Συναξαριακές Μορφές

Αν ήταν ένας άλλος…και αν ξεχνούσε…

13 Απριλίου 2010

Αν ήταν ένας άλλος…και αν ξεχνούσε…

 «Τον Σταυρόν Σου τον τίμιον προσκυνούμεν Χριστέ και την Ανάστασίν Σου υμνούμεν και δοξάζομεν τω γαρ μώλωπί Σου, ημείς οι πάντες ιάθημεν». (Εσπερινός Τρίτης Διακαινησίμου).

«Γενόμενος άνθρωπος πάσχει ως θνητός, και διά πάθους το θνητόν, αφθαρσίας ενδύει ευπρέπειαν». (Κανών του Πάσχα).

Μέσα στη δυναμικότητα της αφθαρσίας του, κάρπισε η πνευματική δυναμικότητα, που εκδηλώθηκε μέσα στην υπομονή και το εκούσιο χωρίς ενοχή πάθος. Στο πνευματικό πεδίο, η αθωότητα,  πραότητα και η θυσία του Αρνίου, που υπομένει τη σφαγή, ισοδυναμούν με τη δύναμη του λιονταριού, που νικά το θάνατο. Στην πνευματική τάξη μόνο το αθώο και εσφαγμένο Αρνίο παίρνει την εξουσία. Αυτό μόνο είναι το λιοντάρι που νικάει (Αποκ. 5,5-6). Γι’ αυτό, έτσι όπως μιλούμε για τη δύναμη του Σταυρού, κατά την εβδομάδα των Παθών, το ίδιο μιλούμε γι’ αυτή τη δύναμη και κατά τη γιορτή του Πάσχα.

«Εν τω Σταυρώ σου κατήργησας, την του ξύλου κατάραν εν τη ταφή σου ενέκρωσας του θανάτου το κράτος.  (Εσπερινός Κυριακής του Πάσχα). Ο Σταυρός εξακολουθεί να μεταδίδει τη δύναμή του μέσα από τον Αναστημένο Χριστό στον κόσμο, γιατί αυτό σημαίνει πραότητα, αγάπη, νέκρωση όλων εκείνων που κρατούν τον άνθρωπο δέσμιο του κόσμου, που αποτελούν πειρασμό για το σώμα και αναπτύσσουν μέσα του τα πάθη, που κάνουν τον άνθρωπο εγωιστή, στερημένο την ελευθερία και κλεισμένο μέσα σε μια ύπαρξη, που επαναλαμβάνεται χωρίς νόημα, γιατί είναι χωρίς Θεό.

Χάρη στο σταυρό, δεν μπόρεσαν να κρατήσουν το Χριστό στον Άδη, γιατί έφερε εκεί κάτω τη γαλήνη, την πραότητα, την αθωότητα, το φως της καλοσύνης, απ’ όπου πήγαζε η δύναμη του λιονταριού, η αδιάκοπη κοινωνία με το Θεό.  Η τρυφερή και σταθερή προσφορά του εαυτού του έκανε αυτούς που βρίσκονταν εκεί κάτω, να ξεφύγουν από τα θλιβερά δεσμά των παθών τους και να ανακαλύψουν τον εαυτό τους στην αυθεντικότητά του και στο αληθινό νόημα της ύπαρξής του. Ο Χριστός τους τράβηξε μέσα στην ένωσή του με το Θεό. Η αθώα αγάπη του Αρνίου ακούγεται μέσ’ τ’ αυτιά της αδυνατισμένης συνείδησης εκείνων που ήταν στη κόλαση, σαν μούγκρισμα λιονταριού και τους ξυπνάει. «Αναπεσών κεκοίμησαι ως λέων», και «εξήγειρας τους απ’ αιώνος νεκρούς, κραυγάζοντας». Και να το αποτέλεσμα: «Ο την Ανάστασιν διδούς τω γένει των ανθρώπων, ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη και επήρθησαν πύλαι οδυνηραί· εισελήλυθε γαρ ο Βασιλεύς της δόξης Χριστός, λέγων τοις εν δεσμοίς, εξέλθετε και τοις εν τω σκότει ανακαλύπτεσθαι». (Εσπερινός Τετάρτης του Πάσχα). Χάρη στην εξουσία Του ο Χριστός κατεβαίνει στον Άδη με παράδοξο τρόπο, ως «άθυτο θύμα», ως μια «ζώσα θυσία», ως « Αμνός» και ως «Λέων».  Η πραότητά του είναι πιο δυνατή και πιο νικηφόρα, γιατί είναι η πραότητα του Αυτοκράτορα. «Σώτερ μου, το ζων τε και άθυτον ιερείον, ως Θεός, σεαυτόν εκουσίως, προσαγαγών τω Πατρί συνανέστησας παγγενή τον Αδάμ, αναστάς εκ του τάφου» (στ’ ωδή Κανόνος του Πάσχα). Στην αγάπη του για το Θεό και στην υπέρτατη συμπόνια, που έδειξε πάνω στο σταυρό, υπάρχει τόσο βαθειά ζωή και τόσο δυνατή εξουσία, που όχι μόνο κάνει να επανέλθει σε μια άφθαρτη ζωή το σώμα του, αλλά εγείρει απ’ το θάνατο ή την παραλυσία τις πνευματικές δυνάμεις εκείνων, που βρίσκονταν στη κόλαση. Γεμίζουν κι εκείνοι με την αγάπη του κι αυτή τη δύναμη της αγάπης, που κατέβηκε μέχρι τη κόλαση, ο Χριστός την καθιστά αδιάκοπα επίκαιρη, έχοντας το σταυρό μέσα στην ανάστασή Του.

Φυλάει τις πληγές του στο σώμα του, σαν ένα έκδηλο σημάδι και πηγή, απ’ όπου αναβλύζει η αγάπη του, σαν μια απόδειξη πως αυτός που αναστήθηκε δεν είναι άλλος, απ’ αυτόν που σταυρώθηκε για μας και η αγάπη του μένει ίδια μ’ αυτήν που φανέρωσε πάνω στο σταυρό. Αν ήταν ένας άλλος και αν ξεχνούσε την αγάπη που φανέρωσε με τη σταύρωσή Του, η ανάστασή του δεν θα θεμελιωνόταν στην χωρίς τέλος αγάπη Του, θα ήταν μια μαγική πράξη και όχι το αποτέλεσμα της πνευματικής τελειότητας. «Τούς μώλωπας σου, Χριστέ, ους εκουσίως υπέστης υπέρ ημών τοις μαθηταίς σου φυλάξας μαρτύριον της σης έδειξας ενδόξου Αναστάσεως» (γ’ ωδή Κανόνα Κυριακής του Θωμά). Με τη ψηλάφηση των πληγών ο Θωμάς πείστηκε ότι η αγάπη του Χριστού, που φανερώθηκε με τη σταύρωσή του, ήταν τόσο μεγάλη, που αυτή τον ανέστησε και θα αναστήσει και μας, γιατί μια τέτοια αγάπη δεν θα μπορούσε και δεν μπορεί παρά να είναι θεϊκή. «Τότε ο Θωμάς, οικονομικώς, ουχ ευρέθη μετ’ αυτών έλεγε γαρ· ου μη πιστεύσω,… εάν μη ίδω την πληγήν εξ ης ιάθη το μέγα τραύμα ο άνθρωπος» (Εσπερινός της Κυριακής του Θωμά).

Η ζωή της ανάστασης είναι η ζωή της πληρότητας και επομένως το άπλετο φως, γιατί είναι η ζωή της ύψιστης μετοχής στη ζωή του Θεού, ζωή απεριόριστης αγάπης. Είναι το νόημα της διάπλασης και της ανάστασης του ανθρώπινου στοιχείου μέσα στην υπόσταση του υπέρτατου, υπερβατικού και προσωπικού Λόγου. Για να μιλήσουμε κυριολεκτικά, η πρόσληψη της ανθρώπινης φύσης από το Θεό-Λόγο έπρεπε να φτάσει μέχρι την ανάσταση.

Η γιορτή του Πάσχα στην ορθόδοξη Εκκλησία εκφράζει αυτή τη χαρά κι αυτό το απεριόριστο φως, που τα ζει κανείς ταυτόχρονα με το άπλωμα του ορίζοντα της ανθρώπινης ύπαρξης. Γιατί φτάνει στην πληρότητά της και στην αιωνιότητά της εν τω Θεώ, που έγινε άνθρωπος, αφού μετέχει στην απεριόριστη και υπερβατική ζωή του Θεού, μέσα στην υπόσταση του σαρκωμένου Λόγου.

 Ο πρώτος ύμνος που ψάλλει η Εκκλησία στη διάρκεια αυτής της γιορτής, η οποία αρχίζει καθώς η νύχτα γέρνει προς τη μεριά της μέρας, είναι μια προτροπή, που απευθύνεται, όχι στα άτομα αλλά στους λαούς, στον κόσμο ολόκληρο. Και τους καλεί ν’ ανοίξουν τα μάτια στο φως που φέρνει η ανάσταση του Χριστού, γιατί μεταφέρει τη δημιουργία απ’ το θάνατο στη ζωή και από τη γη στους ουρανούς: «Αναστάσεως ήμερα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα. Εκ γάρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν επινίκιον άδοντας» (α’ ωδή Κανόνα του Πάσχα).

Το φως της ανάστασης δεν είναι μια γοργή κεραυνοβόλα ακτίνα, σαν κι αυτή που διασχίζει τον ουρανό από τη Δύση στην Ανατολή, αποκαλύπτοντας για μια στιγμή την πραγματικότητα του κόσμου, που τη σκεπάζουν τα σκοτάδια. Είναι ένα επίμονο φως, ατέλειωτου βάθους, που αποκαλύπτει, όχι μόνο τον κόσμο των ανθρώπων, αλλά ακόμη τον ουρανό και τη κόλαση. «Νυν πάντα πεπλήρωται φωτός, ουρανός τε και γη και τα καταχθόνια· εορταζέτω γουν πάσα κτίσις την έγερσιν Χριστού, εν η εστερέωται» (γ’ ωδή Κανόνα του Πάσχα).

Αποκαλύφθηκε ότι οι άνθρωποι είναι προορισμένοι για την ουράνια ζωή, συντροφιά με τους αγγέλους· αποκαλύφθηκε ο Θεός, ως Θεός της αγάπης, που θέλει να ενωθεί με τους ανθρώπους αιώνια· αποκαλύφθηκε πως η φύση και τα σώματα, που μέσα της έχουν αποσυντεθεί, έχουν προορισμό να μετάσχουν στην αιώνια ζωή εν Θεώ· αποκαλύφθηκε η σημασία του χρόνου και το νόημα των ανθρώπινων έργων ως μέσων για την τελειότητα και την προετοιμασία για την αιώνια ζωή εν Θεώ· αποκαλύφθηκε η κατάσταση και η αλλοίωση των ψυχών που πήγαν στη κόλαση.

Η ζωή της ανάστασης, στην οποία ύψωσε ο Χριστός την ανθρωπότητά του από τον τάφο ή, για να πούμε καλύτερα, ο ίδιος ο Χριστός -γιατί η αληθινή ζωή είναι πάντα ένα πρόσωπο- είναι η πηγή της αφθαρσίας μας. Η ζωή της ανάστασης του Χριστού είναι «ύδωρ ζων», ύδωρ απεριόριστης αγάπης, από το οποίο, όταν πίνουμε, διατηρούμε τη ζωή μας στην αιωνιότητα, σε αντίθεση με το ύδωρ, που πετάχτηκε απ’ την πέτρα, καθώς τη χτύπησε το ραβδί του Μωϋσή, και διατηρούσε τη ζωή του σώματος μόνο για λίγο καιρό. Γενικά, το πρόσωπο με την αγάπη του είναι μια ζώσα πηγή ζωής για άλλα πρόσωπα. Αλλά το Πρόσωπο του Χριστού, Πρόσωπο θεϊκό και ταυτόχρονα το Πρόσωπο του ανθρώπου, αθάνατο και απέραντο μέσα στη ζωή της αγάπης, ποτίζει αιώνια τα ανθρώπινα πρόσωπα. «Δεύτε πόμα πίωμεν καινόν ουκ εκ πέτρας αγόνου τερατουργούμενον, αλλ’ αφθαρσίας πηγήν, εκ τάφου ομβρήσαντος Χριστού, εν ω στερεούμεθα» (γ’ ωδή Κανόνα του Πάσχα).

(+Πρωτ.Δημ.Στανιλοάε, «Στο φως του Σταυρού και της Αναστάσεως»)