Θεολογία και ΖωήΣυναξαριακές Μορφές

«Δεν με ενδιαφέρει τίποτε άλλο παρά να πεθάνω σαν χριστιανή»

25 Νοεμβρίου 2012

«Δεν με ενδιαφέρει τίποτε άλλο παρά να πεθάνω σαν χριστιανή»

Αγία Αικατερίνη

Όταν κάθε χρόνο σαν και σήμερα εορτάζουμε την ιερή μνήμη της αγίας μεγαλομάρτυρος και πάνσοφης Αικατερίνης, κινδυνεύομε στο κήρυγμα του θείου λόγου να επαναλαμβάνουμε πάντα τα ίδια. Και το πράγμα βέβαια δεν έχει άλλη σημασία παρά μόνο ότι θίγει την ανθρώπινη φιλοτιμία μας. Ο λόγος του Θεού είναι η αλήθεια και η αλήθεια είναι πάντα η ίδια, αποτελεί δε ακριβώς εγγύηση ότι η Εκκλησία, κηρύττοντας το θειο λόγο, λέγει πάντα «τα αυτά περί των αυτών», τα ίδια λόγια για τα ίδια πράγματα. Η θεία αλήθεια, ως λόγος της Εκκλησίας, κυλάει πάντα μέσα στην ίδια κοίτη, γιατί είναι ο Χριστός, ο «χθες και σήμερον, ο αυτός και εις τους αιώνας»..

Αλλά στον καιρό μας οι άνθρωποι δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια, αλλά μάλλον για ό,τι κάνει εντύπωση. Και δεν ομιλούμε τώρα για τους άλλους, αλλά για μας τους χριστιανούς, που χωρίς να το καταλάβουμε, έπαψε να μας ενδιαφέρει ο λόγος, κι η αλήθεια της σωτηρίας και, καθώς γράφει ο Απόστολος, δεν ανεχόμαστε πια την υγιαίνουσα διδασκαλία, άλλα μας αρέσει να ακούμε μύθους, «κνηθόμενοι την ακοήν». Ό,τι είναι ευχάριστο στ’ αφτιά μας αυτό μας κερδίζει, κι αυτό με πολύ ενδιαφέρον ακούμε. Κι αυτό δεν είναι καν λόγος της Εκκλησίας, λόγος οικοδομής και παράκλησης, αλλά «βέβηλος κενοφωνία». Αυτό στο βάθος φανερώνει πως δεν είμαστε εδραιωμένοι στην πίστη μας, αλλά φερόμαστε «παντί ανέμω της διδασκαλίας».

Βλέπετε ότι δεν μπορούμε να διατυπώσουμε ούτε μια πρόταση, χωρίς να προστρέξουμε και να στηριχθούμε στο λόγο του Αποστόλου, στο λόγο της θείας Γραφής, που είναι λόγος θεόπνευστος και αληθινός. Γιατί το αισθανόμαστε ανάγκη, στην πολυφωνία της εποχής μας, που είναι σωστή κενοφωνία, αδειανά δηλαδή και κούφια λόγια, να στηριχτούμε σε μια γερή βάση, ώστε να μπορούμε με σιγουριά και ευθύνη να κηρύξουμε το λόγο στην Εκκλησία. Όχι στο δρόμο προς το οχλοκρατούμενο πλήθος, όχι στη Βουλή προς τα δημαγωγούντα πολιτικά κόμματα, αλλά στην Εκκλησία, το λαό του Θεού. Όσο μεγάλη είναι η ευθύνη μας, άλλη τόση φιλοτιμούμαστε να είναι κι η προσπάθεια μας, άστε να είμαστε πάντα μέσα στην κοίτη της εκκλησιαστικής διδαχής, χωρίς να είμαστε έξω από τη ζωή του καιρού μας.[…]

Η αγία λοιπόν Αικατερίνη ήταν κόρη μιας αρχοντικής οικογένειας της Αλεξάνδρειας, μια πολύ ωραία και πολύ μορφωμένη γυναίκα. Κατηγορήθηκε πως ήταν χριστιανή και στάθηκε ανακρινόμενη μπροστά στον ειδωλολάτρη διοικητή της πόλης. Η απάντησή της, γεμάτη πίστη και αξιοπρέπεια, είναι απάντηση περισσότερο μιας γυναίκας, είναι απάντηση μιας χριστιανής. «Δεν με ενδιαφέρει», είπε, «τίποτε άλλο παρά να πεθάνω σαν χριστιανή». Είμαστε μαθημένοι να βλέπουμε σκηνές κινηματογραφικές και να μεταθέτουμε το νου και τη φαντασία μας σε μακρινούς τόπους και χρόνους. Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο ας μετατεθούμε κι ας δούμε μπροστά στα μάτια μας την αληθινή σκηνή της ανακρινόμενης αγίας Αικατερίνης.

Αλλ’ αυτή είναι η μεγάλη καταστροφή του καιρού μας, ότι η κινηματογραφική τέχνη μαζί με το ποδόσφαιρο μας έφθειραν τα νοήματα. Τώρα πια δεν μας συγκινούν οι μορφές και τα λόγια των αγίων της πίστεως ούτε οι ήρωες της εθνικής μας ιστορίας, αλλά οι πρωταγωνιστές της οθόνης και οι πρωταθλητές του ποδοσφαίρου. Δεν το λέω αυτό με διάθεση πολεμική και στηλιτευτική, αλλ’ απλώς κάνω μια διαπίστωση και διερωτώμαι και λέγω: Πώς λοιπόν θα σταθούμε στη ζωή μας; Ποιά παραδείγματα και ποιά πρότυπα έχουμε στο βίο μας; Η Εκκλησία έχει τους αγίους της και το Έθνος έχει τους ήρωές του, αλλά ο καιρός μας προβάλλει ως πρότυπα στα μάτια μικρών και μεγάλων τους ηθοποιούς και τους ποδοσφαιριστές.

Τα παιδιά μας δεν ξέρουν και δεν καταδέχονται να μάθουν πέντε ονόματα μεγάλων Αγίων της Εκκλησίας ή αγωνιστών και ευεργετών του Έθνους, και ξέρουν όλα τα ονόματα των τραγουδιστών της τηλεόρασης και των ποδοσφαιριστών. Τα κορίτσια μας δεν γνωρίζουν την εικόνα της αγίας Αικατερίνης και του Αγίου Νικολάου, και οι σχολικές τους τσάντες είναι γεμάτες με τις εικόνες όλων των πρωταγωνιστών του κινηματογράφου, ανδρών και γυναικών. Κάνοντας αυτές τις διαπιστώσεις, λυπούμαστε όχι για το τί θα γίνει η Εκκλησία, γιατί η Εκκλησία δεν θα χαθεί, αλλά για το τί θα γίνουν τα παιδιά μας. Λυπάται η Εκκλησία, γιατί χάνονται οι άνθρωποι, διαλύεται ο θεσμός της οικογένειας, εξαρθρώνεται η παιδεία του Έθνους, κινδυνεύει η πατρίδα.

Όταν αναγκαζόμαστε να λέμε αυτά, πολλοί δυσφορούν, ότι τάχα κινδυνολογούμε και ότι πρέπει να βλέπουμε θετικά τα πράγματα και αισιόδοξα τη ζωή. Μα ποιός ποτέ προφήτης ήταν ευχάριστος στο λαό και πόσες φορές οι άνθρωποι δεν πήραν πέτρες και κυνήγησαν και τον ίδιο τον Χριστό; Πολύ περισσότερο εμάς που δεν είμαστε προφήτες, αλλά μόνο ταπεινοί διάκονοι της Εκκλησίας. Δεν θέλομε να κηρύξουμε ασκητισμό και δεν θέλομε τα αγόρια μας να γίνουν καλόγεροι και τα κορίτσια μας καλογριές, που κι αν θα γίνονταν δεν θα ήταν μεγάλο κακό, αλλά κλαίμε το χαμό των παιδιών μας, που από τα δεκαέξι κι επάνω τα χάνομε από το σπίτι και τη θεία Λειτουργία και δεν ξέρομε πια τί φρονούν και τί πιστεύουν.

Κανένας δεν το αρνείται κι όλοι το ομολογούν ότι ο κόσμος περνάει δύσκολες ώρες. Οι άνθρωποι ζουν μέσα στο φόβο και την αγωνία, γιατί δεν ξέρουν τί περιμένει τους λαούς και τί θα ξημερώσει. Ένας νέος πόλεμος και μια ολοκληρωτική καταστροφή απειλεί τον πλανήτη της γης. Ο Ιησούς Χριστός ομιλεί στο Ευαγγέλιο για κάποιες τέτοιες στιγμές, που περιμένουν την οικουμένη, όπου οι άνθρωποι θα βλέπουνε να’ρχεται η καταστροφή και θα ξεψυχούν από το φόβο τους. Σε τέτοιες ώρες πού βρίσκει κανείς καταφυγή και προστασία; Ποιός μπορεί να παράσχει άσυλο και ασφάλεια, όταν τίποτε πια δεν μένει στη θέση του, αλλά όλα σωριάζονται σε ερείπια; Μόνο η Εκκλησία, ο οίκος του ζώντος Θεού.

Τα λόγια των δύο κατασκόπων προς τη Ραάβ, όταν οι Ισραηλίτες ανέβαιναν για την κατάκτηση της γης της επαγγελίας, αποτελούν προφητική προτύπωση για την Εκκλησία, ότι είναι χώρος σωτηρίας·«θα μαζέψεις όλους τους δικούς σου κάτω από τη στέγη σου και θα διασωθούν, γιατί όσοι τυχόν θα βρεθούν έξω από το σπίτι θα χαθούν».

Αυτά τα λόγια οπωσδήποτε αναφέρονται στην Εκκλησία που είναι η στέγη της ασφάλειας και το σπίτι της σωτηρίας. Ο άγιος Κλήμης ο επίσκοπος Ρώμης, του οποίου χθες εορτάσαμε την ιερή μνήμη, στην περίφημη επιστολή του προς Κορινθίους τα λόγια αυτά από την Παλαιά Διαθήκη έτσι τα ερμηνεύει, ότι δηλαδή αφορούν προφητικά στην Εκκλησία. «είναι ολοφάνερο ότι με το αίμα του Κυρίου θα λυτρωθούν όλοι, που έχουν την ελπίδα τους στο Θεό». Η Εκκλησία είναι η θεία Λειτουργία και η Ευχαριστία, είναι η θεία Κοινωνία,  το αίμα του Κυρίου, η Εκκλησία είναι η λύτρωση και η σωτηρία των ανθρώπων. Και η εντολή σε κάθε ποιμένα και επίσκοπο είναι να συνάξει κάτω από την Εκκλησία όλους τους πιστούς και κανένας, σε τέτοιες δύσκολες και κρίσιμες ώρες, να μη μείνει έξω από την Εκκλησία. Τί άλλο να κηρύξουμε σήμερα, εορτάζοντας την ιερή μνήμη της άγιας Αικατερίνης; Τη μνήμη μιας γυναίκας εορτάζουμε και τα λόγια προς μια γυναίκα επαναλαμβάνουμε. Οι δύο κατάσκοποι Ισραηλίτες είπαν στη Ραάβ να βάλει ένα κόκκινο σημάδι έξω από το σπίτι της, για να το γνωρίσουν όταν θα έλθουν οι κατακτητές· αυτό το κόκκινο είναι το αίμα του Κυρίου. Μα η αγία Αικατερίνα, όχι απλώς με μια κόκκινη σημαία, μα με το ίδιο το αίμα του μαρτυρίου της, κόκκινο και ζωντανό, μας δείχνει τον άγιο τόπο και τρόπο της σωτηρίας μας. Το κόκκινο θα μας σώσει. Και μην πηγαίνει παρακαλώ ο νους σας στην κόκκινη επανάσταση του αιώνα μας. Για το αίμα του Κυρίου και για το αίμα των Μαρτύρων λέγω. Για τη θεία Ευχαριστία ομιλώ, που είναι η Εκκλησία. Ελάτε, αδελφοί μου, να λειτουργήσουμε. Ελάτε να κοινωνήσουμε, «εις άφεσιν αμαρτιών και εις ζωήν αιώνιον». Αμήν.

(ο Σ.κ.Κ.Δ. «Ο λόγος του Θεού», τ.Α΄)