Ορθόδοξη πίστη

Γνωριμία μέσα από ένα τραγούδι…»

11 Φεβρουαρίου 2013

Γνωριμία μέσα από ένα τραγούδι…»

rvvbdqzydg4f3ce67e02d9cΓράφει ο: π. Ιερόθεος Ανδρουτσόπουλος
    Γύρισα τη θύμηση του νου λίγο καιρό πριν, εκεί σε μια εσχατιά της γλυκιάς μας Ελλάδος, στην «πονεμένη και ξεχασμένη»Λήμνο, τότε που υπηρετούσα την στρατιωτική μου θητεία.
Τα πάντα εκεί κυλούσαν όμορφα.
Οι μέρες, οι στιγμές, όλα ήταν μέσα στη γαλήνη του Θεού, στην ομορφιά του Παραδείσου.
Μια εμπειρία μοναδική. Άλλη άποψη του κόσμου. Συναναστροφή με πολλούς και διάφορους. Ξεχωριστούς και παράξενους. Όλοι τους όμως είχαν, την δική τους «σκιά».
 Ο καθένας κάτι είχε να σου δώσει αλλά και εγώ είχα την ωραία ευκαιρία να αντλήσω από αυτούς. Δόξα τω Θεώ! 

Ένα παιδί από τους συστρατιώτες μου, μια μέρα με πλησίασε και άνοιξε την καρδιά του, ίσως έψαχνε μια ευκαιρία να μιλήσει, να πει αυτό, που οι άλλοι του στερούσαν το δικαίωμα να κάνει.

Και το έπραξε. Με βαθιά συγκίνηση θυμήθηκε τον πρόωρο θάνατο, του πιο στενού του φίλου. Α

πό τί ασθένεια; Μη ρωτήσετε.Από καρκίνο…Ηλικία: 19 χρονών… Το όνομά του: Ιωάννης… Τι φοβερό! Συγκλονιστικό στο άκουσμα! Τραγικό ως εμπειρία! Αλλά ας είναι. Κάτι βγαίνει μέσα από αυτή την ιστορία. «Θέλω να τον θυμάσαι και να προσεύχεσαι για το όνομά του …» μου είπε και μου έδωσε ένα cd, μ’ ένα τραγούδι, που ο Γιάννης, ο φίλος του, είχε γράψει λίγο πριν το θάνατό του. Το άκουσα την ίδια ώρα και ομολογώ πως συγκινήθηκα σαν να ήταν δικός μου φίλος. Σκέφτηκα την θέση της μάνας εκείνης που θα άκουγε το τραγούδι αυτό, μετά την κοίμηση του υιού της.

 Δάκρυα, πόνος, θλίψη και στενοχώρια… 
    Έκτοτε πέρασαν περίπου 3 χρόνια. Δεν τον ξέχασα, πάντα τον μνημόνευα, μα ξάφνου, 3 χρόνια μετά, δεν μπορεί να έγινε τυχαία, συνάντησα και πάλι την μορφή του, μέσα από το τραγούδι του, που προσωρινά το είχα διαγράψει από το ημερολόγιο των συναισθημάτων μου. Δεν είχε τίποτα αλλάξει. Όλα όπως τότε. Γλυκά, όμορφα, συγκινητικά, μοναδικά.
     Μια εξομολόγηση ενός νέου, που είδε την ζωή του να τελειώνει τόσο σύντομα, ξαφνικά και επώδυνα. Μια από καρδιάς κατάθεση συναισθημάτων, για το τέλος που αργά ή γρήγορα έρχεται και πλησιάζει με τον φόβο του θανάτου. Μια κραυγή ανησυχίας με γεύση παραπόνου για τους φίλους που στα εύκολα είναι μαζί σου και στην φουρτούνα σε πετούν από το καράβι της ζωής, σε λησμονούν και  σε αφήνουν μόνο να σηκώσεις τον σταυρό σου. Τι να κάνουμε; Έτσι είναι η ζωή. Τα ‘χει και αυτά…Μα, μια όαση ελπίδας, ανοίγεται εκεί που όλα μοιάζουν να χάνονται, να βυθίζονται στο πέλαγος των δοκιμασιών και των δυσκολιών αυτής της ζωής. Τον ακούς να δηλώνει, να γράφει και να τραγουδά:
«Μάνα ηρέμησα και δεν πονάω πια,
θέλω να ξέρεις πως σε βλέπω από ψηλά.
Μάνα με ζήλεψε μου είπαν ο Θεός,
με πήρε δίπλα του για άγγελο κι Αυτός.
Θα είμαι δίπλα σε κάθε σας στιγμή,
θα σας προσέχω από εκεί πάνω όλους μαζί,
κι αν θελήσεις κάτι τώρα να μου πεις,
τα μάτια σήκωσε ψηλά για να με δεις».
       Δεν ξέρω αλλά όλα τα παραπάνω με συγκίνησαν. Κάτι ήθελαν να πουν. Χαίρομαι που συνάντησα και πάλι τον Γιάννη, που δεν τον γνώρισα, μα ψηλάφησα την καρδιά του μέσα από ένα τραγούδι του. Σίγουρα μας κάνει να αντιληφθούμε με μια άλλη λογική τη ζωή.
    Στο νου μου έρχονται τα λόγια του π. Παϊσίου  : Ο Θεός είναι Πατέρας, που βλέπει την ταλαιπωρία των παιδιών Του από τους διάφορους πειρασμούς και τις δοκιμασίες που περνούν και θα μας ανταμείψει, φθάνει να κάνουμε υπομονή στο μικρό μαρτύριο της δοκιμασίας ή καλύτερα, της ευλογίας.
     Τελικά  αυτή η ασθένεια, του καρκίνου, που τα σημάδια της έγιναν πιο συχνά από της γρίπης, γέμισε τον Παράδεισο με αγγέλους, άλλαξε ανθρώπους, τους μεταμόρφωσε, τους χάρισε μετάνοια, συγχώρηση και ένα νόημα ζωής:
« Πως ο προορισμός του ανθρώπου είναι να αποκτήσει ή μάλλον να κατακτήσει τον Παράδεισο»!
      Τι ευλογία πραγματικά! Εκεί ευχόμαστε να αναπαύεται και η ψυχή του Γιάννη, που αποτέλεσε την αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις.
  Παρακάτω παραθέτουμε το τραγούδι που έγραψε λίγες στιγμές πριν φύγει από αυτήν την ζωή…
   Ένα δίκοπο μαχαίρι,
μπήκε απόψε στη ζωή μου,
και μου είπαν πως θα φύγω,
για ταξίδι μακρινό.
Στάζει αίμα η ψυχή μου,
που θ’αφήσω τους γονείς μου,
νε μετρούν με τη ζωή τους,
μέχρι να τους ξαναδώ.

Μάνα ηρέμησα και δεν πονάω πια,
θέλω να ξέρεις πως σε βλέπω από ψηλά.
Μάνα με ζήλεψε μου είπαν ο Θεός,
με πήρε δίπλα του για άγγελο κι αυτός.
Θα είμαι δίπλα σε κάθε σας στιγμή,
θα σας προσέχω από εκεί πάνω όλους μαζί,
κι αν θελήσεις κάτι τώρα να μου πείς,
τα μάτια σήκωσε ψηλά για να με δείς.

Παραπονεμένα λόγια θέλω να σας τραγουδήσω,
για τους ψεύτικους τους φίλους,
θέλω τώρα να σας πώ.
΄Ηταν δήθεν κολλητοί μου,
μα πισώπλατα εχθροί μου,
μα τους άφηνα μαζί μου,
κι ήταν φίλοι με σκοπό.

Μάνα ηρέμησα και δεν πονάω πια,
θέλω να ξέρεις πως σε βλέπω από ψηλά.
Μάνα με ζήλεψε μου είπαν ο Θεός,
με πήρε δίπλα του για άγγελο κι αυτός.
Θα είμαι δίπλα σε κάθε σας στιγμή,
θα σας προσέχω από εκεί πάνω΄όλους μαζί,
κι αν θελήσεις κάτι τώρα να μου πείς,
τα μάτια σήκωσε ψηλά για να με δείς. (2).