Άγ. Ιωσήφ ΗσυχαστήςΆγιοι - Πατέρες - ΓέροντεςΓέρ. Εφραίμ Βατοπαιδινός

Αίσθησις Ζωής Αθανάτου (21) – Ομιλίες για τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή

10 Νοεμβρίου 2009

Αίσθησις Ζωής Αθανάτου (21) – Ομιλίες για τον Γέροντα Ιωσήφ τον Ησυχαστή

San Antonio Archangels

Το καθολικό της Ιεράς Μονής Ταξιαρχών στο Σαν Αντόνιο του Τέξας

Συνέχεια από (20)

ΑΡΧΙΜ. ΕΦΡΑΙΜ, ΚΑΘΗΓΟΥΜΕΝΟΥ Ι. Μ. ΜΟΝΗΣ ΒΑΤΟΠΑΙΔΙΟΥ

Μάλιστα πριν την έναρξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, όπως έλεγε ο ίδιος ο Γέροντας στον υποτακτικό του αείμνηστο Γέροντα Χαράλαμπο τον Διονυσιάτη, ένιωθε αφόρητο πόνο. Είχε ανάψει τέτοια φλόγα στην καρδία του, που έμοιαζε με φλόγα καμίνου. Αυτός ο πόνος και η φλόγα τον οδηγούσαν σε ακατάπαυστη προσευχή. Δεν μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο. Αναγκάστηκε να αφήσει όλες τις άλλες δραστηριότητές του και να προσεύχεται όλο το 24ωρο εντατικά, όσο ποτέ άλλοτε. Είχε καταλάβει ότι κάτι σοβαρό συνέβαινε, μέχρι που έμαθε την έναρξη του πολέμου. Πόσοι θα σώθηκαν άραγε και πόσο θα αναχαιτίστηκε το κακό –γιατί τα δεινά αποτελέσματα του πολέμου θα μπορούσε να ήταν ακόμη πιο ολέθρια– από τις προσευχές του μακαρίου Γέροντος; Προσευχόταν όχι μόνο για τους εν ζωή παντοιοτρόπως θλιβομένους ανθρώπους, αλλά και για τους κεκοιμημένους. Είχε τέτοια δύναμη και ενέργεια προσευχής, που, Χάριτι Θεού, έβγαζε ανθρώπους από την κόλαση.

Ο τέλειος μοναχός επωμίζεται εκούσια την πανανθρώπινη ευθύνη για το κακό που υπάρχει στον κόσμο. Θέτει τον εαυτό του κάτω από όλους τους ανθρώπους και όλη την κτίση και αισθάνεται ότι είναι ο χειρότερος, ο αμαρτωλότερος. Από αυτό το βάθος αυτομεμψίας εκζητεί το έλεος του Θεού για όλα τα κτίσματα του Θεού, γιατί αισθάνεται υπεύθυνος για τις θλίψεις και την αμαρτωλότητα του ανθρωπίνου γένους.

Με την «Γεθσημάνιο» αυτήν προσευχή του αποκτά την κατάσταση του Χριστού. Όπως ο Χριστός φέρει μέσα του όλη την ανθρωπότητα, έτσι και αυτός πλατύνεται, αγκαλιάζει όλο τον κόσμο, διανοίγεται ως αληθινό πρόσωπο και γίνεται παγκόσμιος κατ εικόνα της παγκοσμιότητος του Χριστού. Γνωρίζουμε ότι ακόμη και σήμερα υπάρχουν τέτοιοι μοναχοί, οι οποίοι αναλώνουν την ζωή τους στην προσευχή υπέρ του κόσμου.

«Κάποτε», όπως αναφέρει ο βιογράφος του μακαρίου Γέροντος, «τόν έβλεπα να αγωνιά και τον ρώτησα τί συμβαίνει, και μου απάντησε με πόνο ότι κάποιο γνωστό πρόσωπο πάσχει και ζητά βοήθεια». Δεν μπορούσε να ακούσει κάτι λυπηρό για κάποιον αδελφό και να μην κλάψει, να μην προσευχηθεί γι’ αυτόν. Ζητούσε από τον Χριστό να μην τον βάλει στον Παράδεισο, αν δεν έβαζε πρώτα και τον αδελφό, αν δεν έδινε την παρηγορία Του και στον αδελφό. Η αγάπη και ο πόθος για την ψυχική ωφέλεια του πλησίον τον συνείχε. Η καρδία του από αυτήν την αγάπη είχε πλατυνθεί τόσο, ώστε να χωράει τον κάθε άνθρωπο. Όλο του το είναι είχε διευρυνθεί από την προσευχή υπέρ του κόσμου. Παρόλο που ήταν πολύ αυστηρός –θά λέγαμε ανελέητος– προς τον εαυτό του, έδειχνε μεγάλη συμπάθεια και ευσπλαγχνία προς τον πλησίον. Αυτό αποτελεί το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του γνησίου ορθοδόξου ασκητού.

Η αγάπη προς τον πλησίον τον ανάγκασε πολλές φορές και μετά τον θάνατό του να εμφανίζεται και να βοηθά τους πιστούς. Ενδεικτικά αναφέρουμε για μία κυρία από την Κρήτη, την οποία είχαν δελεάσει οι Χιλιαστές με την αιρετική διδασκαλία τους να αρνηθεί την ορθόδοξη πίστη. Ένα βράδυ εμφανίστηκε ο Γέροντας στο σπίτι της και άρχισε να την κατηχεί, μετά την παρουσίασε ενώπιον του Χριστού, και αυτή εν Πνεύματι Αγίω γνώρισε την μοναδική αλήθεια που βρίσκεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας. Την επομένη ημέρα αυτή η κυρία είδε σε κάποιο βιβλιοπωλείο την φωτογραφία του Γέροντος και έμαθε ότι ήταν ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, που είχε κοιμηθεί πριν αρκετά χρόνια.

Ο Γέροντας όμως εμφανίζεται και σε καλοπροαιρέτους ανθρώπους άλλων χριστιανικών ομολογιών. Θα αναφέρουμε ένα χαρακτηριστικό περιστατικό: «Στις αρχές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής του 2001 στην Ιερά Μονή των Αγίων Αρχαγγέλων, κοντά στο Σαν Αντώνιο του Τέξας, ο Δαβίδ, ένας εργάτης της Μονής, που ήταν Βαπτιστής Προτεστάντης, ετοίμαζε τα εργαλεία του για να ξεριζώσει δένδρα, όταν αισθάνθηκε ότι κάποιος τον παρακολουθούσε.

Κοίταξε προς τον λόφο και είδε ένα ηλικιωμένο μοναχό με γκρίζα γενειάδα. Κρατούσε μία ράβδο στο δεξί του χέρι και ένα ασημένιο σταυρό στο αριστερό του, και του χαμογελούσε. Παρατήρησε ότι το ράσο του μοναχού και η γενειάδα του κυμάτιζαν σαν να φυσούσε αέρας. Ο Δαβίδ στράφηκε προς τα εργαλεία του, αλλά ξαφνικά αντιλήφθηκε ότι δεν είχε ούτε τον παραμικρό αέρα. Μετά από μερικά δευτερόλεπτα ανακάλυψε ότι ο ηλικιωμένος μοναχός δεν φαινόταν πουθενά. Αργότερα, όταν πέρασε ο μοναχός, πού συνήθιζε να τον διευθύνει στις εργασίες του, ο Δαβίδ του περιέγραψε τι είχε συμβεί και ρώτησε ποιός ήταν αυτός ο ηλικιωμένος μοναχός, επειδή δεν τον είχε δει ποτέ του προηγουμένως. Ο μοναχός αποκρίθηκε ότι δεν υπάρχουν ηλικιωμένοι μοναχοί στο μοναστήρι. Κατόπιν ο μοναχός πήγε στον Ηγούμενο, τον Γέροντα Δοσίθεο, και επανέλαβε ό,τι του είχε πει ο Δαβίδ. Ο διακριτικός Ηγούμενος έστειλε τον μοναχό και άλλους με εικόνες Αγίων και με φωτογραφίες διαφόρων Γερόντων, μία από τις οποίες ήταν του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού, στον εργάτη. Ο Δαβίδ αμέσως ανεγνώρισε τον Γέροντα Ιωσήφ ως τον μοναχό που είχε δει και έμεινε κατάπληκτος με την εν συνεχεία εξήγηση με το ποιος ήταν ο ηλικιωμένος μοναχός. Ο Δαβίδ είναι τώρα κατηχούμενος της Ορθοδόξου Εκκλησίας».

Ο αγιορειτικός μοναχισμός στην πραγματική του διάσταση, ακόμη και στις έσχατες ημέρες που ζούμε, αποτελεί έναν οδοδείκτη προς τον Ουρανό, αλλά και μία γέφυρα από την οποία περνά ουσιαστικός πνευματικός εφοδιασμός για τον κόσμο. Ο μακάριος Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής, με την ευλογημένη από τον Θεό βιοτή του, μας άφησε ένα δείγμα ορθοδόξου ασκητικής γνησιότητος. Με την κεχαριτωμένη άσκησή του απεκδύθηκε τον «παλαιόν άνθρωπον», πού διαφθείρεται με απατηλές επιθυμίες και πράξεις και ενδύθηκε «τόν καινόν, τον κατά Θεόν». Έτσι αναδείχθηκε σε αληθινό πρόσωπο, που αγκαλιάζει διά της θείας Χάριτος όλους τους ανθρώπους, όλη την κτίση. Ακολουθώντας και βιώνοντας την αγιορειτική παράδοση πέτυχε τον προσωπικό του αγιασμό και δίνει σε όλα τα μήκη και πλάτη της γης, σε μοναχούς και σε λαϊκούς την μαρτυρία ότι «Ιησούς Χριστός, χθες και σήμερον ο αυτός, και εις τους αιώνας». Γι’ αυτό και νομίζουμε ότι αρμόζει να του απευθύνουμε το εφύμνιο: «Χαίροις πάτερ παγκόσμιε».

Συνεχίζεται…