Συναξαριακές Μορφές

Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια (Μέρος 2ο – Ήταν… δολοφόνος ο άγιος Κωνσταντίνος;)

1 Ιουνίου 2010

Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια (Μέρος 2ο – Ήταν… δολοφόνος ο άγιος Κωνσταντίνος;)

Το όραμα του αγίου Κωνσταντίνου και η μάχη της Μουλβίας Γέφυρας. Μικρογραφία από βυζαντινό χειρόγραφο του 9ου αιώνα με ομιλίες του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου. Παρίσι, Biblothèque Nationale.

Συνέχεια από Μέρος 1ο

VatopaidiFriend: Με αφορμή την εθνική γιορτή των αγίων ενδόξων ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης, σας παραθέτουμε μια πολύ ωραία και κατατοπιστική απομαγνητοφωνημένη ομιλία του π. Γεώργιου Μεταλληνού, μαζί με μερικά απαραίτητα σχόλια (με πράσινο). Σημειώνουμε ότι πολλά από τα σχόλια είναι γραμμένα με τέτοιο τρόπο, που να μπορεί το καθένα να διαβαστεί και αυτοτελώς, ανεξάρτητα από το βασικό κείμενο της ομιλίας. Στο δημοσίευμα αυτό ανατρέπονται όλα τα ψέμματα εναντίον του μεγάλου αυτοκράτορα και αγίου.

Προσέξτε ιδιαιτέρως όσα γράφονται με έντονα (πράσινα) γράμματα στο τέλος της ανάρτησης.

Κατηγορίες από τον Ζώσιμο

Αυτά είναι τα τυπικά ιστορικά. Ο Κωνσταντίνος κατηγορήθηκε από τον Ζώσιμο για τη δολοφονία και εξόντωση των αντιπάλων του.

Τι μαρτυρούν οι πηγές; Κάποια πράγματα τα οποία λέγονται από τους αντιπάλους του, και μάλιστα το Ζώσιμο που είναι η πηγή των συκοφαντιών κατά του Κωνσταντίνου, μένουν στο χώρο του θρύλου. Όταν είναι κάτι αναπόδεικτο το αναφέρει μεν ο ιστορικός όπως κάνω και ’γω τώρα, χωρίς όμως να μπορεί να στηρίξει οποιαδήποτε συμπεράσματα σε αμέριστες υποθέσεις ή σκέψεις.

Η περίπτωση του Μαξιμιανού

Η περίπτωση του Μαξιμιανού, για να μείνω σε μερικά χαρακτηριστικά παραδείγματα. Ο Μαξιμιανός ήθελε να γίνει (πιο σωστά: να ξαναγίνει) αύγουστος, αυτοκράτορας και διώχθηκε από τον γιο του Μαξέντιο. Έτσι κατέφυγε στην κόρη του, ήταν πεθερός του Κωνσταντίνου, στην κόρη του Φαύστα και ζήτησε προστασία από τον Κωνσταντίνο. Το 310 όμως οργάνωσε συνωμοσία και κίνημα για ανατροπή του Κωνσταντίνου. Αυτή ήταν η κατάσταση της εποχής. Ξέρετε, κανείς, όσο μεγάλος κι αν είναι, δε μπορεί να πάψει να είναι τέκνο της εποχής του. Γι’ αυτό σας είπα ότι όταν εφαρμόζεται ο λεγόμενος ιστορικός αναχρονισμός, είναι αποτυχία της ιστορικής έρευνας. Εμείς θα ερμηνεύσουμε τα πράγματα της εποχής εκείνης, μεθιστάμενοι σ’ αυτή την εποχή κι όχι μεταφέροντας την εποχή στις δικές μας συνθήκες σήμερα. Ο Μαξιμιανός διέδωσε ότι ο Κωνσταντίνος φονεύθηκε στον πόλεμο κατά των Φραγκογερμανών στα βόρεια σύνορα, και πήρε ένα μέρος του στρατού με το μέρος του και αυτοανακηρύχθηκε αυτοκράτορας. Ο Κωνσταντίνος επέστρεψε και ο Μαξιμιανός κλείστηκε στο φρούριο της Μασσαλίας. Ο Κωνσταντίνος τον αιχμαλωτίζει, τον συγχωρεί όμως, με τη μεσολάβηση και της γυναίκας του της Φαύστας. Νέα συνωμοσία του Μαξιμιανού και της Φαύστας τώρα, για να δολοφονηθεί ο Κωνσταντίνος. Αποτυγχάνει η προσπάθεια. Η Φαύστα τότε, η Φάουστα όπως είπα της οικογένειας, ενοχοποιεί τον πατέρα της. Ο Μαξιμιανός αναγκάστηκε να αυτοαπαγχονιστεί, κρεμάστηκε δηλαδή, γιατί κατάλαβε ότι τα πράγματα έγιναν σκληρότερα γι’ αυτόν. Κατηγορούν γι’ αυτό τον Κωνσταντίνο. Κοιτάξτε, όταν κάποιος είναι ανώτατος άρχων, και δεν είναι απλώς πολιτικά και διοικητικά ανώτατος άρχων, αλλά συγκεντρώνει όλες τις εξουσίες ονομάζετο rectus totius omnis, δηλαδή ο κυβερνήτης, ο διοικητής ολοκλήρου του κόσμου. Ο Κωνσταντίνος λοιπόν είναι εκείνος ο οποίος ήταν ο ανώτατος δικαστής. Ήταν pontifex maximus, ο ανώτατος αρχιερεύς. Αυτά δεν τα μετέφερε ο ίδιος στον εαυτό του, τα βρήκε στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Επομένως, πάσα πράξις έπρεπε να δικαστεί από τον ανώτατο δικαστή. Ο οποίος βέβαια περιεστοιχίζετο από τον στρατό αλλά στα πολιτικά πράγματα από την σύγκλητο. Δεν είναι λοιπόν δυνατόν να αποδίδουμε μονομερώς την ευθύνη, όπως όταν κανείς είναι πρόεδρος της δημοκρατίας και υπογράψει θανατική ποινή η οποία ορίζεται από το δικαστήριο, είναι υποχρεωμένος να το πράξει. Αν αρνηθεί ο ανώτατος άρχων, βασιλιάς παλαιότερα, πρόεδρος της δημοκρατίας, να δεχθεί αυτό που προτείνει η δικαστική εξουσία καταλαβαίνετε ποιες επιπτώσεις θα γίνουν.

Ο Μαξιμιανός (αυτοκράτορας από το 285 μέχρι το 305 μΧ) ήταν ένας από τους χειρότερους διώκτες των Χριστιανών. Μαζί με τον συναυτοκράτορά του Διοκλητιανό εξαπέλυσε τον φρικαλέο λεγόμενο «Μεγάλο Διωγμό». Στα χέρια αυτού του ψυχοπαθούς μανιακού δολοφόνου βασανίστηκαν και θανατώθηκαν πολλές χιλιάδες μαρτύρων. Αυτός ήταν που σκότωσε και τον άγιο Δημήτριο, τον άγιο Παντελεήμονα, και τους αγίους Σέργιο και Βάκχο.

Και να ήταν ο άγιος Κωνσταντίνος που θανάτωσε τέτοιο τέρας, πολύ καλά θα έκανε! Προς τιμήν του θα ήταν αν είχε καταφέρει ο ίδιος να απαλλάξει από εκείνον την αυτοκρατορία.

Η περίπτωση του Βασσιανού

Δεύτερο, η περίπτωση του Βασσιανού. Θ’ αποφύγω τις λεπτομέρειες, διότι, εις την στάση του Βασσιανού, κι εδώ ο Κωνσταντίνος έδειξε μεγαθυμία κι όταν αποκαλύφθηκε η συνωμοσία – πάλι συνωμοσία – εναντίον του ανωτάτου άρχοντος, ο Βασσιανός εξετελέσθη με την εφαρμογή των νόμων του κράτους. Είναι δυνατόν λοιπόν, εν ψυχρώ, να αποδοθεί η κατηγορία στον Κωνσταντίνο και να θεωρηθεί δολοφόνος; Κάθε ανώτατος άρχων τότε θα έπρεπε να ονομάζεται δολοφόνος, εκτός και αν ο ανώτατος άρχων χρησιμοποιεί τους νόμους. Αλλά η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία γι’ αυτό κατόρθωσε τόσα χρόνια να επιβιώσει· δεν ενεργούσε κατ’ αυτόν τον τρόπο.

«Το καλοκαίρι του 313 ο Κωνσταντίνος πάντρεψε την άλλη ετεροθαλή αδελφή του, την Αναστασία, με το Βασσιανό, από την οικογένεια του Λικίνιου. Το νέο γαμπρό του τον ανύψωσε σε αναπληρωτή καίσαρα για την Ιταλία και τις Δουνάβιες επαρχίες.

Αλλ’ ο Βασσιανός ήθελε και την Αυτοκρατορία… Έτσι, όταν ο αδελφός του Σενέκιος τού πρότεινε να επαναστατήσει εναντίον του Κωνσταντίνου, για να μείνει ο Λικίνιος μοναδικός αυτοκράτορας ολόκληρης της Αυτοκρατορίας με συναυτοκράτορά του εκείνον, συμφώνησε και το 314 ή 315 η συνωμοσία είχε κάνει μεγάλα βήματα. Αποκαλύφτηκε όμως, κατεστάλη εύκολα από τον Κωνσταντίνο και ο αχάριστος γαμπρός καταδικάστηκε και εκτελέστηκε για προδοσία.

Και αυτός ο θάνατος προσάπτεται άδικα στον Κωνσταντίνο ως δολοφονία συγγενικού του προσώπου. Διότι για το τέλος του οποιουδήποτε προδότη ή συνωμότη σε μια αυτοκρατορία, δεν μπορεί να κατηγορηθεί ως δολοφόνος ο αυτοκράτορας, αφού η τιμωρία σ’ αυτές τις περιπτώσεις προβλεπόταν από τους ισχύοντες νόμους.»
(Κώστας Β. Καραστάθης, Μέγας Κωνσταντίνος: Κατηγορίες και Αλήθεια, εκδ. Μπαρτζουλιάνος, Απρίλιος 2007, σελ. 53-54)

Συγκρατήστε ότι ο Βασσιανός ήταν συγγενής και πράκτορας του Λικίνιου. Το ποιος και τι ήταν αυτός ο Λικίνιος θα το δούμε παρακάτω.

«Τούτω Νίκα» περίπτωση του Μαξεντίου

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Μαξεντίου, του κουνιάδου του Κωνσταντίνου. Ο Μαξέντιος επεθύμησε να γίνει ο μόνος αυτοκράτορας και εστράφη κατά του Κωνσταντίνου επικαλούμενος τον θάνατο – την δολοφονία κατ’ αυτόν – του πατέρα του, του Μαξιμιανού. Διατάζει την καταστροφή των αγαλμάτων του Κωνσταντίνου. Ο Κωνσταντίνος μέσω των Άλπεων έρχεται στην Ιταλία και συναντώνται οι δύο στρατοί στην ιδία γέφυρα του Τίβερη, δύο χιλιόμετρα έξω από τη Ρώμη. Εδώ εμφανίζεται η γνωστή θεοσημία, όπως το περιγράφει ο ιστορικός Ευσέβιος, κατά το απομεσήμερο. Βλέπει δηλαδή στον ουρανό τον Σταυρό και τα γράμματα που έλεγαν «Τούτω Νίκα», όχι δηλαδή «Εν Τούτω Νίκα». Με αυτό το σύμβολο θα μπορείς να νικάς, ας νικάς. Ο Λακτάντιος παραθέτει το κείμενο εις τα Λατινικά. Και λέει πάλι ότι ήταν Σταυρός, ότι το είδε σε ενύπνιον ο Κωνσταντίνος, βλέπετε υπάρχουν διάφορες εκδοχές, και είπε ότι τα γράμματα ήσαν In Hoc Vincas, Εν τούτω, εδώ δηλαδή υπάρχει το In. Εν αυτώ, δηλαδή να νικάς.

Το ίδιο ακριβώς μήνυμα παραθέτουν και ο Ευσέβιος και ο Λακτάντιος. Δεν υπάρχει καμμία διαφορά. Απλά ο καθένας τους το παραθέτει στην γλώσσα στην οποία έγραψε το σύγγραμμά του.

Πάντως ο Λακτάντιος κάνει λόγο για «coeleste signum» (=το σημείο από τον ουρανό), που ο Κωνσταντίνος διατάχθηκε (προφανώς μετά) στον ύπνο του να χαράξει στις ασπίδες τους (De Mortibus Persecutorum 44.5). Απλώς φαίνεται ότι είχε μπερδευτεί ο Λακτάντιος αν το σημείο ήταν ο Σταυρός ή το μονόγραμμα ΧΡ και γι’ αυτό “μασάει” κάπως τα λόγια του.

Ο Άγιος Αρτέμιος και ο στρατός, υπάρχουν σχετικές πηγές, εβεβαίωσαν πως το είδαν και αυτοί το σύμβολο, άρα το είδε ολόκληρος ο στρατός και όχι μόνον ο Κωνσταντίνος. Γεγονός είναι ένα. Είτε ως ενύπνιον το είδε, είτε μέρα μεσημέρι στον ουρανό, σημασία έχει ότι από τότε ο Κωνσταντίνος κατασκευάζει το λάβαρο του Σταυρού με το μονόγραμμα, το Χριστόγραμμα ΧΡ, Χριστός. Σε ένα στεφάνι. Και εις τις ασπίδες των στρατιωτών εμφανίζεται το μονόγραμμα.

Ο Ζώσιμος αποσιωπά το γεγονός, ενώ θα μπορούσε να το διαψεύσει, αλλά δε μπορεί. Αποσιωπά το γεγονός όπως και άλλοι παγανιστές συγγραφείς. Το επιβεβαιώνουν όμως μεταγενέστεροι ιστορικοί, ο Φιλοστόργιος,ο Νικηφόρος Κάλλιστος Ξανθόπουλος, ο ησυχαστής του 14ου αιώνος. Ο δε Σωζομενός, ιστορικός του 5ου αιώνος, έναν αιώνα μετά τον Κωνσταντίνο μαζί με τον Σωκράτη τον σχολαστικό, λέγει ότι οι λέξεις «Τούτω Νίκα» ήσαν άγγελοι. Όπως το αστέρι της Βηθλεέμ, κατά τον Ιερό Χρυσόστομο, ήταν υπερφυές θαύμα, δηλαδή άκτιστη ενέργεια του Τριαδικού Θεού, το ίδιο και ο Σωζομενός, το ερμηνεύει με το δικό του τρόπο. Στις 28 Οκτωβρίου του 312 γίνεται η μάχη. Ο Κωνσταντίνος είχε 25.000 στρατό, ο Μαξέντιος 100.000 και κυριολεκτικά συνετρίβη ο στρατός του Μαξεντίου. Σπάζει μια γέφυρα του Τιβέριου ποταμού και πολλοί στρατιώτες πέφτουν στο ποτάμι και πνίγονται και μαζί τους και ο Μαξέντιος. Πάλι κατηγορούν τον Κωνσταντίνο. Εμένα με ενδιαφέρει στην έρευνά μου ο όρος που χρησιμοποιείται: «δολοφόνος ο Κωνσταντίνος». Ξέρετε τι σημαίνει δολοφόνος. Να πείτε ότι με τον τρόπο που επετέθη κατόρθωσε κλπ να πέσει ο Μαξέντιος στο ποτάμι και να πνιγεί, εντάξει το δέχομαι. Αλλά δολοφόνος από πού ως που; Όταν είναι μία μάχη κατά την οποία αντιμετωπίζεται στάσις, επανάσταση εναντίον του ανωτάτου άρχοντος. Τρία χρόνια μετά ο Κωνσταντίνος έχτισε τη Θριαμβική Αψίδα η οποία υπάρχει μέχρι σήμερα στη Ρώμη. Τώρα μια αντίφαση, στους αντιπάλους του Κωνσταντίνου είναι ότι δεν κατεδίκασε κανένα στρατιώτη του αντιπάλου στρατεύματος. Δεν εφήρμοσε κανένα μέτρο εναντίον τους. Καταλαβαίνετε λοιπόν ποιες αντιφάσεις υπάρχουν εις την κρίση του Κωνσταντίνου.

Για περισσότερα σχετικά με το Όραμα, δείτε το βιβλίο του Κώστα Καραστάθη (σελ. 65-71).

Ο Μαξέντιος ήταν και αυτός ένας ειδωλολάτρης τύραννος (κατά γενική παραδοχή όλων των αρχαίων ιστορικών, όχι μόνο των χριστιανών αλλά και των ομοθρήσκων του δωδεκαθεϊστών), και ήταν μεγάλη ευεργεσία του αγίου Κωνσταντίνου προς τους Ρωμαίους που τους απάλλαξε από αυτόν.

Ακόμα και ο Ζώσιμος, ο φανατικός πολέμιος του Κωνσταντίνου και του Χριστιανισμού, παραδέχεται πως ο Μαξέντιος κινήθηκε πρώτος εναντίον του Κωνσταντίνου (Νέα Ιστορία Β΄, 14). Επίσης αναφέρει ότι όλη η Ρώμη στέναζε κάτω από την τυραννία του Μαξέντιου, αλλά και ότι ο Κωνσταντίνος δεν τιμώρησε παρά ελάχιστους από τους συνεργάτες του! «Όταν έφτασε στην πόλη η είδηση για τη νίκη του Κωνσταντίνου, δεν τολμούσε κανείς να δείξει τη χαρά του, γιατί κάποιοι ισχυρίζονταν ότι η πληροφορία ήταν ψευδής. Μόνο όταν έφεραν το κεφάλι του Μαξέντιου καρφωμένο σε κοντάρι, ξεπέρασαν το φόβο τους και η κατήφειά τους έγινε χαρά. Ο Κωνσταντίνος δεν τιμώρησε παρά ελάχιστους συνεργάτες του Μαξέντιου, ενώ διέλυσε τη φρουρά των πραιτοριανών και κατεδάφισε τα οχυρωμένα κτίρια όπου διέμειναν.» (Νέα Ιστορία Β΄, 17).

Αλλά και ένας άλλος δωδεκαθεϊστής, ο Ευτρόπιος, γράφει κι αυτός ότι ο Κωνσταντίνος «επιτέλους ανέτρεψε τον ίδιο τον Μαξέντιο, ενώ εκείνος έσπερνε τον θάνατο ανάμεσα στους ευγενείς με κάθε δυνατό είδος σκληρότητας» (Χ, 4).

Αρκετές λεπτομέρειες για τις θηριωδίες του Μαξέντιου μας δίνει και ο Ευσέβιος:

«Περί της σκανδαλώδους διαγωγής του Μαξεντίου εις την Ρώμην.

Διότι ο άρπαξ της αυτοκρατορικής πρωτευούσης κατά τον χρόνον τούτον είχε προχωρήσει τόσον πολύ εις δυσσεβείας και ανοσιουργίας, ώστε να μη παραλείψη κανέν τόλμημα μιαράς και ακαθάρτου πράξεως. Διαζευγνύων τας νομίμους συζύγους από τους άνδρας των ενήργει επ’ αυτών προσβλητικάς και αισχράς πράξεις και τας έστελλε πάλιν εις τους άνδρας των. Και διέπραττε ταύτα όχι εις ασήμους και αφανείς αλλά εις τους κατέχοντας τας πρώτας θέσεις εις την σύγκλητον των Ρωμαίων. Και μολονότι προσέβαλλεν αισχρώς αναριθμήτους ελευθέρας γυναίκας, δεν κατώρθωνε να χορτάση την ακρατή και ακόλαστον ψυχήν του. Όταν όμως προσεπάθησε να διαπράξη το ίδιον εις χριστιανάς γυναίκας, δεν κατώρθωσε να εξασφαλίση παρομοίαν ικανοποίησιν των ακολάστων πόθων του· διότι αυταί παρεχώρουν προθυμότερα την ζωήν εις τον θάνατον παρά το σώμα εις την διαφθοράν.

Πώς η σύζυγος του επάρχου ηυτοκτόνησε χάριν σωφροσύνης.

Μία λοιπόν γυνή, σύζυγος του εκ των εδώ συγκλητικών ανδρών ο οποίος κατείχε το αξίωμα του επάρχου, μόλις επληροφορήθη ότι οι εξυπηρετούντες τον τύραννον εις τοιαύτα ζητήματα ήσαν εμπρός εις τον οίκον της (ήτο δε χριστιανή) και αντελήφθη ότι ο σύζυγός της από φόβον διέταξε να την παραλάβουν και την απαγάγουν, ζητήσασα μικράν προθεσμίαν με την πρόφασιν ότι θα εστολίζετο καταλλήλως, εισήλθεν εις τον ταμείον της και απομονωθείσα εβύθισε το ξίφος εις το σώμα της. Και αποθανούσα αμέσως το μεν νεκρόν σώμα της άφησεν εις τους προαγωγούς, με τα έργα της δε διεκήρυξε δυνατώτερα από κάθε φωνήν εις όλους τους ανθρώπους, τους σήμερα υπάρχοντας και τους μεταγενεστέρους, ότι το μόνον αήττητον και ανώλεθρον πράγμα είναι η φημισμένη αρετή των χριστιανών. Τοιαύτη λοιπόν απεδείχθη αυτή.

Σφαγή του ρωμαϊκού λαού από τον Μαξέντιον.

Ούτω όλοι οι άνθρωποι, έντρομοι εμπρός εις τον διαπράττοντα τοιαύτας πράξεις, πολίται και άρχοντες, ένδοξοι και άδοξοι, κατετρύχοντο από δεινήν τυραννίδα. Και μολονότι ήσαν ήρεμοι και υπέμενον αγογγύστως την πικράν δουλείαν, όμως δεν διέφευγον από την φονικήν ωμότητα του τυράννου. Πράγματι κάποτε με μηδαμινήν πρόφασιν παρέδωσε τον δήμον δια σφαγήν εις τους σωματοφύλακάς του, και εφονεύθησαν εις το μέσον της πόλεως αναρίθμητα πλήθη ρωμαϊκού λαού με δόρατα και πανοπλίας όχι Σκυθών και βαρβάρων αλλά των ιδικών των. Πόσοι δε συγκλητικοί εφονεύοντο δι’ οικειοποίησιν της περιουσίας των, δεν είναι δυνατόν ούτε να τους απαριθμήση κανείς, αφού εκάστοτε εθανατώνοντο αναρίθμητοι με διαφόρους πλαστάς κατηγορίας.» (Εις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως, Λόγος Α΄, 33-35)

Και να τον σκότωσε ο ίδιος ο άγιος Κωνσταντίνος στην μάχη, πού είναι το πρόβλημα; Γιατί χρειάζεται να γίνει ολόκληρη συζήτηση για το πώς ακριβώς πέθανε ο Μαξέντιος;

Εδώ παραθέτουμε κι ένα άλλο απόσπασμα από το εξαιρετικό βιβλίο του Κώστα Καραστάθη, σχετικά με την περίπτωση του αιμοσταγούς αυτοκράτορα Λικίνιου, που κι αυτός νικήθηκε και τιμωρήθηκε δεόντως από τον Μέγα Κωνσταντίνο:

«Η υποκίνηση του Βασιανού από τον αδελφό του Σενέκιο για επανάσταση ήταν εξόφθαλμη ενέργεια του Λικίνιου, αλλά ο Κωνσταντίνος δε θέλησε να συγκρουστεί μαζί του. Απαίτησε μονάχα από το γαμπρό του να του παραδώσει τον αρχηγό της συνωμοσίας Σενέκιο. Αλλ’ ο Λικίνιος, που μετά το θάνατο του Γαλέριου απαιτούσε να γίνει μοναδικός κυρίαρχος της αυτοκρατορίας, σύμφωνα με τη γραφή του Ζώσιμου, όχι μονάχα δεν έστειλε δέσμιο το Σενέκιο στη Ρώμη, αλλά γκρέμισε και τα αγάλματα του Κωνσταντίνου, αθέτησε και τους όρκους που είχε κάνει ενώπιον εκείνου, παραβίασε και τις συμφωνίες τους και άρχισε ξανά να καταπιέζει τους χριστιανούς στην Ανατολική Αυτοκρατορία, να καταστρέφει εκκλησίες, ν’ απαγορεύει συνόδους επισκόπων και να παρεμποδίζει τη λατρεία […]. Και σαν να μη έφταναν αυτά, λίγο αργότερα οδήγησε και τις περισσότερες λεγεώνες του στα σύνορα μεταξύ σημερινής Ιταλίας και Κροατίας, επιδιώκοντας προφανώς τον πόλεμο, που δεν άργησε να ξεσπάσει.

Ο Ευσέβιος ψέγει το Λικίνιο για επαναλαβανόμενες προδοσίες, επιορκία και υποκρισία. Και ο Σωκράτης ο Σχολαστικός κάνει το ίδιο. Και ο Πραξαγόρας μάς πληροφορεί για το Λικίνιο ότι «και τους όρκους του δε σεβάστηκε και μετήλθε κάθε επαίσχυντο μέσο».

Ο Κωνσταντίνος οργάνωσε εκστρατεία εναντίον του και τον κατενίκησε (314). Ο απερίσκεπτος Λικίνιος έσωσε τη ζωή του χάρη στα παρακαλετά της συζύγου του Κωνστάντιας προς το νικητή αδελφό της Κωνσταντίνο.

Σημειωτέον ότι και σ’ αυτόν τόν πόλεμο και σ’ όλους τους άλλους, που ο Κωνσταντίνος διεξήγαγε μεταγενέστερα, το Λάβαρο [του Χριστού] προηγούνταν στο στράτευμα. Ο Ευσέβιος γράφει σχετικά: «Όπου έκανε την εμφάνιση του τούτο, επακολουθούσε φυγή από την πλευρά των εχθρών και καταδίωξη από την πλευρά των νικητών. Ο βασιλιάς, που έβλεπε αυτά, εάν κάπου έβλεπε κάποιο τάγμα να λυγίζει, διάταζε να παραβρεθεί εκεί το σωτήριο τρόπαιο, πραγματικό νικητικό αλεξιφάρμακο, με το οποίο πήγαινε αμέσως μαζί η νίκη, που ενδυνάμωνε τους αγωνιζόμενους μαζί με κάποια θεϊκή πρόνοια».

Και κατά μαρτυρία του Ευσέβιου, ο Κωνσταντίνος τον πληροφόρησε ότι κανένας από τους φορείς του λαβάρου δε βλάφτηκε ποτέ από τα βέλη του εχθρού.

Για τα οκτώ επόμενα ειρηνικά χρόνια (314-322) ο Κωνσταντίνος αφιερώθηκε στην προώθηση της ηθικής, πολιτικής και οικονομικής ευημερίας των υπηκόων του.

Οι σχέσεις μεταξύ των δυο αυτοκρατόρων επιδεινώθηκαν και πάλι μετά από εκείνη τη δεκαετία. Ο Λικίνιος αθέτησε ξανά τις συμφωνίες του Μεδιολάνου για την κατάπαυση των διωγμών των χριστιανών.

Έτσι, ενώ στη Δύση έλαμπε φανερά το φως του Χριστού, στην Ανατολή κρυφόκαιγε σ’ απόμερες γωνιές και κατά τους χρόνους του Μαξιμίνου και κατά τους χρόνους του Λικίνιου. Ο τελευταίος άρχισε ξανά τους διωγμούς, συγκεκαλυμμένα στην αρχή, γιατί φοβόταν τον Κωνσταντίνο, ανοιχτά αργότερα. Επέβαλε περιορισμούς στους επισκόπους, έκλεισε ορισμένες εκκλησίες, δήμευσε περιουσίες χριστιανών, επέβαλε σε αξιωματούχους του στρατού και της κρατικής μηχανής να προσφέρουν θυσίες σε διάφορους θεούς και απομάκρυνε όσους αρνήθηκαν, επειδή ήταν χριστιανοί. Γενικά, συνετέλεσε στο να βασιλέψουν η βία και η αδικία σ’ όλους τους τομείς της διοίκησης.

Τα βασανιστήρια και οι διωγμοί συνεχίζονταν αμείλικτα. Γράφει ο Ευσέβιος: «Η μικροπρέπειά του δεν είχε μέτρο και η απληστία του ήταν απεριόριστη. Μολονότι γέμισε τα ταμεία με χρυσό, ασήμι και απεριόριστο πλούτο, ένιωθε ενδεής και υπέφερε το μαρτύριο του Ταντάλου. Και θα μπορούσα ν’ αναφέρω πόσα αθώα πρόσωπα τιμώρησε με εξορία, πόση ιδιοκτησία δήμευσε, πόσους ευυπόληπτους άνδρες από την τάξη τών ευγενών φυλάκισε, πόσες συζύγους παρέδωσε στους σκλάβους για να ταπεινωθούν και σε πόσες παντρεμένες και παρθένους προσέφερε ο ίδιος βία».

Παρόμοιες είναι και οι αναφορές του Αυρήλιου Βίκτωρος [ο οποίος, σημειωτέον, ήταν δωδεκαθεϊστής]: «Ο Λικίνιος μέσω της αγάπης του στη φιλαργυρία ήταν ο χειρότερος όλων των ανθρώπων και όχι ξένος προς τη σεξουαλική διαφθορά, σκληρός πράγματι, υπερβολικά ανυπόμονος, εχθρικός προς τη λογοτεχνία, την οποία, επειδή αγνοούσε απεριόριστα, συνήθιζε ν’ αποκαλεί ένα δηλητήριο και μια δημόσια επιδημία, ειδικά δικανική προσπάθεια».

Χιλιάδες άνθρωποι βασανίστηκαν σκληρά και πάλι και εκατοντάδες έχασαν τη ζωή τους από το ξίφος, τον τροχό, τη φωτιά, τα δόντια των θηρίων. Τότε μαρτύρησαν και οι σαράντα χριστιανοί στρατιώτες (οι Άγιοι Σαράντα Μάρτυρες) μέσα στην παγωμένη λίμνη της Σεβάστειας…

Μαθαίνοντας ο Κωνσταντίνος τη νέα αθέτηση των συμφωνιών και την παραβίαση των όρκων από την πλευρά του Λικίνιου, του κηρύσσει τον πόλεμο (322). Επικεφαλής των ναυτικών του δυνάμεων έθεσε το γιο του Κρίσπο.

Στην Αδριανούπολη στις 3 Ιουλίου 323 ο Κωνσταντίνος ύστερα από θερμή προσευχή και έχοντας το Λάβαρο μπροστά και με το σύνθημα «Θεός Σωτήρ» στα χείλη των στρατιωτών ορμά εναντίον του αντιπάλου του και πετυχαίνει μεγάλη νίκη, αναγκάζοντας τον να υποχωρήσει στη Χρυσούπολη. Εκεί νικά οριστικά το Λικίνιο (10 Σεπτεμβρίου 323), ενώ ο γιος του Κρίσπος καταναυμαχεί το στόλο του στον Ελλήσποντο, αποδεικνύοντας τις μεγάλες στρατηγικές ικανότητες του.

Η Κωνσταντία έτρεξε και πάλι στον αδελφό της και τον θερμοπαρακάλεσε με δάκρυα να συγχωρήσει τον άνδρα της.

Ο Λικίνιος, καθώς μας πληροφορεί ο Ζώσιμος, αφού ήλθε στη Νικομήδεια ως ικέτης, παρέδωσε την πορφύρα του στον Κωνσταντίνο και του ζήτησε συγχώρηση για τα όσα είχε κάνει {«Της πόλεως προελθών ικέτης τω Κωνσταντίνω καθίσταται, και την αλουργίδα προσαγαγών βασιλέα τε και δεσπότην εβόα, συγγνώμην επί τοις προλαβούσιν αιτών»).

Ο Κωνσταντίνος τού αφαίρεσε την πορφύρα, αλλ’ όχι και τη ζωή. Τον συγχώρησε χάρη στα δάκρυα και τις ικεσίες της Κωνσταντίας και τον έθεσε σε κατ’ οίκον περιορισμό στη Θεσσαλονίκη.

Όμως ο Κωνσταντίνος δεν ξέχασε ότι ο Λικίνιος ήταν ένας τέως αυτοκράτορας, που διέθετε ακόμα πολλές ρίζες στα στρατεύματα. Δε λησμόνησε ότι η πλειοψηφία των πολιτών, αλλά και των στρατιωτών, ήταν ακόμα ειδωλολάτρες και δε θεωρούσε απίθανη την αυτοανακήρυξη του αποτυχημένου γαμπρού του ως αρχηγού των ειδωλολατρών και την κήρυξη επαναστάσεως εναντίον του. Εξαιτίας λοιπόν όλων αυτών των κινδύνων ο Κωνσταντίνος ήταν υποχρεωμένος να επιτηρεί ξάγρυπνα τον ζωηρό γαμπρό του.

Αλλ’ ο Λικίνιος […] δεν τήρησε και πάλι ούτε τις υποσχέσεις, ούτε τους όρκους του.

Η αθέτηση συμφωνιών και η καταπάτηση όρκων εκ μέρους του Λικίνιου ήταν μια μόνιμη τακτική, επισημαίνει […] ο Ευσέβιος, που συνοδευόταν κάθε φορά από συγγνώμη, για να ασχημονήσει και πάλι με ψευδολογίες.

Ενδιαφέρουσες είναι και οι πληροφορίες του εκκλησιαστικού συγγραφέα Σωκράτους του Σχολαστικού. Παρότι ο Κωνσταντίνος τού έδειξε όλη την ανθρωπιά του, γράφει ο Σωκράτης, και του χάρισε τη ζωή, και μάλιστα για δεύτερη φορά, εκείνος δεν παραιτήθηκε από τις φιλοδοξίες του. Παρέμεινε ήσυχος για ένα χρόνο στη Θεσσαλονίκη και ύστερα, αφού μάζεψε γύρω του μερικούς βαρβάρους, άρχισε τις μυστικές διαβουλεύσεις μαζί τους με σκοπό να επισκευάσει την ήττα του! («Ζώντα ουν συλλαβών, ανθρωπεύεται. Και κτείνει μεν ουδαμώς, οικείν δε την Θεσσαλονίκην προσέταξεν ησνχάζοντα. Ο δε προς ολίγον ησυχάσας, ύστερον βαρβάρους τινάς συναγαγών, αναμαχήσασθαι την ήτταν εσπούδαζεν»).

Ο Ζωναράς γράφει ότι ο Κωνσταντίνος χάρισε τηή ζωή στο Λικίνιο, ύστερα από τις παρακλήσεις της Κωνσταντίας, αλλ’ επειδή οι στρατιώτες του διαμαρτυρήθηκαν για τη διάσωση του ανθρώπου, ο οποίος είχε αποδειχτεί πολλές φορές αναξιόπιστος και παραβάτης των συμφωνιών, τον παρέπεμψε στην ετυμηγορία της Συγκλήτου. Εκείνη παραχώρησε στους στρατιώτες τα δικαίωμα ν’ αποφασίσουν για την τύχη του και αυτοί τον εκτέλεσαν στη Θεσσαλονίκη ή σε κάποιο τόπο των Σερρών.

Το ίδιο μας πληροφορούν και ο Γελάσιος και ο Νικηφόρος Κάλλιστος.

Για τη νέα αυτή και τελευταία συνωμοσία του αδίστακτου γαμπρού του προσφέρθηκε στον Κωνσταντίνο απόδειξη. Αυτή τη φορά η Σύγκλητος, βάσει των […] νόμων […], αποφάσισε τη θανατική καταδίκη και εκτέλεση και του ίδιου και των συμβούλων του (324 μ.Χ.). Γράφει ο Ευσέβιος: «Έπειτα αφού εφάρμοσε το νόμο του πολέμου σ’ αυτόν το θεομισή, τους παρέδωσε στην πρέπουσα τιμωρία: οι σύμβουλοι της θεομαχίας μαζί με τον ίδιο τον τύραννο οδηγήθηκαν στο θάνατο, έχοντας την προσήκουσα δίκη».

[…]

Αυτό, βάσει των νόμων της Ρώμης, ήταν το τέλος ενός καθ’ υποτροπήν συνωμότη, που επιτέλους δεν μπορούσε να έχει επ’ άπειρον ασυλία και ατιμωρησία, παρά την οποιαδήποτε συγγενική του σχέση με τον Κωνσταντίνο, το θάνατο του οποίου άλλωστε επιζητούσε επιμόνως. Επομένως και γι’ αυτόν το θάνατο συγγενικού του προσώπου θα ήταν άδικο να προσδώσουμε στον Κωνσταντίνο τη βαριά κατηγορία του δολοφόνου, όπως το επιχειρούν οι εχθροί του.

Αλλά και ποιος θα μπορούσε σήμερα να κατηγορήσει έναν αρχηγό κράτους, που επικυρώνει με την υπογραφή του τη θανατική εκτέλεση καταδικασμένου από τα δικαστήρια;

Για το ότι ο Λικίνιος είχε ένδικο καταδίκη, επιβεβαιώνεται και από τον Ευσέβιο: «Και όσα ο Λικίνιος είδε στα μάτια των παλιών τυράννων, τα ίδια και αυτός υπέφερε, γιατί μήτε κι ο ίδιος δέχτηκε κάποια παιδεία μήτε σωφρονίστηκε από τις μάστιγες εκείνων που βρίσκονταν μακριά, αλλ’ αφού μετήλθε την ίδια μ’ εκείνους οδό, ενδίκως οδηγήθηκε σε ίσο με το δικό τους γκρεμό».

[…]

Ο Gibbon και άλλοι ιστορικοί θέλουν να ξεχνούν ότι ο αμυνόμενος πάντοτε Κωνσταντίνος είχε χαριστεί τουλάχιστον δύο φορές και στους δυό, Μαξιμιανό και Λικίνιο, και καταφέρονται εναντίον του, αποκαλώντας δολοφονίες τις ένδικες θανατικές εκτελέσεις τους. Αλλά ποιος μάς διαβεβαιώνει ότι αυτοί οι δύο καθ’ υποτροπήν εγκληματίες στην τρίτη απόπειρά τους εναντίον του Κωνσταντίνου δε θα αιματοκυλούσαν [πάλι] την αυτοκρατορία;

[…] Είναι πράγματι πολύ δύσκολο σήμερα να σκεφθεί κανείς τί άλλο θα μπορούσε να πράξει ο Κωνσταντίνος, όταν επεδίωκαν την εξόντωσή του με τη σειρά ο πεθερός του, ο κουνιάδος του, ο δεύτερος γαμπρός του, ο πρώτος γαμπρός του. Και εκπλήσσεται ο σημερινός φιλήσυχος πολίτης, όταν διαπιστώνει πως κανενός ο θάνατος δεν νουθέτησε κανένα από τους επιλειπόμενους κάθε φορά συγγενείς του!

Τίποτε το παράνομο δεν έπραξε ο Κωνσταντίνος ως εξουσία ακόμη και από χριστιανικής πλευράς. Γράφει ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους Επιστολή του για την εξουσία: «Θεού γαρ διάκονος εστιν εις οργήν, έκδικος τω των κακών πράσσοντι» (κεφ. 13, 4): (Διότι είναι υπηρέτης του Θεού, εκδικητής που έχει εντολή και δικαίωμα να επιβάλλει τιμωρίες σε κάθε κακοποιό».» (σελ. 54-61)

(Για τις πάμπολλες παραπομπές που κάνει ο συγγραφέας στις αρχαίες πηγές δείτε το ίδιο το βιβλίο.)

Μια πολύ εκτενή και αναλυτική εξιστόρηση των εγκλημάτων του Λικίνιου κάνει ο ιστορικός Ευσέβιος (Εις τον βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου βασιλέως, Λόγος Α΄, 49 – Β΄, 19).

Ας σημειωθεί ότι άλλοι άγιοι μάρτυρες που μαρτύρησαν από τον Λικίνιο, εκτός από τους αγίους Σαράντα, ήταν ο άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, ο άγιος Βλάσιος, οι άγιοι Βασιλεύς και Γλαφύρα, οι άγιοι Ερμύλος και Στρατόνικος.

Οι θάνατοι του Μαξέντιου, του Λικίνιου και των συνεργών τους δεν είχαν τον χαρακτήρα ιδιωτικών εκτελέσεων ή “δολοφονιών”. Ο αυτοκράτορας ήταν ο ανώτατος δικαστής του ρωμαϊκού κράτους. Αυτός είχε την κατεξοχήν αρμοδιότητα (ή μάλλον υποχρέωση) να τιμωρεί τους εγκληματίες. Γιατί να μην τιμωρήσει κι αυτούς για τα εγκλήματά τους όπως προέβλεπε ο νόμος; Για όλους ήταν οι νόμοι εκτός από τους μεγαλύτερους εγκληματίες;

Να το “έγκλημα” του αγίου Κωνσταντίνου: το ότι υπερασπιζόταν με γενναιότητα την αυτοκρατορία και τον λαό του από τους κτηνώδεις και αιμοδιψείς εχθρούς που την λυμαίνονταν, και, ως ανώτατος δικαστής του κράτους, επέβαλε, όπου ήταν ανάγκη, την εσχάτη ποινή σε απάνθρωπους εγκληματίες – όπως ήταν ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ του.

Ο Κωνσταντίνος ήθελε να βγάλει επιτέλους την αυτοκρατορία από το σκοτάδι (και το κατόρθωσε σε πολύ μεγάλο βαθμό, όπως είδαμε στο προηγούμενο μέρος αυτού του δημοσιεύματος), και αυτοί ήταν εγκληματίες που ήθελαν να την κρατήσουν καλά βυθισμένη μέσα σε αυτό. Ως αυτοκράτορας είχε ΧΡΕΟΣ να κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να τους βγάλει από την μέση, για να εκπληρώσει την αποστολή του, και να τους τιμωρήσει για τα εγκλήματά τους. Το ότι αντιστάθηκε στον Μαξιμιανό, τον Μαξέντιο, τον Λικίνιο κλπ και τους τιμώρησε είναι ηρωικό και άγιο έργο.

Ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε τον Θεό μέσα του και δεν τον ένοιαζε η εξουσία. Αυτοί που ΕΥΤΥΧΩΣ τους εξόντωσε, πήγαιναν να βυθίσουν την αυτοκρατορία πάλι στο σκοτάδι, τον δαιμονισμό και την βαρβαρότητα.

Όλος ο κόσμος οφείλει ένα μεγάλο ευχαριστώ στον άγιο Κωνσταντίνο που, με την δύναμη του Θεού, έβγαλε όλους αυτούς τους ψυχοπαθείς σατανάδες από την μέση.

Ο άγιος Κωνσταντίνος ήταν όσο”δολοφόνος” ήταν και ο άγιος Γεώργιος που σκότωσε τον δράκο-νεφελίμ.

(Για περισσότερα σχετικά με το ήθος του αγίου Κωνσταντίνου πατήστε εδώ.)

Συνεχίζεται…