Θεολογία και Ζωή

Ο πατέρας της Γεωργίας

20 Φεβρουαρίου 2013

Ο πατέρας της Γεωργίας

115155-moonx2Ξύπνησε μ ένα βάρος να της πλακώνει το στήθος.

Στον ύπνο της έβλεπε ότι είχε πάει σε μια συναυλία, κοντά της έσκασε μια βόμβα και ο κόσμος πανικόβλητος έτρεχε να σωθεί.

Έπεσε κάτω.

Την ποδοπατούσαν.

Δεν μπορούσε να φωνάξει. Ξύπνησε με ουρλιαχτό.
Κοίταξε το ρολόι. Είχε ξημερώσει Δευτέρα. Δίχως σκέψεις σηκώθηκε. Μηχανικά άφησε τον εαυτό της να ετοιμαστεί μόνος του. Επρεπε να πάει στο νοσοκομείο. Το όνειρο που είδε δεν ήταν για καλό. Ο πατέρας της ίσως την χρειαζόταν. Να πάρει τηλέφωνο. Μα ποτέ δεν απαντούν. Δημόσια νοσοκομεία σε περίοδο κρίσης.
Πφφ! Εκανε και γύρισε το κλειδί στη πόρτα.

Πόσο θα ήθελε να κλείσει την πόρτα και στην ζωή της μέχρι σήμερα. Να βγει σ έναν καινούργιο κόσμο. Πόσο είχε βαρεθεί!
Ο πατέρας της ήταν το τελευταίο της στήριγμα. Αν πάθαινε κάτι… τον τελευταίο καιρό είχαν έρθει ακόμα πιο κοντά. Οι αρρώστιες τα έχουν αυτά. Σαν μαγνήτης φέρνουν τον έναν πιο κοντά στον άλλον, μαθαίνεις να διαβάζεις τα δάκρυα του άλλου, να ακους τα αγγίγματα του. Εχουν κι ένα καλό. Ο πατέρας της το είχε μάθει. Να προσπαθεί να βρίσκει πάντα την καλή πλευρά. Κι εκείνη το είχε σαν παιχνίδι, μέχρι που της έγινε συνήθεια.
Κι αν τον χάσει; Πως θα αντέξει τη μοναξιά; Όχι, Όχι! Δευτέρα πρωί…τέτοιες σκέψεις…τι θα πει πως θ αντέξει τη μοναξιά; Τον εαυτούλη της θα σκέφτεται για άλλη μια φορά;
Εφτασε στο νοσοκομείο. Ανέβηκε στον δεύτερο. Στο 213. Με την καρδιά στο στόμα άνοιξε τη πόρτα. Στο θέαμα των νοσοκόμων να τακτοποιήσουν το δωμάτιο με κάποιον που τον είχαν σκεπάσει πάνω από κεφάλι με σεντόνι, έχασε την αναπνοή και τον κόσμο. Πάγωσε ο χρόνος. Ακόμα και τα δάκρυα άργησαν να δραπετεύσουν.
«Μισό λεπτό Γεωργία!» της είπε η νοσοκόμα που την γνώριζε ύστερα από τόσες μέρες. «Αλλάξαμε δωμάτιο στον πατέρα σου, είναι απέναντι στο 243. Πήγαινε σε περιμένει!»

Πηγή:dkaravasilis.gr