Πολυμέσα - Multimedia

Ο Dan Ariely για τον ελλατωματικό μας ηθικό κώδικα

4 Φεβρουαρίου 2011

Ο Dan Ariely για τον ελλατωματικό μας ηθικό κώδικα

Ο συμπεριφορικός οικονομολόγος Dan Ariely μελετά τα ελλατώματα στον ηθικό μας κώδικα: τους κρυφούς λόγους για τους οποίους νομίζουμε ότι είναι εντάξει να εξαπατούμε ή να κλέβουμε (μερικές φορές). Έξυπνες έρευνες βοηθούν το επιχείρημά του ότι είμαστε προβλέψιμα παράλογοι — και ότι μπορούμε να επηρεαστούμε με τρόπους που δεν μας είναι αντιληπτοί.

Θα ήθελα να σας μιλήσω λίγο σήμερα για τον προβλέψιμο παραλογισμό. Το ενδιαφέρον μου για την παράλογη συμπεριφορά ξεκίνησε πριν μερικά χρόνια σε ένα νοσοκομείο. Είχα καεί πολύ άσχημα. Και αν περάσετε αρκετό καιρό σε ένα νοσοκομείο θα δείτε πολλών ειδών παραλογισμούς. Και εκείνος που με ενόχλησε ιδιαίτερα στο τμήμα εγκαυμάτων ήταν η διαδικασία με την οποία οι νοσοκόμες αφαιρούσαν τους επιδέσμους μου. Σίγουρα όλοι σας έχετε βγάλει ένα τραυμαπλάστ κάποια στιγμή και σίγουρα αναρωτηθήκατε ποια είναι η σωστή προσέγγιση. Το τραβάτε απότομα — μικρή διάρκεια αλλά με μεγάλη ένταση — ή το βγάζετε σιγά σιγά — περισσότερος χρόνος, όμως κάθε δευτερόλεπτο είναι λιγότερο επίπονο — Ποια είναι η σωστή προσέγγιση;

http://www.ted.com/talks/dan_ariely_on_our_buggy_moral_code.html

Διαλέξτε τους ελληνικούς υπότιτλους

Οι νοσοκόμες στο τμήμα μου νόμιζαν πως η σωστή προσέγγιση ήταν η πρώτη, οπότε με κρατούσαν σταθερά και τράβαγαν απότομα τους επίδεσμους, κρατούσαν και τράβαγαν. Και επειδή είχα το 70% του σώματός μου καμένο, η διαδικασία έπερνε περίπου μια ώρα. Όπως φαντάζεστε λοιπόν, μισούσα τις στιγμές αυτού του απίστευτα έντονου πόνου. Οπότε προσπάθησα να το συζητήσω μαζί τους λέγοντας, “Γιατί να μη δοκιμάσουμε κάτι άλλο; Γιατί να μην μας πάρει λίγο παραπάνω — ίσως δύο ώρες αντί για μία — ώστε να αισθάνομαι λιγότερο πόνο;” Οπότε οι νοσοκόμες μου είπαν δύο πράγματα. Μου είπαν πως είχαν τη κατάλληλη μέθοδο για τον ασθενή — δηλαδή γνώριζαν ποια ήταν η σωστή διαδικασία για να ελαχιστοποιήσουν τον πόνο μου– προσθέτοντας επίσης πως η λέξη ασθενής δεν σημαίνει να κάνω προτάσεις ή να παρεμβαίνω ή … Και αυτό δεν είναι μόνο στα Εβραϊκά, παρεπιμπτόντως. Ισχύει για κάθε γλώσσα που έχω γνωρίσει μέχρι στιγμής. Όπως καταλαβαίνετε, δεν γινόταν να κάνω κάτι παραπάνω και εκείνες συνέχισαν να κάνουν το ίδιο. Και μετά από τρία χρόνια, όταν έφυγα από το νοσοκομείο, ξεκίνησα μαθήματα στο πανεπιστήμιο.

Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα μαθήματα που πήρα ήταν ότι υπάρχει μια πειραματική μέθοδος που λέει ότι, όταν έχεις μια ερώτηση μπορείς να φτιάξεις ένα αντίγραφό της με έναν αφαιρετικό τρόπο και να προσπαθήσεις να την μελετήσεις, ώστε, ίσως, να μάθεις κάτι για τον κόσμο. Και αυτό έκανα. Ακόμη με ενδιέφερε η ερώτηση του πως αφαιρείς τους επιδέσμους από ασθενείς με εγκαύματα. Αρχικά,λοιπόν, δεν είχα αρκετά χρήματα, οπότε πήγα σε ένα κατάστημα σιδηρικών και αγόρασα μια μέγγενη. Οπότε έφερνα ανθρώπους στο εργαστήριο και έβαζα το δαχτυλό τους μέσα και το έσφιγγα λιγάκι. (Γέλια) Το έσφιγγα για μεγάλες χρονικές περιόδους και μικρές, αυξάνοντας και μειώνοντας τον πόνο, με σπασίματα ή όχι — με πόνο όλων των ειδών. Όταν σταμάτησα να τους πληγώνω για λίγο, ρωτούσα, Πόσο επίπονο ήταν αυτό; Ή πόσο επίπονο ήταν αυτό; Και αν είχατε να επιλέξετε μεταξύ των δύο, ποιο θα επιλέγατε; (Γέλια)

Συνέχισα να το κάνω αυτό για αρκετό καιρό. (Γέλια) Έπειτα, όπως όλα τα καλά ακαδημαϊκά πρότζεκτ, πήρα μεγαλύτερη χρηματοδότηση. Χρησιμοποίησηα ήχους, ηλεκτρικά σοκ — Είχα ακόμη και μια στολή πόνου ώστε να κάνω τους ανθρώπους να αισθόνται περισσότερο πόνο. Όμως εκείνο που έμαθα στη διαδικασία, είναι ότι οι νοσοκόμες έκαναν λάθος. Εδώ είχαμε υπέροχους ανθρώπους με καλές προθέσεις και αρκετή εμπειρία, ωστόσο το λάθος τους ήταν προβλέψιμο κάθε φορά. Από ότι φαίνεται, επειδή δεν κωδικοποιούμε τη διάρκεια με τον ίδιο τρόπο που κωδικοποιούμε την ένταση, θα αισθανόμουν λιγότερο πόνο αν η διάρκεια ήταν μεγαλύτερη και η ένταση μικρότερη. Από ότι φαίνεται θα ήταν καλύτερα να είχαν ξεκινήσει με το πρόσωπό μου, το οποίο ήταν πιο επίπονο, προχωρώντας προς τα πόδια, δίνοντάς μου την αίσθηση της σταδιακής βελτίωσης — και αυτό θα πονούσε λιγότερο. Επίσης φαίνεται πως θα ήταν καλύτερο να κάναμε διαλείμματα στη μέση ώστε να ανακουφιστώ από τον πόνο. Όλα αυτά θα ήταν πολύ ωραία αν γίνονταν και οι νοσοκόμες μου δεν είχαν ιδέα. Και από εκείνο το σημείο και μετά άρχισα να σκέφτομαι, είναι μόνο οι νοσοκόμες στον κόσμο εκείνες που κάνουν λάθος σε αυτή τη συγκεκριμένη απόφαση ή είναι πιο γενικό φαινόμενο; Και από ότι φαίνεται είναι γενικευμένο — Είναι αρκετά τα λάθη που κάνουμε. Και θα ήθελα να σας δώσω ένα παράδειγμα ενός από αυτά τα παράλογα και πιο συγκεκριμένα θα μιλήσω για την εξαπάτηση. Ο λόγος που διάλεξα την εξαπάτηση είναι διότι έχει ενδιαφέρον ενώ μας λέει κάτι, νομίζω, για την χρηματοπιστωτική κρίση που βρισκόμαστε.

Το ενδιαφέρον μου για την εξαπάτηση ξεκίνησε όταν η Enron εμφανίστηκε στο προσκήνιο και εξεράγη έτσι ξαφνικά, και έτσι άρχισα να αναρωτιέμαι τι συμβαίνει εδώ. Ήταν αυτή η περίπτωση ορισμένων κακών μήλων που ήταν ικανά να κάνουν αυτά τα πράγματα ή μιλούμε για μια ενδημική κατάσταση, ώστε αρκετοί πια άνθρωποι να είναι ικανοί να συμπεριφέρονται έτσι; Επομένως, όπως συνηθίζουμε, αποφάσισα να κάνω ένα πείραμα. Ακούστε πως ήταν. Εάν ήσασταν μέσα στο πείραμα, θα σας έδινα μια κόλλα χαρτί με 20 απλά μαθηματικά προβλήματα, τα οποία μπορούν να λύσουν όλοι, αλλά δεν θα σας έδινα αρκετό χρόνο. Όταν τελείωναν τα 5 λεπτά, θα έλεγα, “Δώστε μου τις κόλες σας και θα σας δώσω 1 δολάριο για κάθε σωστή ερώτηση.” Αυτό το έκαναν. Έτσι τους πλήρωνα 4 δολάρια για τον κόπο τους – κατά μέσο όρο λύνονταν 4 προβλήματα. Άλλους τους δελέαζα να κλέψουν. Τους έδινα τις κόλλες χαρτί. Και όταν τελείωναν τα 5 λεπτά, τους έλεγα, “Σκίστε τις κόλλες. Βάλτε τα κομμάτια στις τσέπες σας ή στις τσάντες σας και πείτε μου πόσες ερωτήσεις πετύχατε.” Ο κόσμος πια “έλυνε” 7 ερωτήσεις κατά μέσο όρο. Τώρα, δεν ήταν σαν να υπήρχαν μερικά κακά μήλα – λίγοι άνθρωποι που έκλεβαν πολύ. Αντιθέτως, αυτό που παρατηρήσαμε ήταν αρκετούς ανθρώπους να κλέβουν λίγο. Στην οικονομική θεωρία, η εξαπάτηση είναι μια πολύ απλή ανάλυση κόστους- ωφέλειας. Σκέφτεστε, ποια είναι η πιθανότητα να σας πιάσουν; Πόσα μπορώ να κερδίσω εάν κλέψω; Και πόσο θα τιμωρηθώ εάν με πιάσουν; Ζυγίζετε τις επιλογές — κάνετε μια απλή ανάλυση κόστους – ωφέλειας και αποφασίζετε εάν αξίζει να πράξετε το έγκλημα ή όχι. Επομένως, δοκιμάσαμε να το ελέγξουμε. Για μερικούς ανθρώπους, μεταβάλαμε το ποσό των χρημάτων που μπορούσαν να ξεφύγουν – πόσα χρήματα μπορούσαν να κλέψουν. Τους πληρώναμε 10 σεντς για κάθε σωστή απάντηση, 50 σεντς, ένα δολάριο, πέντε δολάρια, 10 για κάθε σωστή απάντηση. Θα αναμένατε ότι καθώς αυξάνεται η ποσότητα των χρημάτων στο τραπέζι, ο κόσμος θα έκλεβε περισσότερο, αλλά αυτό δεν ήταν σωστό. Είχαμε αρκετούς ανθρώπους που εξαπατούσαν με το να κλέβουν λίγο. Τι γνωρίζουμε για την πιθανότητα κάποιου να πιαστεί; Κάποιοι έσκιζαν τη μισή κόλλα, οπότε είχαν απομείνει μερικές αποδείξεις. Κάποιο έσκιζαν ολόκληρη την κόλλα. Κάποιοι έσκιζαν τα πάντα, έβγαιναν από το δωμάτιο και πληρώνωνταν μόνοι τους από το βάζο που είχε περισσότερα από 100 δολάρια. Θα αναμένατε ότι καθώς η πιθανότητα να πιαστεί μειώνεται ο κόσμος θα εξαπατούσε περισσότερο, αλλά αυτό δεν ήταν σωστό. Και πάλι, αρκετοί άνθρωποι εξαπάτησαν, αλλά λίγο ο καθένας, ενώ ήταν αδιάφοροι για αυτά τα οικονομικά κίνητρα. Οπότε είπαμε, “Εάν οι άνθρωποι δεν αντιδρούν στις εξηγήσεις της οικονομικής θεωρίας επιλογών, σε αυτές τις δυνάμεις, τι συμβαίνει πραγματικά;” Οπότε σκεφτήκαμε πως ίσως εκείνο που συμβαίνει είναι ότι υπάρχουν δύο δυνάμεις.

Από τη μία μεριά, όλοι θέλουμε να κοιταζόμαστε στον καθρέφτη και να νίωθουμε καλά με τον εαυτό μας, οπότε δεν θέλουμε να εξαπατούμε. Από την άλλη, μπορούμε να εξαπατήσουμε λιγάκι και ακόμη να νίωθουμε καλά για τον εαυτό μας. Οπότε, εκείνο που μπορεί να συμβαίνει είναι να υπάρχει ένα σημείο εξαπάτησης το οποίο δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε, ενώ μπορούμε ακόμη να ωφεληθούμε από την χαμηλού επιπέδου εξαπάτηση, εφ’ όσον δεν αλλάζει την εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Αυτό το ονομάζουμε παράγοντα προσωπικής παραποίησης. Τώρα, πως θα ελέγχαμε τον προσωπικό παράγοντα παραποίησης; Αρχικά είπαμε, τι μπορούμε να κάνουμε για να μειώσουμε τον παράγοντα παραποίησης; Οπότε, φέραμε ανθρώπους στο εργαστήριο και είπαμε, “Έχουμε δύο ασκήσεις για εσάς σήμερα.” Πρώτα, ρωτήσαμε τους μισούς να θυμηθούν 10 βιβλία που είχαν διαβάσει στο λύκειο ή να θυμηθούν τις Δέκα Εντολές, και έπειτα τους δελεάσαμε στο να εξαπατήσουν. Από ότι φαίνεται εκείνοι που προσπάθησαν να θυμηθούν τις Δέκα Εντολές – και στο δικό μας δείγμα κανείς δεν μπορούσε να τις θυμηθεί όλες – αλλά σε εκείνους που προσπάθησαν να τις θυμηθούν, τους δώθηκε η ευκαιρία να κλέψουν, αλλά δεν το έκαναν. Δεν αφορούσε το ότι οι πιο θρησκευόμενοι – οι άνθρωποι που θυμόνταν περισσότερες Εντολές – εξαπατούσαν λιγότερο και οι λιγότερο θρησκευόμενοι περισσότερο – οι άνθρωποι που δεν θυμόνταν σχεδόν καμία Εντολή – εξαπατούσαν περισσότερο. Τη στιγμή που οι άνθρωποι επέλεξαν να θυμηθούν τις Δέκα Εντολές, σταμάτησαν να εξαπατούν. Στην πραγματικότητα, όταν δώσαμε σε αθεϊστές την άσκηση να ορκιστούν στη Βίβλο και τους δώσαμε τη δυνατότητα να εξαπατήσουν, δεν το έκαναν καθόλου. Τώρα, οι Δέκα Εντολές είναι κάτι δύσκολο να το εισάγεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, οπότε είπαμε, “Γιατί να μη βάλουμε τον κόσμο να υπογράψει τον κανόνα τιμής;” Οπότε, βάλαμε τον κόσμο να υπογράψει, “Κατανοώ ότι αυτή η μικρή έρευνα υπόκειται στον Κανόνα Τιμής του MIT(πανεπιστημίου).” Έπειτα το έσκιζαν. Κανένας δεν έκλεψε. Και αυτό είναι ιδαίτερα ενδιαφέρον, διότι το MIT δεν έχει κανόνα τιμής. (Γέλια) Οπότε, όλο αυτό αφορούσε τη μείωση του παράγοντα παραποίησης. Πως μπορούμε να αυξήσουμε τον παράγοντα παραποίησης; Στο πρώτο πείραμα – Έκανα μια βόλτα στο ΜΙΤ και μοίρασα Κόλες έξι τεμαχίων στα ψυγεία – ψυγεία κοινά για τους προπτυχιακούς. Και επέστρεψα για να μετρήσω αυτό που τεχνικά αποκαλούμε η μισή ζωή μιας Κόλα – Πόσο χρόνο παραμένουν στο ψυγείο; Όπως αναμένατε δεν μένει και πολύ. Ο κόσμος τις παίρνει. Σε αντίθεση, πήρα ένα πιάτο με έξι χαρτονομίσματα του ενός δολαρίου και άφησα αυτά τα πιάτα στα ίδια ψυγεία. Κανένα χαρτονόμισμα δεν χάθηκε.

Τώρα, αυτό δεν είναι ένα καλό πείραμα κοινωνικών επιστημών, έτσι για να το κάνω καλύτερα, έκανα το ίδιο πείραμα όπως σας περιέγραψα πριν. Στο ένα τρίτο των ανθρώπων δίναμε την κόλλα χαρτί για να την επιστρέψουν. Στο ένα τρίτο δίναμε την κόλλα, αλλά την έσκιζαν, οπότε γύριζαν και μας έλεγαν, “Κ. Πειραματιστή, έλυσα Χ προβλήματα. Δώσε μου Χ δολάρια.” Στο ένα τρίτο, αφού είχαν τελείωσει το σκίσιμο του χαρτιού, γύριζαν και μας έλεγαν, “Κ. Πειραματιστή, έλυσα Χ προβλήματα. Δώσε μου Χ αντισταθμίσματα.” Δεν τους πληρώναμε με δολάρια. Τους δίναμε κάτι άλλο. Όπότε εκείνοι το έπαιρναν και μερικά μέτρα πιο πέρα, το αντάλλασσαν με δολάρια. Σκεφτείτε το παρακάτω συναίσθημα. Πόσο άσχημα θα αισθανόσασταν αν παίρνατε ένα μολύβι από τη δουλεια, σε σύγκριση με το πόσο άσχημα θα αισθανόσασταν αν παίρνατε 10 σεντς από ένα μικρό κουμπαρά; Αυτά τα πράγματα τα αισθανόμαστε διαφορετικά. Θα έκανε καμία διαφορά, το να απομακρυνθείς από τα χρήματα για λίγο με το να ανταμοιφθείς με κάποιο αντιστάθμισμα; Τα άτομα του δείγματος εξαπάτησαν κατά το διπλάσιο. Θα σας πω τι πιστεύω για αυτό και τη χρηματαγορά σε λίγο. Όμως αυτό δεν έλυσε το μεγάλο πρόβλημα που είχα με την Enron ακόμα, διότι στην Enron, υπάρχει ακόμη ένα κοινωνικό στοιχείο. Ο κόσμος βλέπει ο ένας τον άλλο να συμπεριφέρονται. Στην πραγματικότητα, καθημερινά όταν βλέπουμε τις ειδήσεις βλέπουμε παραδείγματα ανθρώπων που εξαπατούσαν. Τι μας προκαλεί αυτό; Οπότε κάναμε ένα άλλο πείραμα. Πείραμε ένα μεγάλο δείγμα φοιτητών να συμμετάσχουν στο πείραμα και τους προπληρώσαμε. Έτσι όλοι πήραν ένα φάκελο με όλα τα λεφτά για το πείραμα και τους είπαμε πως στο τέλος, τους ζητήσαμε να μας δώσουν πίσω τα χρήματα που δεν κέρδισαν. Εντάξει; Συμβαίνει το ίδιο πράγμα. Όταν δίνεις στον κόσμο την ευκαιρία να εξαπατήσει, το κάνει. Όλοι έκλεψαν λίγο, αλλά όλοι το ίδιο. Όμως στο ίδιο πείραμα προσλάβαμε και ένα φοιτητή ηθοποιό. Αυτός ο φοιτητής σηκώθηκε μετά από 30 δευτερόλεπτα και είπε, “Έλυσα όλα τα προβλήματα. Τι κάνω τώρα;” Οπότε ο πειραματιστής είπε, “Αφού τελείωσες, μπορείς να φύγεις.” Αυτό ήταν. Η άσκηση τελείωσε. Τώρα είχαμε ένα φοιτητή που προσποιείται ότι είναι μέρος της ομάδας του δείγματος. Κανείς δεν ξέρει ότι προσποιείται. Ο οποίος ξεκάθαρα έκλεψε με έναν απροκάλυπτο τρόπο. Τι θα συμβεί στους υπόλοιπους ανθρώπους του δείγματος; Θα κλέψουν περισσότερο ή θα κλέψουν λιγότερο; Ορίστε τι συμβαίνει. Φαίνεται, ότι εξαρτάται από τι φούτερ φοράνε.

Θα σας πω το εξής. Κάναμε το πείραμα στο Κάρνεγκι Μέλον και στο Πίτσμπουργκ. Στο Πίτσμπουργκ υπάρχουν δύο μεγάλα πανεπιστήμια, το Κάρνεγκι Μέλον και το Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ. Όλα τα άτομα τους πειράματος ήταν φοιτητές του Κάρνεγκι Μέλον. Όταν ο ηθοποιός που είχαμε ήταν φοιτητής του Κάρνεγκι Μέλον – ήταν πραγματικά φοιτητής του Κάρνεγκι Μέλον – και ήταν μέρος της ομάδας τους, η εξαπάτηση αυξανόταν. Αλλά όταν είχε ένα φούτερ που έλεγε Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, η εξαπάτηση μειωνόταν. (Γέλια) Τώρα αυτό είναι σημαντικό, γιατί θυμηθείτε, τη στιγμή που ο φοιτητής σηκωνόταν, ήταν ξεκάθαρο για τους υπόλοιπους ότι μπορούσαν να εξαπατήσουν, διότι ο πειραματιστής είπε, “Αφού τελείωσες, μπορείς να φύγεις.” και έφευγαν με τα χρήματα. Οπότε δεν αφορούσε πάλι την πιθανότητα να πιαστούν.

Αλλά το πρότυπο εξαπάτησης. Εάν κάποιος μέσα από την ομάδα μας εξαπατά και τον δούμε, νομίζουμε ότι είναι πιο πρέπον, ως ομάδα, να πράξουμε με αυτόν τον τρόπο. Αλλά εάν κάποιος από άλλη ομάδα, αυτοί οι άθλιοι τύποι – δεν εννοώ άθλιοι σε αυτό – αλλά κάποιος με τον οποίο δεν θέλουμε να συναναστραφούμε, από κάποιο άλλο πανεπιστήμιο, άλλη ομάδα, ξαφνικά το αίσθημα ειλικρίνειας τους ενεργοποιείται – κάτι σαν το πείραμα με τις Δέκα Εντολές – και ο κόσμος εξαπατά ακόμη λιγότερο. Οπότε τι μαθαίνουμε για την εξαπάτηση από αυτό; Μαθαίνουμε ότι αρκετοί άνθρωποι μπορούν να εξαπατήσουν. Εξαπατούν αλλά λιγάκι. Όταν υπενθυμίζουμε στους ανθρώπους την ηθικότητα τους, εξαπατούν λιγότερο. Όταν απομακρυνόμαστε περισσότερο από το αντικείμενο της εξαπάτησης, από το χρήμα για παράδειγμα, ο κόσμος εξαπατά περισσότερο. Και όταν βλέπουμε την εξαπάτηση γύρω μας, ιδιαίτερα εάν ανήκει στην ομάδα μας, η εξαπάτηση αυξάνεται. Τώρα, εάν σκεφτούμε με αυτούς τους όρους τη χρηματαγορά, σκεφτείτε τι συμβαίνει. Τι συμβαίνει στην περίπτωση όπου δημιουργείς κάτι το οποίο ανταμοίβει τους ανθρώπους με πολλά λεφτά ώστε να παραμορφώνει τη οπτική τους για την πραγματικότητα; Δεν θα τους ήταν δυνατό να δουν με αυτόν το τρόπο; Μα φυσικά και θα μπορούσαν. Τι συμβαίνει όταν κάνεις κάτι άλλο, όπως το να αντικαθιστάς τα χρήματα με αντικείμενα; Τα ονομάζεις μετοχές ή δικαιώματα επί μετοχών, παράγωγα, τίτλους υποθηκευμένων περιουσιακών στοιχείων. Θα μπορούσε με αυτά τα πιο απόμακρα αντικείμενα, δεν είναι αντισταθμίσματα ενός δευτερολέπτου, αλλά κάτι το οποίο είναι αρκετά βήματα μακριά από τα χρήματα για αρκετό χρόνο – αυτό σημαίνει ότι ίσως ο κόσμος να εξαπατά περισσότερο; Και τι συμβαίνει το κοινωνικό περιβάλλον όταν οι άνθρωποι βλέπουν άλλους να συμπεριφέρονται έτσι γύρω τους; Νομίζω ότι όλες αυτές οι δυνάμεις λειτουργούν πολύ άσχημα για τη χρηματαγορά. Πιο γενικά, θέλω να σας πω κάτι για τα συμπεριφορικά οικονομικά. Έχουμε αρκετές διαισθήσεις στη ζωή μας, και το θέμα είναι ότι αρκετές από αυτές είναι λάθος. Το ερώτημα είναι, θα ελέγξουμε αυτές τις διαισθήσεις; Μπορούμε να σκεφτούμε τους τρόπους να τις ελέγξουμε στην προσωπική μας ζωή, στη δουλειά μας, και κυρίως όταν αφορά πολιτικές, όταν σκεφτόμαστε πράγματα όπως εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, όταν δημιουργείς νέες αγορές μετοχών, όταν δημιουργείς άλλες πολιτικές – φορολογίας, υγείας και ούτω καθεξής. Και η δυσκολία στο να ελέγξουμε τις διαισθήσεις μας ήταν ένα μεγάλο μάθημα που πήρα όταν πήγα πίσω στις νοσοκόμες για να τους μιλήσω.

Έτσι, πήγα να τους μιλήσω και να τους πω τι βρήκα για το πως να αφαιρούν επιδέσμους. Και έμαθα δυό ενδιαφέροντα πράγματα. Το ένα ήταν ότι η αγαπημένη μου νοσοκόμα, η Ettie, μου είπε ότι δεν συμπεριέλαβα τον δικό της πόνο υπόψη μου. Μου είπε, “Φυσικά και ήταν αρκετά επίπονο για εσένα. Αλλά σκέψου πως ήταν για εμένα ως νοσοκόμα, να αφαιρώ τους επιδέσμους κάποιου που μου αρέσει και να το κάνω επανειλημμένα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Το να δημιουργώ τόσο πόνο δεν ήταν κάτι καλό για εμένα, επίσης.” Και είπε ότι, ίσως ο λόγος που σκεφτόταν έτσι ήταν ότι ήταν και για εκείνη δύσκολο. Αλλά ήταν πιο ενδιαφέρον ο λόγος από αυτό, διότι μου είπε, “Δεν πίστευα ότι η διαίσθησή σου ήταν σωστή. Νόμιζα ότι η δική μου διαίσθηση ήταν σωστή.” Οπότε, εάν σκεφτείτε όλες τις διαισθήσεις που έχετε, είναι πολύ δύσκολο να πιστέψετε ότι η διαίσθησή σας είναι λάθος. Λέγοντάς μου: “Δεδομένου ότι πίστευα πως η διαίσθησή μου ήταν σωστή…” — νόμιζε πως είχε δίκιο – ήταν πολύ δύσκολο για αυτή αυτή να δεχθεί να κάνει ένα δύσκολο πείραμα και να δοκιμάσει, να ελέγξει αν έκανε λάθος. Στην πραγματικότητα, σε αυτήν τη κατάσταση βρισκόμαστε κάθε στιγμή. Έχουμε πολύ ισχυρές διαισθήσεις για όλα τα πράγματα — για τις ικανότητές μας, για το πως λειτουργεί η οικονομία, πως θα έπρεπε να πληρώνωνται οι δάσκαλοι. Αλλά εκτός και αν δεν αρχίσουμε να ελέγχουμε αυτές τις διαισθήσεις, δεν θα κάνουμε κάτι καλύτερο. Και απλά φανταστείτε πόσο καλύτερη θα ήταν η ζωή μου εάν εκείνες οι νοσοκόμες θα είχαν τη διάθεση να ελέγξουν την διαίσθησή τους, και πόσο καλύτερα θα ήταν όλα εάν ξεκινούσαμε πιο συστηματικά να πειραματιζόμαστε με τις διαισθήσεις μας.

Σας ευχαριστώ πάρα πολύ.

πηγή: http://www.antifono.gr/