Ορθόδοξη πίστη

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ: Τι του απεκάλυψε ο Κύριος (6)

20 Οκτωβρίου 2009

Ο ΠΑΥΛΟΣ ΤΩΝ ΕΘΝΩΝ: Τι του απεκάλυψε ο Κύριος (6)

Paul ApostleΣυνέχεια από (5)

Στυλιανού Γ. Παπαδόπουλου, Ομότιμου Καθηγητή της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Ενοίκηση του αγίου Πνεύματος

Συνεπής ο Παύλος προς τον ευχαριστιακό αυτό ρεαλισμό, προβαίνει στην υπογράμμισή του και με άλλον τρόπο. Δεν αρκέσθηκε στις βεβαιώσεις «εν Χριστώ» (Ρωμ. 6,4), «Ιησούς Χριστός εν υμίν» (Β’ Κορ. 13,5· Ρωμ. 8,10), «ζω δε ουκέτι εγώ, ζή εν εμοί Χριστός» (Γαλ. 2,19) και τα όμοια, που προϋποθέτουν την αγιασμένη ανθρώπινη φύση του Χριστού, εφόσον μιλάει συνεχώς για ζωή, την οποία οι πιστοί έχουν -και μάλιστα αιώνια-μετέχοντας στην Ευχαριστία (Ιωάν.6,53-58).Έτσι άλλωστε, βαπτιζόμενος και κοινωνώντας τον Χριστό, ο άνθρωπος «ενδύεται» τον Χριστό (Γαλ. 3,26-27). Δεν σταμάτησε ούτε στην διαβεβαίωση ότι ο πιστός γενικά είναι ναός του αγίου Πνεύματος (Α’ Κορ. 3,16-17). Προσθέτει με σαφήνεια ότι όχι μόνο νους και καρδία δέχονται το άγιο Πνεύμα, άλλα το ίδιο το σώμα του πιστού είναι ναός του αγίου Πνεύματος.

«Ή ουκ οίδατε ότι το σώμα υμών ναός του εν υμίν αγίου Πνεύματος έστιν, ού έχετε από Θεού και ουκ έστέ εαυτών;» (Α’ Κορ. 6,19).

Γι’ αυτό και κρούει τον κώδωνα της τιμωρίας για όποιον φθείρει τον ναό αυτό (Α’ Κορ. 3,16-17) με αμαρτίες σωματικές. Το σώμα του πιστού γίνεται με την Ευχαριστία και σώμα-μέλος του Χριστού και συγχρόνως ναός του αγίου Πνεύματος. Εάν η θεία Ευχαριστία δεν ταυτιζόταν με την αγιασμένη ανθρώπινη φύση του Χριστού, δεν θα γινόταν η ανθρώπινη των πιστών φύση (και το σώμα) ούτε μέλος του Χριστού ούτε ναός του αγίου Πνεύματος. Ο Παύλος στηλιτεύει την πορνεία, διότι αυτή μεταβάλλει το σώμα του πιστού από μέλος του Χριστού σε μέλος της πόρνης (Α’ Κορ. 6,15-17).

Το σχέδιο του Θεού για την σωτηρία του ανθρώπου από την εποχή της ενσαρκώσεως και του όλου έργου του Χριστού συντελείται εν Χριστώ διά του αγίου Πνεύματος. Αυτό σημαίνει όμως ότι κέντρο του θείου σχεδίου είναι πλέον η διά του αγίου Πνεύματος συνέχιση της πραγματικής παρουσίας στον κόσμο του Χριστού. Της παρουσίας του ως Θεανθρώπου, ως Θεού και ανθρώπου, διά της μεταδιδομένης και μη δαπανωμένης αγιασμένης και θεωμένης ανθρωπίνης του φύσεως, χάρις εις την οποίαν οι πιστοί μπορούν να γίνουν «σύμμορφοι» προς τον Υιό του Θεού (Ρωμ. 8,29). Και πιό συγκεκριμένα: τα θνητά σώματα των πιστών γίνονται σύμμορφα προς το «σώμα της δόξης» του Χριστού (Φι-λιπ. 3,21), θα γίνουν «πνευματικά» (Α’ Κορ. 15,44) στην μέλλουσα ζωή. Η ενοίκηση του αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο προϋποθέτει την ενσάρκωση, την πρόσληψη και την θέωση της ανθρωπίνης φύσεως από τον Υιό και Λόγο του Θεού. Αλλά το σκάνδαλο τούτο εξηγείται μόνο από το ότι ο νέος Αδάμ, ο Χριστός, θα αναζωογωνούσε τον πεπτωκότα άνθρωπο(Α’ Κορ. 15,22 και 45), μεταδίδοντάς του την αναζωογονηθείσα και αγιασθείσα καινή ανθρώπινη φύση που προσέλαβε.

Η ενοίκηση όμως του αγίου Πνεύματος στον άνθρωπο προϋπόθεση ακόμα έχει την καθαρότητα νου και καρδίας, βέβαια, αλλά και την καθαρότητα του σώματος. Η επιμονή του Παύλου στην αποφυγή σαρκικών αμαρτιών οφείλεται ακριβώς στο γεγονός ότι ο πιστός, πραγματικά, μεταλαμβάνει, κοινωνεί, του σώματος και του αίματος του Κυρίου. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί εκφράσεις, ρεαλιστικότερες και σαφέστερες των οποίων δεν είναι δυνατό να επινοηθούν:

«μέλη εσμέν (= οι πιστοί) του σώματος αυτού, εκ της σαρκός αυτού και εκ των οστέων αυτού» (Εφεσ. 5,30).

Το κατεξοχήν σκανδαλώδες και σωτηριώδες Μυστήριο της συνεχούς διά της Ευχαριστίας παρουσίας του Χριστού στον κόσμο δεν πραγματώνεται με αναπαραστατικές και συμβολικές πράξεις, αλλά μόνο με θεϊκές και ρεαλιστικά ανακαινιστικές πράξεις στους κόλπους της Εκκλησίας.

«Ανάμνησις» της Ευχαριστίας: Επανάληψη αναίμακτη

Συζητήθηκε πολύ και συχνά συζητείται ακόμα η έννοια του όρου «ανάμνησις», που κατά την σύσταση-ίδρυση του μυστηρίου της Ευχαριστίας χρησιμοποίησε ο Κύριος και που την διέσωσαν πρώτος ο Παύλος (Α’ Κορ.11,24-25) και μετά ο Λουκάς (22,19): «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν». Με όσα στις προηγούμενες παραγράφους επισημάνθηκαν, έγινε, φρονούμε, σαφές ότι η Ευχαριστία, την οποία ο Παύλος και οι Ευαγγελιστές παραδίδουν ως πράξη της Εκκλησίας, είναι ρεαλιστική και ταυτόσημη προς εκείνη που τέλεσε στο Μυστικό δείπνο ο ίδιος ο Κύριος. Άρα, το «ανάμνησις» δεν σημαίνει εδώ απλή μνήμη, ενθύμηση και υπόμνηση, για να θυμάστε. Έχει άλλο λόγο:

Διά της Ευχαριστίας ο Κύριος θα είναι με τους Αποστόλους και τους πιστούς γενικά «πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28,30).Όχι απλά ως Θεός, που έτσι κι αλλιώς είναι πανταχού παρών, αλλά και ως Χριστός, ως Θεάνθρωπος. Δηλαδή, μολονότι αναλήφθηκε, θα είναι παρών με την ανθρώπινη φύση του, την οποία αγίασε και θέωσε, καθόσον την ένωσε στον εαυτό του με την θεία του φύση. Όταν ο Κύριος μιλούσε και τελούσε την Ευχαριστία, οι Απόστολοι έβλεπαν άνθρωπο, που τον κατανοούσανε πολύ γενικά ως Μεσσία και Υιό του Θεού (Ματθ. 16,16). Και όταν τους έλεγε «τούτο μου εστί το σώμα» έβλεπαν μόνο «άρτον», όπως έβλεπαν στο «ποτήριον» της Ευχαριστίας μόνο κρασί, που όμως ο Κύριος τα συνέδεε ρεαλιστικά με την θυσία του, τον σταυρικό θάνατο, που θα συνέβαινε την επόμενη ημέρα. Και για να μην έχουν αργότερα αμφιβολίες για τον ρεαλισμό της Ευχαριστίας, τους είπε ακόμα ότι «τούτο το ποτήριον» είναι η «καινή διαθήκη», που σφραγίζεται με το για χάρη σας χυνόμενο αίμα μου («εν τω αίματί μου το υπέρ υμών εκχυνόμενον»: Λουκ. 22,20). Το ίδιο Μυστήριο «παρέδωσε» ο Κύριος και στον Παύλο: το «ποτήριον», μολονότι το είχανε αρχικά γεμίσει κοινό κρασί, αποτελούσε μετά την ευλογία χάριν των πιστών, «καινήν διαθήκην», σφραγισμένη με το αίμα του («εν τω εμώ αίματι»: Α’ Κορ. 11,25). Μετά πρόσθεσε ο Κύριος την πολυσήμαντη φράση: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν».

Στην Εκκλησία, ήδη από τους Αποστόλους, τελείται το ίδιο μυστήριο (ανάμνηση) της Ευχαριστίας ως θυσία, επίσης με άρτο και οίνο, αλλά τώρα καλείται το άγιο Πνεύμα να πραγματώσει το Μυστήριο, ώστε να γίνουν ο άρτος και ο οίνος σώμα και αίμα Χριστού («.. .κατάπεμψον [= Κύριε] το Πνεύμα σου το άγιον εφ’ ημάς και επί τα προκείμενα δώρα τούτα, και ποίησον τον άρτον τούτον τίμιον σώμα του Χριστού σου, το δε εν τω ποτηρίω τούτω τίμιον αίμα του Χριστού σου, μεταβαλών τω Πνεύματί σου τω αγίω»: βλ. Λειτουργία Χρυσοστόμου). Ό,τι δηλαδή έκανε ο Χριστός ως Θεός στον Μυστικό δείπνο, κάνει τώρα το άγιο Πνεύμα, επίσης ως Θεός, που όμως καλείται στο έργο της πραγματοποιήσεως του Μυστηρίου από τον ιερέα. Όσο ρεαλιστικό ήταν το Μυστήριο το βράδυ της παραμονής της θυσίας του Χριστού, τόσο ακριβώς ρεαλιστικό είναι και όταν πραγματώνεται από το άγιο Πνεύμα. Θεός (ο Υιός), το πραγματοποίησε άπαξ ,Θεός (το Πνεύμα) το πραγματοποιεί στην Εκκλησία συνεχώς, ώστε να μεταδίδεται ο Χριστός για την σωτηρία του κόσμου.

Ο Κύριος, φυσικά και οι Μαθητές, γνωρίζανε την πρακτική των ετήσιων θυσιών στα Άγια των Αγίων, που τελούσε ο Αρχιερέας στον Ναό· θυσιών, φυσικά, ζώων. Τώρα ο Χριστός τους παρέδωσε το μυστήριο της Ευχαριστίας με την θυσία του εαυτού του, κάτι που θα κατανοούσανε μόνο αργότερα, με την κάθοδο του αγίου Πνεύματος. Όφειλαν, βέβαια, να τηρήσουνε την εντολή του, να τελούν και αυτοί το Μυστήριο («τούτο ποιείτε»), αφού επρόκειτο, κυριολεκτικά, για την Διαθήκη του. Αλλά πώς θα τελούσαν άπειρες φορές το Μυστήριο της θυσίας του με τη σάρκα και το αίμα του;

Η θυσία όμως ούτως ή άλλως έπρεπε να τελείται, αφού είχε σκοπό την άφεση των αμαρτιών των ανθρώπων (Ματθ. 26,28) και μάλιστα το να ζήσουνε οι άνθρωποι την αιώνια ζωή, την βασιλεία των ουρανών ( Ιωάν. 6,54-55).Η επανάληψη της θυσίας ήταν αδύνατη, αφού ο Κύριος θα είχε αναληφθεί και οι θυσίες των ζώων δεν είχαν καμία σχέση με την καινή διαθήκη του, δηλαδή με την σωτήρια θυσία του εαυτού του.

Για τους λόγους αυτούς πρόλαβε ο Κύριος και τους εξήγησε ότι στο εξής θα τελούνε το μυστήριο της Ευχαριστίας «εις ανάμνησίν» του, θα τελούνε την μία, την εφάπαξ γενομένη, την ίδια θυσία, αυτή ακριβώς που πραγματοποίησε ενώπιόν τους. Δεν θα είναι θυσία με αίματα και θάνατο σταυρικό. Θα επαναλαμβάνεται με τις ευχές («ευχαριστία»: Α’ Κορ. 14,16) αναίμακτα, όπως ακριβώς έγινε την ώρα εκείνη.

Στην προς Εβραίους τονίζεται ιδιαίτερα η διαφορά της μιας θυσίας του Χριστού, που έγινε εφάπαξ με το δικό του αίμα και ισχύει για πάντα, από τις θυσίες της ΠΔ, όπου ο αρχιερέας τελεί θυσία κάθε χρόνο κάποιου ζώου (9,24-26· 10,12-14,19-20). Με την αναίμακτη πλέον θυσία του Χριστού, συνεχίζεται η υπεσχημένη παρουσία του στον κόσμο και οι άνθρωποι, που διά πίστεως μετέχουνε άξια στο Μυστήριο της θυσίας αυτής, προγεύονται την αιώνια βασιλεία, την οποία ολοκληρωμένα θ’ απολαύσουν μετά την δευτέρα παρουσία του Κυρίου.

Είναι χαρακτηριστικό ότι για την ορθή κατανόηση της φράσεως «εις την εμήν ανάμνησιν», ο ίδιος ο Κύριος, τονίζοντας την πραγματική μετοχή («κοινωνία») στο σώμα του και το αίμα του, φέρει ως παράδειγμα τις θυσίες των Ισραηλιτών, όπου αυτοί μετέχουν, τρώγουν, γίνονται «κοινωνοί», των θυσιασθέντων ζώων (Α’ Κορ. 10,18). Όπως στις θυσίες ζώων οι άνθρωποι μετέχουν ρεαλιστικά-πραγματικά στα θυσιασθέντα, έτσι και στο μυστήριο της Ευχαριστίας οι πιστοί μετέχουν του θυσιαζομένου Χριστού, κοινωνούν την αγιασμένη και θεωμένη ανθρώπινη φύση του, αλλά όπως την πραγμάτωσε-τέλεσε ενώπιόν τους ο Κύριος στο Μυστικό Δείπνο.

Άλλωστε, δεν είναι τυχαία η χρήση του όρου «ανάμνησις», διότι αυτή συνδεόταν στους κλασικούς Έλληνες με τις πραγματικές θυσίες και την μετοχή σ’ αυτές (βλ. Λυσία, Λόγος 2,39: 194,22). Και στον Πλάτωνα επίσης (Φαίδων 72ε) η ανάμνησις είναι στην ψυχή του ανθρώπου η πραγματική (έστω μικρή) μετοχή και απήχηση (απείκαση) του τέλειου κόσμου των ιδεών.

Με την φράση «εις την εμήν ανάμνησιν» αποφεύγεται ο αυτονόητος σκανδαλισμός των πιστών, ότι κάθε φορά επαναλαμβάνεται φυσιοκρατικά αιματηρή θυσία. Επίσης γίνεται σαφής η διάκριση της Καινής Διαθήκης, η οποία σφραγίσθηκε με την άπαξ γενομένη θυσία του Χριστού, από την Παλαιά Διαθήκη, όπου ο Αρχιερέας όφειλε κάθε χρόνο να τελεί νέα πάντοτε θυσία ζώων.

Συνεχίζεται…