Ορθόδοξη πίστη

Η συμμετοχή του Αγίου Όρους στην Επανάσταση, μέσα από το βιβλίο «Το Άγιο Όρος» του Μοναχού Δωροθέου (Βατοπαιδινού) (4)

24 Μαρτίου 2010

Η συμμετοχή του Αγίου Όρους στην Επανάσταση, μέσα από το βιβλίο «Το Άγιο Όρος» του Μοναχού Δωροθέου (Βατοπαιδινού) (4)

Ελληνίδες προσεύχονται στην Παναγία. Έργο του Γάλλου Ολλανδικής καταγωγής Ary Scheffer (1795-1858)

Συνέχεια από (3)
Εκδόσεις Τέρτιος . Τόμος 1ος .Κεφ. ΧΧ  ( σελ. 130 – 142 )

 

Οι μοναχοί , όσοι έμειναν κατά το διάστημα εκείνο στο Όρος , κυριολεκτικά « εθανατομάχησαν  και υπέφεραν εν άκρα υπομονή και γενναιότητι τοσαύτας βασάνους επί δεκαετίαν εν τω ιερώ αυτώ τόπω, και με θυσίαν της ζωής των διετήρησαν τα ιερά σκηνώματα …» όπως αναφέρει σε έγγραφό του ο πατρ. Κωνστάντιος 1830) . Αυτοί οι μοναχοί είναι οι πιο ηρωικοί άντρες σ’ όλη την Ιστορία  του Αγίου Όρους. Οι φόροι που πλήρωνε το Όρος ετησίως έφταναν τις 20.000 γρόσια. Το ποσό αυτό κατά την περίοδο που εξετάζουμε , υπερτετραπλασιάστηκε , φτάνοντας τις 89.000 . Εκτός από την πάγια εισφορά των 200.000 γρ.

Η εξέγερση θα είχε, οπωσδήποτε, άλλη έκβαση, αν βρισκόταν ένας καλός πολέμαρχος στη Χαλκιδική  του τύπου Ανδρούτσου, Κολοκοτρώνη, Μακρυγιάννη. Επίσης και μεταξύ των Αγιορειτών , αν βρισκόταν ένας μοναχός με πολεμική φλόγα , αλλά και ανάλογη αγιότητα , του ύψους του Πατροκοσμά , αλλιώς θα εξελίσσονταν όλα.  Γενικά οι Αγιορείτες θα μπορούσαν να βοηθήσουν περισσότερο. Ίσως να μη συνειδητοποίησαν βαθιά πως « όλα τα ιερά μοναστήρια, η δόξα, η ησυχία, η ζωή σας, τα πάντα κρέμανται από την σωτηρίαν του Γένους..» , όπως επέστελλε  προς αυτούς ο Δημήτριος Υψηλάντης  και συνέχιζε με την προτροπή : « και αυτούς τους χρυσούς και αργυρούς κόσμους των ιερών εικόνων πρέπει να τους μεταχειρισθείτε κατά των ασεβεστάτων εικονομάχων…Δείξατε ,λοιπόν , τον ιερόν ζήλον σας, γενναίοι στρατιώται του Χριστού…!»  Αλλά και σ’ άλλη επιστολή του ( 12 Ιουλίου) ο γενναίος στρατηγός εκφράζει την ευχή, και το Άγιο Όρος « να αγωνισθή γενναίως και με σώματα και με χρήματα . Όχι μόνον δια την ατομικήν του σωτηρίαν , αλλά και, ει δυνατόν, δι’ όλην την ελευθερίαν του γένους, από το οποίον έλαβε την ύπαρξίν του και την δόξαν του, και χωρίς τούτου δεν ημπορεί να σωθεί…» Τα αυτά περίπου λόγια θα χρησιμοποιήσει, λίγα χρόνια μετά , και ο Δημ. Τσάμης Καρατάσσος. Υπήρξαν στην Ιστορία κρίσιμες ώρες, κατά τις οποίες η Εκκλησία χρησιμοποίησε πολύτιμα σκεύη της για το γενικό καλό. Η επιστολή του Αγίου Διονυσίου, που είδαμε σε προηγούμενο κεφάλαιο προτρέπει σε τέτοιες πράξεις.

 Η παραπάνω αυστηρή κρίση δεν συμφωνεί ποσώς με το λόγο του Παπαρρηγόπουλου ότι οι μονές του Αγίου Όρους  « ούτε προθυμίαν ούτε καρτερίαν ικανήν έδειξαν » , διότι ο λόγος εκφράζει πρόχειρη εκτίμηση . Εξάλλου « αν τούτο ούτως είχε δεν θα ετιμωρούντο  (οι Αγιορείτες ) πικρώς , ως αυτός ούτος ( ο Παπαρρηγόπουλος) λέγει , αλλά μάλιστα θα ημείβοντο γενναίως » . Θα ήταν ουσιαστική η βοήθεια του Όρους, αν αυτό συνέτρεχε με πυρίτιδα. Όμως τέτοια δεν υπήρχε.Μαρτυρούν οι επιστολές της Ιεράς Κοινότητος προς Ύδρα, Σπέτσες, Σκόπελο, Τρίκερι  και Δημήτριο Υψηλάντη με τις οποίες ζητούσε απεγνωσμένα πυρίτιδα, για να εφοδιάσει το στράτευμα. Μέχρι τη Μάλτα ζήτησε πυρίτιδα.  Το Όρος προμήθευε τους πολεμιστές με ό,τι είχε. Μολύβι μόνο έστειλε με μιας  6,5 τόννους , πού οι τόννοι τα ζυμωμένα ψωμιά , τα λοιπά τρόφιμα, το κρέας, τα ενδύματα ..Δεν πρέπει όμως να λησμονιέται ότι των μοναχών έργο δεν είναι ο πόλεμος, αλλά η προσευχή. Γι’ αυτό και οι Υδραίοι έγραφαν  ( 18 Ιουλίου 1821)  « …Ενισχύσατε , θείοι πατέρες, τους πλησίον σας χριστιανούς. Συναγωνισθήτε οι δυνάμενοι υπέρ της ελευθερίας και της πίστεως, οι δε λοιποί παρακαλείτε τον Κύριον των δυνάμεων υπέρ των αγωνιζομένων εις τον παρόντα ιερόν πόλεμον..» « Παρακαλείτε , θείοι Πατέρες ,τονΎψιστον Θεόν , να ενισχύση το γένος των Χριστιανών δια να καταστρέψη την θαλάσσιον δύναμιν του απίστου , και τότε είσθε βέβαιοι , ότι όλον το γένος μένει ελεύθερον ».

Μένει να εξετάσουμε την υποδοχή που είχαν τα ιερά κειμήλια ,και οι μοναχοί που τα συνόδευαν , στην ελεύθερη Ελλάδα. Τα κειμήλια βρίσκονται ασφαλώς φυλαγμένα , μακριά από τους τούρκους , στην Ύδρα, στον Πόρο, σε άλλα νησιά , καθώς και στη Μ. του Μεγάλου Σπηλαίου. Η Βουλή , σε επανειλημμένες  συνελεύσεις , εξετάζει  « αν πρέπει  να μετακομισθώσι και αυτοί οι φέροντες αυτά μοναχοί » και , επίσης « να διορισθώσιν οι κατά τόπους αρχηγοί και έφοροι  να βάλωσιν εις πράξιν τον αυτόν διορισμόν ». Στο μεταξύ οι Αγιορείτες υποβάλλουν αίτηση στη Βουλή  ( 16 Μαρτίου 1822) να τους δοθεί  ένα κτήμα που να καλλιεργούν για τις ανάγκες τους.  Το αίτημα γίνεται δεκτό « με την συμφωνίαν ρητώς» , μετά την απελευθέρωση , « να επιστρέφεται ο τόπος εις το Γένος» . Το υποδεικνυόμενο « οθωμανικόν κτήμα ποτέ » , που είχε και πύργο , έκειτο  στην επαρχία  Τροιζηνίας « αντικρύ  της νήσου Πόρου » . Η γη όλη γύρω και το αμπέλι ήταν από καιρό εγκαταλειμμένα και χέρσα . Η νέα πολυμιγής  αγιορειτική αδελφότητα  των 20 Μονών του Άθω , συνολικά 40 μοναχοί, είναι κάτοχος και δύο « καλών πλοίων » , που της χρησιμεύουν για ψάρεμα αλλά και μεταφορές.  Η συμφωνία αυτή είναι συμφέρουσα : οι πατέρες « θέλουν προσφέρει  καθημερινά γονυκλισίας εις Θεόν  υπέρ ενισχύσεως του φιλοχρίστου στρατού ». Επίσης  με την εργατικότητα , τη φιλάδελφη διάθεση και τον ανυστερόβουλο  πατριωτισμό τους θα γίνονται και πρακτικώς « χρήσιμοι εις την πατρίδα ».  Η Μ. Εσφιγμένου, της οποίας το σύνολο σχεδόν της αδελφότητος με επικεφαλής  τον Ευθύμιο μετέβη στην ελεύθερη Ελλάδα , φεύγοντας την εκδικητική μανία της τουρκιάς, πρέπει να έχει  ξεχωριστό κτήμα, και τούτο « δια τας πιστάς εκδουλεύσεις της » προς το Έθνος.

 Για τα κειμήλια το μινιστέριον  της θρησκείας ( μινίστρος ο Ανδρούσης Ιωσήφ) « έστειλεν άνθρωπον πιστόν  και άξιον  εις νήσον  Πόρον μετά των Αγιορειτών, …όστις κατέγραψεν  όλα τα ιερά κειμήλια και σκεύη ». Ο σπουδαίος και όσιος ιεράρχης ρίχνει δειλά τη γνώμη, « επειδή το έθνος έχει τώρα παρά ποτέ την μεγίστην ανάγκην και δείται χρημάτων … και δεν υπάρχουν άλλοθεν  δανεισταί , κρίνω συμφέρον και αναγκαίον  και όσιον το να εξαργυρωθώσιν εκ των ιερών σκευών μερικά » « περιττά ιερά », « άχρηστα σκεύη », έναντι « εθνικών ομολογιών»  που θα εκδοθούν από τη βουλή . Αποφασίζεται « να στείλει η Διοίκησις  ανθρώπους  γνωστούς , οι οποίοι με ακριβή κατάλογον να τα παραλάβωσι και να τα φέρωσιν εδώ ( Κόρινθο) και έπειτα η Διοίκησις  φροντίζει  περί της ασφαλείας αυτών και του πρέποντος ». Αλλά βλέπουμε , και πολύ αργότερα, να διατηρείται από τους ηρωικούς  εκείνους άνδρες ο ίδιος σεβασμός προς τα ιερά αντικείμενα.  Έτσι μετά την κορύφωση του Αγώνα , αυξήθηκαν οι ανάγκες και προτείνεται στο Βουλευτικό ( πρόεδρος ο Βρεσθένης Θεοδώρητος) « να γένη σκέψις  να βαλθώσιν εις υποθήκην και να ληφθώσι  χρήματα , τα οποία να χρησιμεύσωσι  δια τας κατά γην και θάλασσαν  εκστρατείας του έθνους ».