Συναξαριακές Μορφές

Μάρτυρος Γολινδούχ (13 Ιουλίου)

13 Ιουλίου 2010

Μάρτυρος Γολινδούχ (13 Ιουλίου)

του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου

Καθηγουμένου Ι. Μ. Αγίου Ιγνατίου – Λειμώνος Λέσβου από το βιβλίο του «Εορτοδρόμιον»

Σήμερα, αγαπητοί μου αδελφοί, μας φωτίζει ένα αστέρι από την ανατολή.

Όπως οι Μάγοι εκ Περσίας είδαν τον αστέρα του τεχθέντος βασιλέως και σωτήρος του κόσμου Χριστού, έτσι και η αγία Γολινδούχ εκ της Περσίδος είδε το φωτεινόν άγγελο του Κυρίου περιελθούσα σε έκστασι, ο όποιος της έδειχνε το φωτεινό του παραδείσου τόπο, οπού ευφραίνονται οι δίκαιοι.

Η μέχρι τότε πυρσολάτρισσα Γολινδούχ αισθάνθηκε ζωηρή την επιθυμία να μπη στον τόπον εκείνο «των μακάρων» και να απολαύση με όλο το χορό των δικαίων το φως και τη χαρά του Παραδείσου, άλλα επιχειρήσασα, εμποδίστηκεν από τον άγγελο του Κυρίου, ο όποιος της είπε: «εις τον τόπον ετούτον δεν δύνανται να εισέλθουν οι άπιστοι».

Όταν η Γολινδούχ συνήλθεν από την έκστασι εβασάνιζε το μυαλό της για να βρη πιο άραγε να ήταν το μυστικό του οράματος νόημα. Και εκεί οπού εσκέπτετο θυμήθηκε κάποιον χριστιανό πού παλαιά της είχεν ειπεί ότι η μόνη αληθινή και σωτήρια θρησκεία είναι η ορθόδοξη χριστιανική.

Αφού έφυγε δε ο φανατικός αστρολάτρης και αρχιμάγος σύζυγος της καθόταν στην πόρτα και «διελογίζετο εν εαυτή» πώς θα γινόταν να γνωρίση την αληθινή του Ναζωραίου θρησκεία για να σωθή. Και ώ του θαύματος! εκείνη τη στιγμή περνούσε από την πόρτα ο χριστιανός πού παλαιά της είχε πη ότι μόνη θρησκεία αληθινή είναι η χριστιανική.

Τον εκάλεσε λοιπόν χωρίς φόβο και τον παρεκάλεσε να τη διδάξη το περιεχόμενο της αληθινής του πίστεως και εκείνος ο μακάριος την εδίδαξε με πολλά επιχειρήματα και αποδείξεις και όχι μόνο στο νου αλλά και στην καρδιά της και στο σώμα της επέτυχε την «εν Χριστώ, αναγέννησι» αφού εφρόντισε και για το βάπτισμά της και την μετωνόμασε Μαρία.

Έτσι όλα άλλαξαν στη ζωή της, τίποτα πια κοσμικό και αίολο δεν την απασχολούσε. Και βέβαια ο άντρας της υποπτεύτηκε τη νέα κλήσι της και μάλιστα έψαξε και βρήκε ότι η Γολινδούχ, η γυναίκα του, είχε ένα κιβώτιο εικόνες χριστιανικές τις όποιες κρυφά από εκείνον τιμούσε και προσκυνούσε.

Την ανέκρινε λοιπόν και εκείνη παρά το ότι ήξερε πόσον ήταν φανατικός δεν απέκρυψε την αλήθεια αλλά πέφτοντας στα πόδια του του ωμολόγησε ότι την πραγματική χαρά και το φως βρήκε κοντά στο Χριστό και τον θερμοπαρακαλούσε να ακολουθήση και εκείνος τα ίχνη του Εσταυρωμένου Λυτρωτή των ανθρώπων Ελλήνων και Περσών. «Εκμανείς» όμως ο σύζυγος της την εγρονθοκόπησε και αμέσως την παρέδωσε στην περσική δικαιοσύνη η οποία «πάραυτα» την εδίκασε και την κατεδίκασε σε δεκαοχτώ χρόνια φυλάκισι στο φρούριο της Λήθης.

Αγόγγιστα η αγία δέχτηκε την απόφασι του δικαστηρίου και δοξάζουσα το Θεό, περνούσε τις ήμερες της φυλακισμένη στο φρούριο της λησμοσύνης, οπού όλοι οι βαρυποινίτες καταδικαζόταν σε φυλάκισι.

Άλλα «του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής, η οικουμένη και πάντες οι κατοικούντες εν αυτή», και εκεί στο φρούριο της Λήθης έβρισκε την ευκαιρία η άγια Γολινδούχ η μετονομασθείσα Μαρία να διδάσκη και να δρα χάριν της αγάπης του Χριστού. Όλοι οι βαρυποινίτες μακρυά από τον κόσμο και τις φευγαλέες χαρές και απολαύσεις του είχαν έτοιμες και ορθάνοιχτες τις ψυχές τους για να δεχτούν το βάλσαμο και την παρηγοριά, την ανάπαυσι και τη γαλήνη πού προσφέρει στις ταραγμένες ψυχές ο λόγος και η διδασκαλία του Χριστού. Και πάμπολλοι επίστεψαν και έγιναν χριστιανοί.

Και αφού πέρασαν τα δεκαοχτώ χρόνια και θα έπρεπε να ελευθερωθή η αγία, νέα κατηγορία την καταδίκασε σε φοβερώτερο μαρτύριο. Την κατάγγειλαν ότι προσηλύτιζε στο χριστιανισμό και έτσι την έρριξαν σε ένα βαθύ ξεροπήγαδο οπού ελλώχευεν ένα άγριο θεριό για να κατασπαράζη κάθε θύμα πού θα του έρριχναν. Άλλα όπως ο Δανιήλ ημέρωσε τους λέοντες στο λάκκο έτσι και η Γολινδούχ εξημέρωσε τον δράκοντα ο όποιος αναπαυόταν επάνω στα πόδια της ακουμπώντας το σαρκοβόρο και τρομαχτικό κεφάλι.

Την έβγαλαν λοιπόν από το λάκκο και την εμαστίγωσαν αλύπητα μέχρι πού αίμα έτρεχε ποταμηδόν από τους μαστούς της, και αφού θαυματουργικά έγινε καλά την έρριξαν σε ένα καταγώγιο της διαφθοράς για να προσβάλουν την αγνότητα της, εκδικούμενοι το κήρυγμα της ότι τα σώματα των ανθρώπων είναι ναός του αγίου Πνεύματος και οποίος φθείρει το ναό του αγίου Πνεύματος θα τον καταστρέψη ο Θεός.

Επρόσταξαν μάλιστα σαρκολάτρες και αναίσχυντους τύπους να πάνε να της κλαίψουν το μεγάλο της αγνότητος της θησαυρό. Κάθε ένας όμως πού ερχόταν να την ατιμάση «αορασία επατάσσετο» και δεν έβλεπε να βρη την αγία του Χριστού νύμφη, με αποτέλεσμα να μείνη η αγία απρόσβλητη ασινής και αλώβητη. Πλην οι δήμιοι της ούτε και εκεί συγκινήθηκαν, γι΄ αυτό και τον αποκεφαλισμό της αποφάσισαν και την παρέδωκαν στο δεσμοφύλακα. Και πάλιν όμως η άγια εθαυματούργησεν. Άγγελος Κυρίου ήλθε και τα δεσμά της έλυσε — κι ο δεσμοφύλακας τότε επίστεψε — και έτσι ελεύθερη η άγια έφυγε και πήγε στα Ιεροσόλυμα για να προσκύνηση εκεί «ου έστησαν οι πόδες του Κυρίου». Εκεί συνάντησε και τους Μονοφυσίτες οπαδούς του Σεβώρου αλλά κατά θεία αποκάλυψι δεν ήλθε σε θρησκευτική κοινωνία μαζί τους.

Ο δε Πατριάρχης των Ιεροσολύμων θαυμάζοντας την αγιότητα της την εφιλοξένησε στο πατριαρχείο και την προέπεμψε με τιμές για να έλθη και στην Κωνσταντινούπολι στον αυτοκράτορα Μαυρίκιο το 602. Στο ταξίδι της όμως με μια μικρήν ασθένεια απέθανε και αναπαύτηκε κοντά στον Κύριο υστέρα από τα πολυώδυνά της βάσανα.

Πηγή: http://www.zoiforos.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3842&Itemid=1