Θεολογία και Ζωή

Ελεημοσύνη και Φιλανθρωπία στη Θεία Ευχαριστία της πρώτης Εκκλησίας

7 Μαρτίου 2010

Ελεημοσύνη και Φιλανθρωπία στη Θεία Ευχαριστία της πρώτης Εκκλησίας

του Γ. Ν. ΦΙΛΙΑ καθηγητή τον Πανεπιστημίου Αθηνών

Ο όρος «ελεημοσύνη» υπήρξε άγνωστος στην ελληνική γραμματεία. Οι εβδομήκοντα χρησιμοποίησαν τον όρο για να σημάνουν την ευεργεσία και την επιβράβευση του Θεού προς τον άνθρωπο. Η ελεημοσύνη του Θεού προς τον άνθρωπο αποτελεί έτσι το πρότυπο για την ελεημοσύνη του ανθρώπου προς το συνάνθρωπο του.

Ο Παροιμιαστής στην Παλαιά Διαθήκη τονίζει: «Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν… και ος δίδωσιν πτωχοίς ουκ ενδεηθήσεται».

Γι’ αυτό μακαρίζεται ο ελεήμων και εφοδιάζεται με τη βεβαιότητα ότι ο Θεός δεν θα αποστρέψει από αυτόν το πρόσωπο του.

Στην Καινή Διαθήκη κληροδοτείται η γενική έννοια της ελεημοσύνης και συνδυάζεται με την προσευχή, την οποία συμπληρώνει και ενισχύει, όπως τονίζει ο Απ. Πέτρος προς τον εκατόνταρχο Κορνήλιο. Η μαρτυρία αυτή, περί της ελεημοσύνης του Κορνηλίου, η οποία «ανέβηκε προς τον Θεό εις μνημόσυνο» (δηλαδή για να μη λησμονήσει ο Θεός τον Κορνήλιο), υποδηλώνει ένα σαφές λειτουργικό πλαίσιο. Άλλωστε και η έκφραση «ενώπιον του Θεού» παραπέμπει σ’ ένα προσευχητικό πλαίσιο.

Μέσα στο παραπάνω πλαίσιο, δεν αποτελεί έκπληξη η διακήρυξη του Απ. Παύλου ότι η ελεημοσύνη αποτελεί «λειτουργία», η οποία «θα δώσει αφορμή για πολλές ευχαριστίες στο Θεό». Η ορολογία αυτή είναι προφανώς λατρευτική.

Δεν θα πρέπει, άλλωστε, να θεωρηθεί άνευ σημασίας το γεγονός ότι η διδασκαλία του Κυρίου περί της αληθινής ελεημοσύνης προηγείται της περί προσευχής διδασκαλίας Του.

Η συνάφεια ελεημοσύνης και λατρείας του Θεού, η ανταπόδοση από τον Θεό και η δημιουργία «θησαυρού στον ουρανό» συνιστούν βασικές πτυχές τής διδασκαλίας τού Κυρίου περί ελεημοσύνης.

Οι μαρτυρίες των Πράξεων των Αποστόλων φωτίζουν τον τρόπο πραγματοποιήσεως της φιλανθρωπίας στην Αποστολική Εκκλησία. Φωτίζουν και την περί ελεημοσύνης μαρτυρία τής Καθολικής Επιστολής Ιακώβου, όπου το «έργο» της ελεημοσύνης εξαίρεται ως το απαραίτητο συμπλήρωμα, ώστε να μην καταστεί η πίστη «νεκρή».

Στην προς Γαλατάς επιστολή, ο Απ. Παύλος αναφέρεται στην απόφαση της Αποστολικής Συνόδου των Ιεροσολύμων (48/49 μ.Χ.) να τύχουν βοηθείας οι πτωχοί, προσθέτοντας ότι «φρόντισε για το έργο αυτό με ζήλο» και το αποκαλεί «λειτουργία», αλλά και «κοινωνία» εκείνων που ελεούν με εκείνους που ελεούνται και η έννοια τής «κοινωνίας» παραπέμπει σε μία βαθύτερη ενότητα, την οποία δεν διασφαλίζουν οι καθημερινές ανθρώπινες σχέσεις, αλλά η κοινή πίστη.

( Εκκλησία τ. 5 Ένθετο Απογευματινής 5/3/2010)