Ορθόδοξη πίστη

ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ

27 Απριλίου 2010

ΟΙ ΑΓΓΕΛΟΙ

«..ότε εγεννήθησαν άστρα, ήνεσάν με φωνή μεγάλη πάντες οι άγγελοί μου..»

Ιωβ ΛΗ΄7.

Στο «Πιστεύω», ομολογούμε: Πιστεύω εις ένα Θεόν, Πατέρα Παντοκράτωρα, ποιητήν ουρανού

και γής, ορατών τε πάντων και αοράτων.

Η Εκκλησία μας διδάσκει ότι οι άγγελοι είναι «λειτουργικά πνεύματα τα οποία αποστέλλονται

διά υπηρεσίαν χάριν εκείνων, οι οποίοι μέλλουν να κληρονομήσουν σωτηρίαν» (Εβρ. Α’ 14).

Δημιουργήθηκαν από τον Θεό πριν από την δημιουργία του κόσμου. Είναι όντα πνευματικά,

κτιστά πνεύματα, σύμφωνα με τους Πατέρες, άϋλα και ασώματα «έχοντες τι σώμα κούφον,

εναέριον και αιθέριον» και δεν περιορίζονται από το χώρο και τους φυσικούς νόμους όμως δεν

είναι πανταχού παρόντες.

Είναι αθάνατοι, όχι από τη φύση τους αλλά από τη χάρη του Θεού.

Διακρίνονται δε σε εννέα Τάγματα με τα παρακάτω ονόματα: Άγγελοι, Αρχάγγελοι, Αρχαί,

Εξουσίες, Δυνάμεις, Κυριότητες, Θρόνοι, Χερουβίμ, Σεραφίμ. Είναι άγνωστος ο αριθμός τους

(Ματθ. ΚΣΤ’ 53, Εβρ. ΙΒ’ 22). Επιγραμματικά ο Άγιος Κύριλλος Ιεροσολύμων λέει: «διότι έχει

γραφεί χίλιες χιλιάδων τον υπηρετούσαν και μύριες μυριάδες βρισκόταν μπροστά Του» (Απ. Ε’

11)

Το έργο των αγγέλων είναι διπλό. Πρώτα απ’ όλα προσκυνούν, δοξολογούν, υμνούν

«ασιγήτοις στόμασιν, ακαταπαύστοις δοξολογίαις», και διακονούν το Θεό. Αυτό το βλέπουμε

και στην Αγία Γραφή σε πολλές περιπτώσεις: (Γεν. Γ’ 24, Ψαλμ. ΡΓ’ 4, Ησ. ΣΤ’ 3, Ιωβ ΛΗ’ 7,

Λουκ. Β’ 9, Μαρκ. Α’ 12, Λουκ, ΚΒ’ 42, Ματθ. ΚΔ’ 30,ΚΗ’ 2, Πραξ. Α’ 10, Εβρ. Α΄6-14).

Ο Ιερός Χρυσόστομος τονίζει ότι «Οι άγγελοι δοξολογούν και προσκυνούν τον Θεό και

στέλνουν αδιάκοπα με πολλή κατάνυξη τους νικητήριους και μυστικούς ύμνους». Είναι

χαρακτηριστική η ευχή του τρισαγίου ύμνου στη Θεία Λειτουγία ότι ο Θεός είναι «ο εν αγίοις,

αναπαυόμενος, ο τρισαγίω φωνή υπό των Σεραφίμ ανυμνούμενος και υπό των Χερουβίμ

δοξολογούμενος και υπό πάσης επουρανίου δυνάμεως προσκυνούμενος».

Παράλληλα προς το δοξολογικό έργο τους οι άγγελοι επιτελούν και έργο διακονίας και

προστασίας των ανθρώπων. Έχουν ταχθεί να είναι «οι φυλάττοντες μέρη της γής, και εθνών

και τόπων προϊστάμενοι, και τα καθ’ ημάς οικονομούντες και βοηθούντες ημίν. Πάντως δε

κατά το θείον θέλημά τε και πρόσταγμα, υπέρ ημάς όντες, αεί τε περί Θεόν υπάρχοντες» κατά

τον ιερό Δαμασκηνό. Σύμφωνα με την πατερική διδασκαλία, ο κάθε άνθρωπος έχει το φύλακα

άγγελό του ο οποίος τον προστατεύει πάντα και τον βοηθάει στην πνευματική του προκοπή.

(Γεν. ΜΗ’ 16, Δευτ. ΛΒ’ 8, Τωβ. Ε’ 4, Γ’ Βας. ΙΘ’ 7, Δαν. Γ’ 25, Ματθ. Δ’ 11, και ΙΗ’ 10, Λουκ.

ΙΕ’ 10, Πραξ. ΙΒ’ 15, Γεροντικό, Λειμωνάριο). Αν βέβαια εμείς δεν τον αποδιώξουμε με τα

αμαρτωλά και πονηρά μας έργα λέει ο μέγας Βασίλειος.

Δημιουργήθηκαν «δυσκίνητοι προς το κακόν αλλ’ ουκ ακίνητοι..» η τρεπτή φύση τους είχε τη

δυνατότητα «και επί τα χείρον τρέπεσθαι» μας διδάσκει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός. Μετά

όμως την πτώση των δαιμόνων ισχυροποιήθηκαν με τη χάρη του Θεού στο καλό και έκτοτε

έγιναν «ακίνητοι προς την αμαρτίαν». Όπως ο Θεός και οι άγγελοι έτσι και ο Διάβολος είναι

υπαρκτό πρόσωπο και οχι αφηρημένη έννοια.

Με την πτώση των διαμόνων δημιουργήθηκαν τα πονηρά πνεύματα (ο διάβολος ή σατανάς).

Σύμφωνα με τη διδασκαλία της εκκλησίας μας ένας αριθμός αγγέλων, το δέκατο τάγμα κατά

την Παράδοση, με αρχηγό το Εωσφόρο , «δεν ετήρησαν την εαυτών αρχήν», τη φυσική τους

δηλαδή εξάρτηση από το Δημιουργό τους και τη θεληματική τους παραμονή κοντά Του.

Επαναστάτησαν εναντίον του Θεού. Κινούμενοι από εγωισμό και υπερηφάνεια θέλησαν να

ανέβουν στο θρόνο του Θεού. «Πώς εξέπεσε από τον ουρανό ο εωσφόρος;», ερωτά ο

προφήτης Ησαϊας. Και απαντά ότι αυτό οφείλεται στην υπερβολική του έπαρση: «Θα

ανεβώ»,σκέφτηκε, «στον ουρανό…θα στήσω το θρόνο μου και θα γίνω όμοιος προς τον

Ύψιστο». (Ησ. ΙΔ’ 12.). Και αμέσως έγινε αυτό που αναφέρει ο Κύριος στους μαθητές Του :

«είδα το Σατανά να πέφτει από τον ουρανό σαν αστραπή». ( Λουκ. Ι’ 18).

Έκτοτε τα υπόλοιπα εννέα τάγματα των αγγέλων ισχυροποιήθηκαν στο καλό και δεν μπορουν

πλέον να αμαρτήσουν, το δε τάγμα του Εωσφόρου με τους αγγέλους του μετά τη θεληματική

τους «έκπτωση» από το αγαθό και την αγαθή τους φύση, διαστράφηκαν τόσο πολύ ώστε από

φθόνο μισούν τον Πανάγαθο Θεό και μαζί Του τους αγγέλους και τους ανθρώπους.

Η αποστασία και η απομάκρυνση τους είναι η αιτία και η αρχή του κακού. Δεν προϋπήρχε

δηλ. το κακό αλλά γεννήθηκε με την ανταρσία του Εωσφόρου, διότι θέλησε να πετύχει μια

θεοποίηση και μια αιωνιότητα μακριά από το δημιουργό του. Με τη θέλησή του αποφάσισε να

αντιταχτεί στην πηγή του αγαθού και καλού. Και είναι το πρώτο πλάσμα που αρνείται τη

ματάνοια και την επιστροφή. Η θέλησή του για το λόγο αυτό αλλοιώθηκε σε τέτοιο βαθμό που

να μην μπορεί πια να σκεφτεί το καλό. Η πτώση του διαβόλου μας δείχνει ότι η υπερηφάνεια

και ο εγωισμός είναι τα πιο καταστροφικά πάθη για τον άνθρωπο και γι’ αυτό ο Άγιος Ιωάννης

ο Σιναϊτης συμβουλεύει : «μη παίρνεις θάρρος και νομίζεις ότι λόγω της εγκρατείας σου θα

σωθείς από την πτώση, διότι κάποιος χωρίς να τρώει έπεσε από τον ουρανό». Και σύμφωνα

με την πατερική διδασκαλία ονομάζεται στην Αγία Γραφή «ακάθαρτο πνεύμα», όχι για καποια

σωματική ακαθαρσία αφού είναι ασώματος αλλά λόγω της υπερηφάνειας που έγινε από

άγγελος φωτός άγγελος του σκότους.

Πολεμάει έκτοτε τον άνθρωπο, από μίσος, μη μπορώντας να ανεχτεί μία σχέση αγάπης που

μπορεί να χτίσει με το Θεό. Προσπαθεί με τη διαβολή και το ψέμα να παρασύρει τον άνθρωπο

στην αμαρτία στερώντας του τη Χάρη του Θεού. Κινούμενος από το υπερβολικό μίσος αφού

δεν υπάρχει πιά η χάρη του δημιουργού πάνω του προσπαθεί να συστρατεύσει κοντά του τα

πλάσματα του Θεού που έχουν τη δυνατότητα να αμαρτήσουν, αλλά και τη δυνατότητα της

αγιότητας τον άνθρωπο. Μπορεί ακόμη και σε άγγελο φωτός να μεταμορφωθεί (Β’ Κορ. ΙΑ’

14). Γι’αυτό η Εκκλησία προτρέπει τον κάθε πιστό να αποφεύγει την υπερηφάνεια, να ζεί

ταπεινά κατά Χριστόν. Τότε η αίτηση της εκκλησίας από την Θεία Λειτουργία που ζητούμε από

το Θεό να μας δώσει «΄Αγγελον ειρήνης, πιστόν οδηγόν, φύλακα των ψυχών και των

σωμάτων.