκαλεί μεγάλον όλεθρον εις τον αγωνιστήν· αλλά εν συγκρίσει τα πτώματα αυτής είναι ολιγώτερα της αμελείας.

Η αμέλεια καταστρέφει συνήθως τας ρίζας και τας αρχάς, χωρίς να χαρίζεται και εις την μέσην κατάστασιν, εις την οποίαν εγώ μάλλον την βρίσκω περισσότερον επώδυνον. Η κενοδοξία πολεμά εις το τέλος,γιατί αν ο άνθρωπος δεν έχη κάτι καμωμένον καλόν, κάποιαν άρετήν, πώς θα κενοδοξήση; Είπα, ότι εις την μέσην κατάστασιν του αγωνιστικού σταδίου επιτίθεται δριμύτερον η αμέλεια, γιατί εις την περίοδον αυτήν αρχίζει να κουράζεται ο αγωνιστής και από φυσικούς λόγους, που αρχίζει η φύσις να ασθενή και να αδυνατή από τους κόπους. Τότε, μόνον η Χάρις του Θεού είναι εκείνη που τον συγκρατεί, και εάν πεισθή εις την φιλαυτίαν που την δυναμώνει η πρόφασις της ασθενείας και της οικονομίας δήθεν, το αμφίβληστρον είναι έτοιμον. Αυτό είναι που είπα, ότι η αμέλεια, κατ’ εμέ, είναι περισσότερον επικίνδυνος. Και ένας άλλος λόγος είναι ότι η κενοδοξία δεν είναι κατά φύσιν, αλλά παρά φύσιν, και κάθε τι που δεν έχει φυσικούς λόγους υπάρξεως εύκολα αποβάλλεται, αρκεί να υπάρχη ολίγη ορθή κρίσις. Η αμέλεια όμως είναι σαν φυσική, γιατί συνεργούν τα σωματικά μας μέλη που απεχθάνονται τον πόνον του κόπου. Αν τύχη επί πλέον να είναι και η κράσις ολίγον ασθενής, τότε αισθάνεται κανείς εντονώτερον τον κόπον».

Εμείς πάλι του αντιλέγαμεν: «Η κενοδοξία όμως κατέβαλε μεγάλους Πατέρες». Και μας απαντούσε: «Καλά είπατε μεγάλους, γιατί αν δεν έχη κανένας θησαυρόν, δεν απειλείται να τον χάση, αλλά πολύ ελάχιστοι είναι εκείνοι που έχασαν αυτά που κέρδισαν με κόπον, ενώ εκείνοι που δεν κέρδισαν από αμέλειαν και φυγοπονίαν είναι αναρίθμητοι. Εγώ δεν κοπιάζω να είπω, ότι εκ των πιστών, όσοι υστερούνται την Χάριν του Θεού και την πνευματικήν κατάστασιν, από αμέλειάν τους είναι,παρά από κενοδοξίαν». Και εμείς αναφωνήσαμε· πράγματι έτσι είναι.

20. Ο αληθής μοναχισμός.

Άλλην φοράν μας έλεγε: «Σωθείτε ακόπως,παιδιά· λέγετε την ευχήν. Να βραγχνιάση ο λάρυγγας σας, κατά τον Δαυίδ, κράζοντας προς τον Ιησούν και ανάπαυσιν εις τον εαυτόν σας μη δίδετε, έως ότου δεχθήτε μέσα σας την Χάριν του Θεού ενεργούσαν και μένουσαν, για να σας διδάξη πρώτον αυτό που δεν γνωρίζετε, και δεύτερον για να σας ενίσχυση να το εφαρμόσετε. Χωρίς την Χάριν του Θεού μοναχός δεν λέγεται. Μη ξεχνάτε κάθε στιγμήν να ενθυμήσθε τον προορισμόν σας και να βάζετε νέαν αρχήν, και έτσι θα παραμένη μαζί σας ο θειος φόβος, που γεννά την προθυμίαν και εξαφανίζει την αμέλειαν. Είπα διά τον προορισμόν μας και τι μεγάλην θεωρίαν έχει η έννοια αυτή! Όλοι μας για καλόγεροι ξεκινήσαμε, αλλά πολύ ολίγοι το ενθυμούνται, αλλά και αυτοί μήπως συνειδητοποίησαν όλο το βάθος του! Εις τας ημέρας μας βλέπει και ακούει κανείς λανθασμένας και πλανεμένας θεωρίας για τον μοναχισμόν, και τούτο, γιατί με τον τρόπον που τον μεταχειριζόμεθα δεν αποδίδει το αποτέλεσμα του προορισμού του και έτσι κατήντησε να αγνοείται η αυθεντική του υπόστασις από την γενεάν μας.

Σήμερον όλοι μας παραπονούμεθα, γιατί δεν έρχονται και μάλλον δεν γίνονται μοναχοί, και το θέμα της λειψανδρίας των ιερών καθιδρυμάτων βρίσκεται εις την πρώτην θέσιν. Όμως αν εξετάσωμεν την πραγματικήν αιτίαν και όχι αυτάς που αποδίδομεν, θα φανή ότι είναι η εξής. Εμένα μου φαίνεται ότι, όταν παύση ο πολλαπλασιασμός μιας γενεάς και η συνέχισίς της, δεν φταίουν αυτοί που έπρεπε να γεννηθούν, αλλ’ οι γεννήτορες που αδράνησαν να τους γεννήσουν. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει, “θαυμάζει ανδρός αρετήν και πολέμιος”. Πόσον μάλλον οι κατ’ εικόνα Θεού άνθρωποι; Αλλά ειπέ μου, πού είναι η αρετή για να τρέξουν να την μιμηθούν; Εμείς σήμερον δεν θα είμεθα υπόλογοι μόνον για τα αποτελέσματα της ιδικής μας ραθυμίας, αλλά και για τον μαρασμόν της ακολουθούσης γενεάς, της οποίας δεν γινόμεθα φωτεινόν παράδειγμα.

Επεκράτησε μόνον το ξηρόν συμπέρασμα, έγινε καλόγηρος για να σώση την ψυχήν του. Και βέβαια η σωτηρία της ψυχής είναι το ζωτικότερον θέμα, αλλ’ αν το ερμηνεύσωμεν με την έννοιαν που του αποδίδεται, είναι πολύ πτωχή και σχεδόν ανάξια για την ισόβιον εξορίαν και αυταπάρνησιν του μοναχικού βίου. Εάν η απλή σωτηρία είναι το αποτέλεσμα όλης της μοναχικής σταυρώσεως, έρχεται να είπη κανείς, ότι οι καλόγηροι είναι οι αχρειότεροι των λοιπών ανθρώπων. Η σωτηρία της ψυχής είναι κοινόν κτήμα κάθε ευσεβούς χριστιανού, όταν πιστεύη ορθώς και φυλάττη κατά δύναμιν την ηθικήν διδασκαλίαν του νόμου.

Ο μοναχισμός όμως εκτείνεται και εις τα επέκεινα των ορίων αυτών,γιατί ο νεαρός εκείνος του Ευαγγελίου απήντησε προς τον Χριστόν μας, “ταύτα πάντα εφυλαξάμην εκ νεότητός μου”. Αυτό που του έλειπε και υστερούσε είναι το, “εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν τον ζώντα, πότε ήξω και οφθήσομαι τω προσώπω του Θεού”; Ο μοναχός είναι ο συνεχιστής του σταυρικού βίου του Κυρίου μας Ιησού και, κατ’ εμέ, εις τους μοναχούς ανήκει το,”υμείς έστε οι διαμεμενηκότες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου”. Το “ιδού ημείς αφήκαμεν πάντα και ηκολουθήσαμέν σε”, τις άλλος μπορεί να τι είπη μετά παρρησίας έκτος από τον μοναχόν; Τίνος άλλου η ψυχή, εκτός από του μοναχού,τρέχει κατά το ‘Ασμα Ασμάτων, οπίσω του νοητού Νυμφίου Χριστού και αναζητά αυτόν περιπαθώς “έως ου φθάση εν τόπω σκηνής θαυμαστής, έως του οίκου του Θεού, ένθα ήχος καθαρός έορταζόντων, όπου Θεός εν μέσω Θεών”, των κατά Χάριν γενομένων, βασιλεύει ο Μονογενής Υιός του Θεού; Και μήπως τίνες εισίν αι εκατόν τεσσεράκοντα τέσσαρες χιλιάδες του μακαρίου Ιωάννου εις την Αποκάλυψιν, όπου εδόθησαν ως απαρχαί τω Θεώ και τω σταυρωθέντι Ιησού εκ των ανθρώπων και διαπαντός ακολουθούσιν αυτώ; Και αυτά όπου είπαμεν είναι αποδείξεις από την Γραφήν ελάχιστες, για την θέσιν της τελειοτέρας μορφής του μοναχισμού.

Οι Πατέρες όμως που ηξιώθησαν εν ενεργεία την Χάριν αυτήν και την θέσιν απ’ εντεύθεν,γράφουν λεπτομερέστερον για την πραγματικότητα αυτήν. Εγώ όμως σας λέγω, ότι μόνον όταν σας αξιώση ο Θεός να κοινωνήσετε με την Χάριν Του,τότε θα καταλάβετε πραγματικά αυτά που άλλος σας διηγήται. Δεν υπάρχει πρόσωπον ικανόν που να ημπορή να τα μεταδώση εις τους άλλους, όπως είναι εις την πραγματικότητα, και ίσως γι’ αυτό ο Παύλος ομιλούσε για “άρρητα ρήματα”. Μήπως υστερείτο σοφίας ο Παύλος ή ρητορικής εις το να τα περιγράψη; Δεν συμβαίνει έτσι. Τα της Χάριτος του Θεού και μετοχής, μόνον δι’ αισθήσεως γίνονται καταληπτά εκείνου που τα μετέχει και όχι δι’ ακοής. Η δι’ ακοής περιγραφή των υπερφυσικών ιδιοτήτων και ενεργειών της Χάριτος του Θεού σε έναν που υστερείται, ομοιάζει με το όνειρον ή με την κινηματογραφικήν ταινίαν, που είναι μόνον εικόνες και σκιές, χωρίς τίποτε πραγματικόν. Δεν ξέρω πως να σας το είπω διαφορετικά. Ο μακάριος Ιωάννης λέγει: “Οίδαμεν ότι εάν φανερωθή, όμοιοι αύτω εσόμεθα”,. Πόσον πραγματικά είναι αυτά τα λόγια! Τότε πράγματι βλέπει ο άνθρωπος την σημασίαν του γεγονότος ότι είμεθα κατ’ εικόνα και ομοίωσιν του Κτίστου μας.

Πόσον αδικείται ο μοναχός που δεν ευρίσκει την Χάριν του Θεού λόγω ολίγης αμελείας και φυγοπονίας, ενώ εις την πραγματικότητα τα στοιχειωδέστερα μέσα τα ακολουθεί. Ολίγη αμεριμνία, ολίγη ησυχία, ολίγη προσευχή με το πανάγιον όνομα του Χριστού μας θα ξυπνήσουν την κρυπτήν μελέτην και την εσωτερικήν θεωρίαν, και όταν ο νους αρχίση να ξυπνά από την μέθην του αιώνος τούτου, τότε μόνος του σοφίζεται και καταλαμβάνει το συμφέρον του.

Συνεχίζεται…