Θεολογία και Ζωή

Η κρίση της μέσης ηλικίας (40-60 ετών)

13 Ιανουαρίου 2010

Η κρίση της μέσης ηλικίας (40-60 ετών)

Του π. Αδαμαντίου Αυγουστίδη

Μία από τις αιτίες που το χάσμα των γενεών παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις και παρουσιάζει τόσες δυσκολίες στη διαχείρισή του, είναι ότι οι γονείς βρίσκονται υπό το κράτος δικής τους κρίσης, η οποία σχετίζεται με την ηλικιακή περίοδο που διανύουν.

Όπως το πέρασμα από την παιδικότητα στην ενηλικίωση αποτελεί το υπόστρωμα για την κρίση της εφηβείας, έτσι και το πέρασμα από τη νεότητα στη μέση ηλικία αποτελεί το υπόστρωμα για την κρίση της μέσης ηλικίας.

Στην πλειοψηφία τους οι γονείς, τα παιδιά των οποίων ταξιδεύουν προς την ενηλικίωση, βρίσκονται στην μέση ηλικία, δηλ. είναι μεταξύ 40-60 ετών (ο κύκλος της ζωής χωρίζεται συνήθως σε τέσσερις μεγάλες περιόδους: παιδική και εφηβική περίοδος 1-17 ετών, πρώιμη ενήλικη περίοδος 21-40 ετών, περίοδος μέσης ηλικίας 40-60 ετών και περίοδος ώριμης ηλικίας 60- ; ετών). Η μέση ηλικία έχει δικά της χαρακτηριστικά, παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και δυσχέρειες, ώστε να αποτελεί και αυτή, μετά την θύελλα της εφηβείας, μια άλλη περίοδο κρίσεως στην διάρκεια του ανθρωπίνου βίου.

Επομένως το άτομο της μέσης ηλικίας περνά μια κρίση ανάλογη με αυτή της εφηβείας, γιατί καλείται να αντιμετωπίσει ποικίλες μεταβολές σε πολλά επίπεδα, όπως στη διανοητική και σωματική του κατάσταση, στην επαγγελματική του πορεία, ή στο οικογενειακό και κοινωνικό του βίο.

Επειδή όλα αυτά τα γεγονότα συνήθως εξελίσσονται σταδιακά στο χρόνο, μπορεί να μην δημιουργήσουν την αίσθηση της οξύτητας με το θυελλώδη τρόπο με τον οποίο εκφράζεται η εφηβεία. Εντούτοις σε ποσοστό υψηλότερο από 70% τα άτομα που διέρχονται την μέση ηλικία αντιμετωπίζουν μέτριου ή μεγαλύτερου βαθμού κρίση.

Ας σημειώσουμε ότι αν και ο όρος «κρίση της μέσης ηλικίας» καθιερώθηκε κατά την δεκαετία του ’70, αναφορές στην κρίση της μέσης ηλικίας συναντώνται σε όλες τις εποχές.

Για παράδειγμα ο Μέγας Βασίλειος σημειώνει ότι μετά την εφηβική και νεανική περίοδο, απολαμβάνει κάποιος τη σταθερότητα της αντρικής περιόδου, κατά την οποία τόσο οι σωματικές όσο και οι πνευματικές δυνάμεις βρίσκονται στην ακμή τους. Μετά ακολουθεί η προοδευτική έκπτωση, που οδηγεί στο γήρας και στο θάνατο.

Μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη διαπίστωση ότι η κρίση της μέσης ηλικίας συμβαίνει, α) είτε όταν ένα πρόσωπο τυχαίνει να επαναπροσδιορίσει την προσωπική του ταυτότητα και τους στόχους της ζωής του υπό το κράτος καταστάσεων, όπως είναι η σωματική γήρανση, η αυξανόμενη ανησυχία για το θάνατο, το έλλειμμα της ικανοποίησης από το γάμο, η συνειδητοποίηση των περιορισμένων πια δυνατοτήτων για εξελίξεις στη σταδιοδρομία του, η αρρώστια, ή ο θάνατος των γονέων, β) είτε όταν προκύπτει η ανεξαρτητοποίηση των παιδιών.

Το σώμα στη μέση ηλικία.

Μετά την είσοδο στην μέση ηλικία τα σημάδια της γήρανσης κάνουν εμφανέστερη την παρουσία τους με ανάλογες επιπτώσεις στη σωματική κατάσταση και στη ψυχολογική ισορροπία. Συντελεστής ανησυχίας με έντονες ψυχολογικές επιπτώσεις είναι και οι αλλαγές στην αναπαραγωγική λειτουργία, π.χ. η εμμηνόπαυση στις γυναίκες. κ.ά.

Επιπρόσθετος παράγων συναισθηματικής φύσεως είναι και η πιθανή εμφάνιση ασθενειών, που σχετίζονται με την ηλικία, ή η εκδήλωση κάποιας νόσου σε συνομήλικο φιλικό πρόσωπο, η οποία προσθέτει νερό στο μύλο της ηλικιακής αγωνίας. Το άκουσμα π.χ. αιφνιδίου θανάτου από έμφραγμα του μυοκαρδίου ενός παλιού φίλου και συμμαθητή, διεγείρουν άγχη και φόβους. Όλα αυτά συμβαίνουν την περίοδο που ακριβώς ο έφηβος έχει ανάγκη από γονείς ψύχραιμους και σταθερούς, χωρίς τον ένοχο φόβο ότι με την ανεξαρτητοποίησή του θα συντελέσει στην ψυχολογική τους αποδιοργάνωση και την επιδείνωση της υγείας τους. Είναι η περίοδος κατά την οποία κορυφώνονται οι γονεϊκές κραυγές του τύπου «θα μας πεθάνετε», «μας ανεβάζετε την πίεση» … ενώ από την πλευρά των νέων ακούγονται αντίστοιχες κραυγές «είστε κολλημένοι, δεν μας καταλαβαίνετε..».

Στην δημιουργία του φορτισμένου κλίματος μπορεί να συμβάλει και η ασυνείδητη σύγκριση μεταξύ της φθίνουσας σωματικής κατάστασης των γονέων με την ακμάζουσα εικόνα της νέας γενιάς, προκαλώντας ασυνείδητο φθόνο ή απλώς τονίζοντας τα αρνητικά σημάδια φθοράς.

Οι αποχωρισμοί

Η είσοδος στην μέση ηλικία φέρνει στο προσκήνιο το επώδυνο θέμα των αποχωρισμών. Όπως οι έφηβοι έχουν να αντιμετωπίσουν τις ψυχολογικές συνέπειες της ανεξαρτητοποίησης από τους γονείς και την είσοδό τους στο κόσμο των ενηλίκων, έτσι και οι γονείς της μέσης ηλικίας έχουν να αντιμετωπίσουν τον αποχωρισμό από τα παιδιά τους αλλά και τον τελικό αποχωρισμό από τους δικούς τους γονείς.

Φαίνεται πως η απομάκρυνση των παιδιών από την οικογενειακή εστία, καθώς πλησιάζοντας την ενηλικίωση φεύγουν για σπουδές ή για να ξεκινήσουν τη δική τους ανεξάρτητη ζωή, έχει ένα ειδικό και βαρύ ψυχολογικό φορτίο. Στη βιβλιογραφία χρησιμοποιείται ο όρος «σύνδρομο της άδειας φωλιάς» το οποίο χαρακτηρίζεται από αισθήματα δυσφορίας, αδιαθεσίας, μοναξιάς, κενού και απώλειας στόχων ζωής.

Βέβαια μερικοί γονείς αισθάνονται ευνοημένοι από την απομάκρυνση των παιδιών, καθώς έχουν περισσότερες ευκαιρίες να εστιάσουν στην συζυγική τους σχέση, και για αυτό ορισμένοι συγγραφείς προτιμούν τον όρο «ευρύχωρη φωλιά».

Σταδιοδρομία και κοινωνικός βίος

Μια από τις βασικές προσδοκίες της μέσης ηλικίας είναι η εκπλήρωση των επαγγελματικών στόχων, που τέθηκαν στην αρχή της σταδιοδρομίας. Η διαπίστωση ότι δεν υπάρχει πια αρκετός χρόνος για να επιτευχθούν κάποιοι από τους ανεκπλήρωτους επαγγελματικούς στόχους, προκαλεί απογοήτευση και άγχος. Αλλά στις περιπτώσεις που οι στόχοι έχουν επιτευχθεί μετά από πολλούς κόπους, αγωνίες και θυσίες, ο απολογισμός μπορεί να έχει πικρή γεύση όταν έρθει το ερώτημα: άξιζε το κόπο;

Για παράδειγμα, εάν η κατάκτηση μια υψηλόβαθμης επαγγελματικής θέσης κόστισε πολλές χαμένες ευκαιρίες επαφής και επικοινωνίας με τα παιδιά, τώρα που αυτά φεύγουν και η απώλεια των ευκαιριών για απόλαυση στιγμών οικογενειακής ευτυχίας είναι οριστική, η εκπλήρωση των επαγγελματικών φιλοδοξιών μπορεί αντί ικανοποιήσεως να εγείρει αισθήματα αποτυχίας και απογοητεύσεως.

Οι συζυγικές σχέσεις

Οι ειδικοί γνωρίζουν ότι οι πρώτες μεγάλες κρίσεις που περνά ένας γάμος εντοπίζονται είτε μετά από τα τρία πρώτα χρόνια του γάμου, είτε μεταξύ του έβδομου και του δέκατου χρόνου της γαμήλιας ζωής. Σε αυτές τις φάσεις καταγράφονται στατιστικά και τα περισσότερα διαζύγια (σύμφωνα με τις στατιστικές τα τελευταία χρόνια από το σύνολο των γάμων οι μισοί καταλήγουν σε διαζύγιο, ενώ τα μισά από το σύνολο των διαζυγίων εκδίδονται μέσα στα επτά χρόνια γάμου). Σύμφωνα με τους ειδικούς, ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες αυτών των κρίσεων είναι η αλλαγή της ισορροπίας της οικογένειας σε σχέση με τα παιδιά. Τούτο διότι στην ηλικία περίπου των τριών ετών φεύγουν για πρώτη φορά τα παιδιά από το σπίτι, και περνούν μεγάλο μέρος της ημέρας σε παιδικούς σταθμούς, ενώ μεταξύ έκτου και δέκατου χρόνου του γάμου, αρχίζει η σχολική περίοδος του παιδιού, πράγμα που συνεπάγεται την κοινωνικοποίησή του και τη στροφή των ενδιαφερόντων του εκτός σπιτιού. Έτσι οι γονείς έχουν περισσότερο χρόνο για τις συζυγικές τους σχέσεις και γενικότερα το κάθε άτομο αποκτά περισσότερο προσωπικό χώρο ο οποίος επεκτείνεται και εκτός οικογένειας.

Εάν ο γάμος περάσει με επιτυχία από τις «συμπληγάδες» αυτών των φάσεων, τότε η επόμενη κρίση εμφανίζεται όταν συμπίπτει η κρίση της εφηβείας των παιδιών με την κρίση της μέσης ηλικίας των γονέων. Όταν φθάσει η εποχή της ανεξαρτητοποίησης του νέου/ας από την οικογένεια στην αρχή συναισθηματικά, στη συνέχεια λόγω σπουδών ή στρατιωτικής θητείας, και αργότερα λόγω γάμου και επαγγελματικής αποκατάστασης, το γονεϊκό ζευγάρι μένει μόνο και επιστρέφει υποχρεωτικά στη δυαδική σχέση από την οποία ξεκίνησε. Η ενηλικίωση των παιδιών και η αποχώρησή τους από την οικογενειακή εστία δημιουργεί ιδιαίτερα δυναμικά στην περίπτωση που «τα παιδιά είχαν χρησιμοποιηθεί, για να ικανοποιηθούν ανάγκες που δεν εύρισκαν ικανοποίηση στη συζυγική σχέση», οπότε η απομάκρυνση των παιδιών τώρα επιδεινώνει τη σχέση. Εάν η έξοδος του νέου/ας λειτουργεί απειλητικά για την ισορροπία της συζυγικής σχέσης, τότε οι αντιστάσεις στην ανεξαρτητοποίησή του είναι σθεναρές. Κατά συνέπεια όσες εκδηλώσεις και δραστηριότητες του νέου σχετίζονται με αυτή την διαδικασία, όπως το «άνοιγμα» σε φιλικές σχέσεις εκτός οικογένειας, η πολιτική, θρησκευτική ή κοινωνική του δραστηριοποίηση, η απαίτηση για μεγαλύτερη αυτονομία προκαλούν καχυποψία, απαγορεύσεις, περιορισμούς, επίταση της υπερπροστασίας. Όπως οι έφηβοι αναστατώνονται από τις αλλαγές στη σωματική τους κατάσταση και τη σεξουαλικότητά τους, έτσι και οι μεσήλικες αντιμετωπίζουν καινούργιες ψυχολογικές δυσκολίες. Για παράδειγμα την ίδια περίοδο που η κόρη βρίσκεται στην ακμή της νεανικής της ομορφιάς, η μητέρα μπαίνει στην κλιμακτήριο και κατακλύζεται από ανασφάλεια σχετικά με την ελκυστικότητά της. Ταυτοχρόνως ο σύζυγος μπορεί να γίνει ευάλωτος από άλλες γυναίκες, λόγω των δικών του φόβων για την εμφάνιση των πρώτων σημαδιών του γήρατος, όπως τα γκρίζα μαλλιά, οι πρώτες ρυτίδες και η μείωση της φυσικής αντοχής. Υπό το κράτος αυτών των συναισθηματικών φορτίσεων, η σύζυγος ψυχολογικά αμυνόμενη υιοθετεί ασυνήθιστες για κείνη συμπεριφορές, όπως αυξημένη ζηλοτυπία προς τον σύζυγο, αλλά και προς τα παιδιά για τη σχέση που έχουν μαζί του ή και με φίλους εκτός οικογένειας. Στην προκειμένη περίπτωση αν δεν υπάρχει ένα επίπεδο πνευματικής ωριμότητας ή άλλες διέξοδοι, όπως ενοριακές, κοινωνικές, φιλανθρωπικές, μορφωτικές ή άλλες δραστηριότητες, οι λύσεις που μπορούν να υιοθετηθούν θα είναι προβληματικές, με το κίνδυνο της κατάθλιψης να ελλοχεύει. Αντίστοιχους φόβους και συναισθήματα βιώνει και ο σύζυγος.

Αρχές και αξίες

Μια πτυχή των εντάσεων, σχετίζεται με την ενοχοποίησης των γονέων, οι οποίοι καλούνται να προβούν στον απολογισμό τους, σχετικά με το πόσο συνεπής είναι η μέχρι τώρα ζωή τους προς τις αρχές και τις αξίες τους. Η κριτική που ασκούν οι νέοι, η οποία είναι πολύ σκληρή και βοηθάει στην ανεξαρτητοποίησή τους, μπορεί να λειτουργήσει ενοχοποιητικά και, κατά συνέπεια, να διεγείρει θυμό και επιθετικότητα. Αυτή η διεργασία εκφράζεται με μορφή «ιδεολογικών» αντιπαραθέσεων στο οικογενειακό πλαίσιο. Η νεότητα σήμερα βρίσκεται στο επίκεντρο του κοινωνικού θαυμασμού, ενώ η μέση ηλικία δεν χαίρει ιδιαίτερης εκτιμήσεως. Ο όρος μεσήλικας έχει σχεδόν καταργηθεί από το σημερινό λεξιλόγιο ή χρησιμοποιείται ως έννοια με αρνητικό πρόσημο. Σήμερα οφείλει κάποιος να είναι «νέος» και, αν δεν μπορεί, περιθωριοποιείται ως «γέρος», χωρίς να επιτρέπεται η ενδιάμεση μεσήλικη φάση. Υπό το κράτος αυτών των συναισθηματικών φορτίσεων ο «μεσήλικας» βρίσκεται στην ανάγκη να αποτιμήσει τα δομικά συστατικά της μέχρι τότε ζωής του. Έτσι ο μεσήλικας καλείται να επαναπροσδιορίσει τόσο τα ουσιώδη των βασικών τομέων της ζωής του, όπως η συζυγική σχέση, η επαγγελματική καριέρα, ή η σχέση του με τους δικούς του γονείς, όσο και τη θέση του απέναντι στις αρχές, τις αξίες και τη θρησκευτική του ταυτότητα. Έτσι στη μέση ηλικία, τα άγχη και οι εντάσεις, που πυροδοτεί η παρουσία των εφήβων και η προβολή πάνω στους γονείς των δικών τους προβλημάτων, λειτουργούν ως πρόκληση για αναθεώρηση.

Αν παρατηρήσει κάποιος το σύγχρονο εκκλησίασμα μπορεί να διαπιστώσει ότι ο εκκλησιασμός των νέων γονέων μαζί με τα μικρά παιδιά τους ματακυλίεται σε μείωση του εκκλησιασμού των γονέων, όταν αυτοί μπαίνουν στην μέση ηλικία, και οι έφηβοι αρνούνται να τους ακολουθήσουν. Όταν περάσει η θύελλα της ενδοοικογενειακής σύγκρουσης των γενεών και τα παιδιά ακολουθήσουν τη δική τους πορεία ζωής, οι μεσήλικες επανακάμπτουν, με πιο προσωπικές αναζητήσεις και αιτήματα μεγαλύτερης εμβάθυνσης και προσωπικής πνευματικής προόδου.

Η έννοια «κρίση της μέσης ηλικίας» είναι ένα κατηγόρημα των νεότερων χρόνων. Ωστόσο μερικά από τα πρακτικά και ψυχολογικά χαρακτηριστικά της μέσης ηλικίας, όπως η επαγγελματική ακμή, οι ενδοοικογενειακές σχέσεις, φαίνεται να είναι διαχρονικό φαινόμενο, που δεν σχετίζεται απόλυτα με την ηλικία, αλλά κυρίως με τη φάση του «κύκλου της ζωής», στην οποία βρίσκεται κάθε φορά το υποκείμενο. Στα κείμενα του Ιωάννη του Χρυσοστόμου συναντώνται τοποθετήσεις οι οποίες έχουν χαρακτήρα συμβουλών και παραινέσεων προς ανθρώπους, η οικογενειακή κατάσταση των οποίων θα μπορούσε να είναι στη σημερινή μέση ηλικία. Ο Ιερός Χρυσόστομος σημειώνει ότι, μετά την νεανική ηλικία ακολουθεί η ανδρική, η οποία έχει να αντιμετωπίσει τα οικονομικά προβλήματα που δημιουργεί η ζωή, μαζί με τις άλλες ευθύνες που συνεπάγεται ο γάμος, η απόκτηση παιδιών και η προστασία της οικογένειας. Σχετικά με τις ανησυχίες του μεσήλικα ανθρώπου όσον αφορά τις σωματικές αλλαγές και κυρίως στην εμφάνισή του, είναι φυσικό να μην έχουμε πολλές αναφορές, αφού γενικά η φιλαρέσκεια θεωρείται αρνητικό μέγεθος. Δεν έχει όμως διαφύγει της προσοχής του Αγίου Χρυσοστόμου, η αυξημένη ανησυχία και φροντίδα σχετικά με την εξωτερική τους εμφάνιση, όταν τα σημάδια του γήρατος δηλώνουν την παρουσία τους. Οι παρατηρήσεις του σχετικά με τη στάση των γονέων, όταν παροτρύνουν τα παιδιά τους να σπουδάσουν και να σχεδιάσουν το μέλλον τους, παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και εντυπωσιάζουν με το πόσο σύγχρονες αποδεικνύονται. «Δεν ακούει κανείς τίποτε άλλο από τους γονείς» γράφει, «όταν συνομιλούν με τα παιδιά τους και να τα παρακαλούν να σπουδάσουν την ρητορική, παρά λόγια σαν τα παρακάτω: λένε ότι ο τάδε, αν και ήταν άσημος απόκτησε δύναμη από τη ρητορική τέχνη, έφτασε σε υψηλά αξιώματα, απέκτησε πολύ πλούτο, νυμφεύτηκε γυναίκα πλούσια, έχτισε λαμπρό σπίτι, όλοι τον φοβούνται. Κανείς όμως, δεν κάνει ούτε μια φορά μνεία των ουρανών και αν κάποιος επιχειρήσει να τους μνημονεύσει εκδιώκεται ως ανατροπέας των πάντων».

Από το βιβλίο του π Αδαμάντιου Αυγουστίδη « Γόνιμες συγκρούσεις», εκδόσεις Έννοια, 2008. Επιτομή από τον π. Ιωάννη Καλογερόπουλο.

Πηγή: Κοίμηση Θεοτόκου Φανερωμένης Χολαργού