Ορθόδοξη πίστη

Η συμμετοχή του Αγίου Όρους στην Επανάσταση, μέσα από το βιβλίο «Το Άγιο Όρος» του Μοναχού Δωροθέου (Βατοπαιδινού)

21 Μαρτίου 2010

Η συμμετοχή του Αγίου Όρους στην Επανάσταση, μέσα από το βιβλίο «Το Άγιο Όρος» του Μοναχού Δωροθέου (Βατοπαιδινού)

Εκδόσεις Τέρτιος . Τόμος 1ος .Κεφ. ΧΧ ( σελ. 130 – 142 ) .

Το μήνυμα της Επανάστασης του 21 βρίσκει τον Άθω να δονείται από ενθουσιασμό. Η ατμόσφαιρα είναι ηλεκτρισμένη και τα πνεύματα εξημμένα. Η διάδοση της συγκλονιστικής είδησης του απαγχονισμού του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ ( 10 Απριλίου 1821), της τραγικής εκείνης μορφής , της τόσο συνδεδεμένης με το Αγιο Όρος, η αναγγελία της Επανάστασης στο Μωριά και η μόνιμη τούρκικη τυραννία, είναι ισχυρά εναύσματα για ν’ ανάψουν τη μεγάλη πυρκαγιά. Στον πυρετό της Επανάστασης οι Μονές παραχωρούν στους επαναστάτες τα κανόνια τους , πυρομαχικά και τρόφιμα, ενώ μετατρέπουν τα χαλκιάδικα σε οπλουργεία . Η Ιερά Κοινότητα συντονίζει τις ενέργειες όλες, κι αυτή συγκεντρώνει τα χρήματα του αγώνα. Ταυτόχρονα καλεί τον Εμμανουήλ Παπά, που βρίσκεται από το Μάρτιο του ίδιου έτους στη μονή Εσφιγμένου, να παραλάβει τα τρόφιμα και τα πολεμοφόδια. Ήταν πολύ εντυπωσιακός ο ξεσηκωμός εκείνος και δεν επέτρεπε αμφιταλαντεύσεις . Ο καταδυναστευόμενος λαός έδιωχνε από τις προγονικές εστίες του το βάρβαρο καταπιεστή. Ένα θούριο, ποίημα Αγιορείτη υμνογράφου, ψάλλει εναντίον του « αιμοβόρου τυράννου Σουλτάν χασάπη » και προσανατολίζει τις συνειδήσεις των επαναστατών στην ένδοξη Ιστορία τους :

« Ναι, ω πατριώται μου, ας ορκισθώμεν

Ή να νικήσωμεν ή να χαθώμεν.

Θάνατος ο ένδοξος είν’ ίδιον ημών.

Γενναίοι οπλίται, μαζί πολεμείτε

Τους τυράννους φωνείτε : σηκτίριν μπουρτά !

………………………..

Ας επαναλάβωμεν κάθε φροντίδα

Να ελευθερώσωμεν φίλην πατρίδα

Και να ανακτήσωμεν την γην την πατρικήν.

……………………………..

Αλλά και η Ιερά Κοινότητα, χωρίς ποιητική έξαρση, όπως ο παραπάνω στιχουργός, με ανυποχώρητη όμως σταθερότητα έγραφε προς όλους τους μοναχούς : « Να στεκώμεθα δια το καλόν του Κοινού μας έως θανάτου κατά χρέος…μάχου υπέρ Πατρίδος και Πίστεως.» Κι οι αντιπρόσωποι των Μονών μεταβαίνουν στα πεδία των μαχών και εμψυχώνουν τους μαχητές τους « εν όπλοις αδελφούς Κελλιώτας και άλλους » « ποτέ μεν με λόγους αδρούς και δραστηρίους , ποτέ δε δι’ υποσχέσεων μεγάλων εκκλησιαστικών βραβείων , ποτέ δε δια δόσεως…» , « δια να πολεμούν όλοι με περισσότερον θάρρος και θερμότερον ενθουσιασμόν, και επομένως να καταβληθή ο εχθρός» . Επιστρατεύει έναν ασκητή « επιστήμονα κατασκαφής χανδακίων » , « μάστορι τογραματζί » που εργαζόταν στον Αλή Πασά και στέλνει στη Βίγλα να επιστατήσει στη διάνοιξη τάφρων. Άλλος πάλι, ο Διονύσιος Πύρρος ο φαρμακοποιός, επιστρατεύεται για την κατασκευή πυρίτιδας. Επίσης επιστρατεύονται τοπζίδες, δραγουμάνοι, ράφτες, κανονιέροι. Προσευχές διαβάζονται στους ναούς και κινούν σε συμπάθεια τη Μητέρα του Θεού : « Αφάνισον, Δέσποινα, τας εν τω μέσω ημών μνησικακίας, και χάρισαι ημίν αγάπην , ειρήνη, ομόνοιαν. …( οι τύραννοι) δια την μεγάλην αυτών απανθρωπίαν, εισίν άνθρωποι άσπλαγχνοι και λύκοι αχόρταστοι . Ελευθέρωσον ημάς τα τέκνα σου νυν Δέσποινα, ελευθέρωσον εκ των χειρών των Αγαρηνών και λύτρωσαι ημάς ταχέως εκ της πικράς και πολυχρονίου αιχμαλωσίας …»

Ο Εμμανουήλ Παπάς, ο αγνός εκείνος και ανιδιοτελής πατριώτης, μετά την επίσημη ανακήρυξή του σε αρχιστράτηγο του αγώνα, κατά την τελετή που έγινε στο Πρωτάτο, μεταβαίνει στον Πολύγυρο, όπου κηρύσσει την Επανάσταση, στα επαναστατημένα ήδη χωριά της Χαλκιδικής. Ο στρατός του αποτελείται από 3.900 πολεμιστές. απ’ αυτούς οι 1000 τουλάχιστον είναι Αγιορείτες μοναχοί . Δυό Μονές, η Εσφιγμένου και η Χελανδαρίου γίνονται τα προκεχωρημένα φυλάκια. Η Εσφιγμένου, έχοντας ηγούμενο τον Ευθύμιο, ιδιαίτερο γραμματέα του Αγίου Γρηγορίου του Ε’ Φιλικό και στενό συνεργάτη του Εμ. Παπά δίνεται ολόκληρη, με όλους τους μοναχούς της, στην Επανάσταση. Εντός του Όρους, « με θέλημα του Άρχοντος ( του Εμ. Παπά) και των Πατέρων του Όρους, εψηφίσθη ο κυρ Νικηφόρος ( ο Ιβηρίτης) διοικητής και κριτής…, να κρίνη δηλ. και να διορθώνη τον καθένα με φόβον Θεού και διάκρισιν πολλήν, ως επίσταται » . Η μέχρι χτες ταπεινωμένοι και εξουθενωμένοι ραγιάδες ορθώνονται απέναντι του τύραννου. Ένας ποταμός από γυμνά, κάτισχνα κορμιά, με φλογερές όμως καρδιές, ξεκινά ογκούμενος από την Κουμίτσα , περνά την Ιερισσό, το Χολομώντα, τη Γαλάτιστα, τα Βασιλικά , κυνηγώντας με ορμή τους πτοημένους Τούρκους, που βρίσκουν προστασία στα τείχη της Θεσσαλονίκης : « όλα τα χωρία μας ευρίσκονται εις τα όπλα και κινούνται εναντίον του κοινού εχθρού του γένους και της πίστεως με μεγάλην θαρραλεότητα και ορμήν, ώστε οπού οι μουσουλμάνοι κυριεύονται από άκραν δειλίαν. Αναχωρούν αγεληδόν από τα χωρία των και δραπετεύουν με φόβον μεγάλον …» Και σ’ όλες τις μάχες βρίσκεται παρών ο επίσκοπος Ιερισσού Ιγνάτιος ο Αγιορείτης που « συναγωνίζεται » με τους πολεμιστές, εμψυχώνοντάς τους . Τα χωριά των τούρκων γίνονται στάχτη: « έκαψαν και πολλά χωρία των αγαρηνών οι εδικοί μας…» ( πρόκριτοι Καλαμαριάς προς Εμ. Παπά, 2 Ιουνίου 1821) και οι επαναστάτες θριαμβεύουν : « είμεθα γυμνοί καθ’ όλα . Προχωρούμεν όμως , καίτοι αδύνατοι από τζιπχανέ ( = εφόδια) , θριαμβευτικώς… Το στράτευμά μας, έως αυτήν την ώραν, επλησίασεν τριών ωρών μακρόθεν της Θνίκης » ( Ιω. Χ΄΄χρήστου προς Εμ. Παπά, 6 Ιουν.) . Όλα βαίνουν καλώς : « εν ενί λόγω τρέχουν, Θεού συναιρομένου , τα πράγματα αισίως και κατά ρουν…» ( Γεδεών μον. και Δ. Νικολάου προς Εμ. Παπά , 3 Ιουν. ) Όμως όσοι συντονίζουν την Επανάσταση αρχίζουν ν’ ανησυχούν : « η ορμή των Ελλήνων είναι ακράτητος…πλην…η έλλειψις της μπαρούτης είναι το μόνον μέσον να εμποδίση και την ορμήν ταύτην » ( Εμ. Παπάς προς Σπετσιώτες, 12 Ιουν. ) , ενώ οι ανάγκες αυξάνουν : « .. και ο τόπος έμεινεν ενταύθα εις μεγαλωτάτην ένδειαν από τα ανγκαία, ανθρώπους, δηλονότι, μπαρούτι, βόλια κ. α ., κοντά εις τα οποία ολιγοστεύει και η ζωοτροφία μας. ήδη ευρισκόμεθα εις μεγαλώτατον και προφανή κίνδυνον…» ( Ιερά Κοινότης προς Σπετσιώτες, 14 Ιουν. ) .

Οι Τούρκοι κατά τις επόμενες μέρες θ’ αντιληφθούν και θα πληροφορηθούν ότι πυρίτιδα υπάρχει λιγοστή στο στρατόπεδο των Ελλήνων : « μπαρούτι, το οποίον είναι πολλά σπάνιον και σχεδόν ελλειπές διόλου» ( Ιερά Κοινότης προς Εμ. Παπά, 24 Ιουν. ) . Έτσι οι όροι αντιστρέφονται .Οι αμυνόμενοι αρχίζουν να γίνονται οι επιτιθέμενοι : « …των ασεβών, των ελθόντων μέχρι Κομίτζης και καθ’ εκάστην με μέγα θράσος και αφοβίαν εφορμούντων. Επειδή κατέκαυσαν όλα τα χωρία και μετόχια, ομού με τους καρπούς… και τα μέγιστα απελπισθέντες ( οι επαναστάτες) ήρξαντο κατά μέρος δραπετεύειν …» ( Ιερά Κοινότης προς Εμ. Παπά, 24 Ιουν. ). Οι υπερασπιστές, όσοι δεν πτοούνται – μοναχοί και λαϊκοί – « στέκονται αργοί , με το να μη έχουν φυσήκια » ( Ιερά Κοινότης προς Παπά , 26 Ιουν. ) Οι εχθροί πυρπολούν και την Ιερισσό, το τελευταίο προπύργιο της ηπειρωτικής Χαλκιδικής , πριν να εφορμήσουν στις Χερσονήσους : « …οι εχθροί μας ανεχώρησαν από Ερισόν, καίοντες διόλου το χωρίον » ( πλοίαρχος Αθ. Μαργαρίτης προς Παπά, 13 Ιουλ. 1821). Οι δύο όμως Χερσόνησοι παραμένουν ελεύθερες : « Κατά το παρόν καταπολεμούμεν τους εχθρούς εκ των δύο χερσονήσων , της τε Κασσάνδρας και του Αγίου Όρους, ερχομένους καθ’ εκάστην καθ’ ημών με ωμότητα και θηριωδίαν…» ( Παπάς προς Λ. Κουντουριώτη, 4 Αυγ. ) . Στα στρατόπεδα δεν είναι μόνο η έλλειψη των πυρομαχικών πιεστική, αλλά και των τροφίμων. Όμως πιο τραγικό είναι η διχόνοια που εγείρεται μεταξύ των δύο αρχηγών : του Εμ. Παπά και του Ρήγα Μάνθου. Οι δύο άντρες έρχονται σε ρήξη κατά το τέλος Ιουλίου με άγνωστη έκβαση. Αλλά και όλες μαζί οι νίκες των επαναστατών έμελλε να υπερκεραστούν από μια και μόνο ήττα , εκείνη της 15 Σεπτ. , στην αμυντική γραμμή της Κασσάνδρας.

( συνεχίζεται)