Ορθόδοξη πίστη

Αφιέρωμα στον Επίσκοπο Πατάρων Ειρηναίο (μέρος 1ο)

3 Μαρτίου 2013

Αφιέρωμα στον Επίσκοπο Πατάρων Ειρηναίο (μέρος 1ο)

Επίσκοπος Πατάρων Ειρηναίος

Το  Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεως Μύρων Λυκίας στο 17ο τεύχος του ,παρουσιάζει ειδικό αφιέρωμα στη μνήμη του μακαριστού Επισκόπου Πατάρων κ. Ειρηναίου Βασιλείου,  ιδρυτικὀ μἐλος του Συλλόγου του.

Εκ προοιμίου επισημαίνουμε, ότι η δράση του μακαριστού Επισκόπου δεν εξαντλείται στα στενά πλαίσια ενός περιοδικού. Πτυχές μόνο της πολυσχιδούς προσωπικότητός του ως μονάχου, εθνικού αγωνιστού, επισκόπου, βαθειά πνευματικού ασκητικού Γέροντα θα σκιαγραφήσουμε.

Στη συνέχεια θα παρουσιασθούν περιστατικά από τη ζωή του, όπως ο ίδιος τα διηγήθηκε στον Καυσοκαλυβίτη μοναχό π. Πορφύριο, ο οποίος με βάση αυτές τις διηγήσεις μαζί με πρόσθετες πληροφορίες από την Κύπρο συνέθεσε ενα ωραίο πορτραίτο του μακαριστού Επισκόπου, το οποίο παραθέτουμε αύτούσιο.

Στο κείμενο αυτό ξεδιπλώνεται ολη η δράση του ως μονάχου, ηγουμένου, εθνικού αγωνιστού, πνευματικού, Επισκόπου.

Ακολουθεί αυτούσιο επίσης κείμενο του ιερομονάχου Αρχ/τη π. Ιωάννη Κοκάκη, εφημερίου του Ι. Ναού Αγ. Νεκταρίου Κ. Κηφισίας, ο οποίος υπκηρξε και ο θεράπων ιατρός του κατά την δοκιμασία της ασθενείας του. Πρόκειται για ενα συγκινητικό κείμενο, άκρως αποκαλυπτικό της πνευματικότητας του μακαριστού Επισκόπου. Στη συνέχεια θα παραθέτουμε αποσμάσματα από έργα του ίδιου, ενδεικτικά της βαθειάς του πνευματικότητος.

Θα κλείσουμε το αφιέρωμά μας με αναφορά στη συμμετοχή του στην Εταιρεία μας ως ενός από τα ιδρυτικά μέλη της. Μαζί με την αναφορά μας στην προσωπικότητα του μακαριστού Ειρηναίου, κρίνουμε σκόπιμη και μια αναφορά στην ιστορία των Πατάρων και στην πάλαι ποτέ διαλάμψασα Επισκοπή Πατάρων. Τα Πάταρα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για μας, αφού ήταν η γενέτειρα του Αγίου Νικολάου.

 

ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΟΥ ΜΑΚΑΡΙΣΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ

Βιογραφικά στοιχεία Επισκόπου Πατάρων Ειρηναίου

Ιερομονάχου Πορφυρίου, Καυσοκαλυβίτη

 

Καυσοκαλύβια 16/29 Ιουνίου 2010

Σεβαστέ και αγαπητέ μας

κ. Παναγιώτη,

Σας αποστέλλουμε περιστατικά από την ζωή του μακαριστού Επισκόπου Πατάρων Ειρηναίου, όπως μας τα διηγήθηκε ο ίδιος. Τα εντάξαμε κατά χρονολογική σειρά και νομίζουμε ότι η σύνθεση των γεγονότων αυτών φτιάχνει ένα ωραίο πορτραίτο του μακαριστού Γέροντα ως αξίου Ιεράρχου, φωτισμένου Γέροντος και διακεκριμένου Πνευματικού, φλογερού πατριώτη και αγωνιστή, ανθρώπου πλήρους δράσεως, αφιερωμένου εις την υπηρεσίαν του πλησίον, μιας προσωπικότητος που ξεχείλιζε από αγάπη και ανθρωπιά, απλού, αυθόρμητου και ειλικρινούς, με λίγα λόγια μιας οσιακής μορφής.

Η ζωή του, όπως συμβαίνει κατ’ εξοχήν στους πνευματικούς ανθρώπους, συνοδευόταν παιδιόθεν από πολλά θαυμαστά γεγονότα, μερικά από τα οποία καταγράφουμε εδώ.

 

1.       ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ

 

Όταν ήταν πάρα πολύ μικρός, αρρώστησε και κινδύνευε να πεθάνει, η μητέρα του τον έταξε στον Απόστολο Ανδρέα, έγινε καλά και τον βάφτισε Ανδρέα.

Ακόμη μια άλλη φορά στην παιδική του ηλικία τον προστάτεψε ο Προστάτης Άγιός του και προστάτης όλης της Κύπρου, του οποίου το Μοναστήρι, εις την κατεχόμενη σήμερα Καρπασία της Κύπρου, ήταν μαζί με την Μονή του Κύκκου τα μεγαλύτερα προσκυνήματα του ευσεβούς Κυπριακού λαού. Ήταν λοιπόν μικρός, όταν μαζί με τους γονείς του πήγαν στο Τρόοδος για εκδρομή. Ο μικρός Ανδρέας χάθηκε και τον ψάχνουν τρεις μέρες, τόσο οι δικοί του, όσο και η Αστυνομία χωρίς να μπορούν να τον βρούν. Την Τρίτη ημέρα ειδοποιήθηκαν από την Μονή του Αποστόλου Ανδρέα, η οποία σημειώστε ευρίσκεται στο αντίθετο από το Τρόοδος άκρο της Κύπρου, να παραλάβουν τον μικρό Ανδρέα. Ο ομώνυμος Απόστολος και Προστάτης του, τον σήκωσε στα χέρια του και τον πήρε στο Μοναστήρι του. Ένα από τα πρώτα θαυμαστά γεγονότα που προεικόνιζαν την πορεία της ζωής του Δεσπότη μας.

Αλλά και το γεγονός ότι μικρό παιδάκι ακόμα, όπως διηγόταν η ευλαβέστατη μητέρα του Ειρήνη, ανέβαινε σε ένα σκαμνί και απάγγελλε στίχους άπ’ το ψαλτήρι, ή έψελνε διάφορα τροπάρια, φανέρωνε την μετέπειτα πορεία του.

 

2.       ΣΧΟΛΗ ΤΗΣ ΧΑΛΚΗΣ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΚΟΝΟΥ

 

Σε ηλικία 17 ετών ήταν ήδη στην Σχολή της Χάλκης. Οι Πατριαρχικοί, βλέποντας την καθαρότητα, την αγιότητα, την κλίση του προς τα θεία, ήθελαν να τον χειροτονήσουν Διάκονο. Ο ίδιος είχε κάποιους δισταγμούς, αλλά προπάντων η μητέρα και η αμέσως μεγαλύτερη απ’ αυτόν αδελφή του, έφερναν εμπόδια σε σημείο που οι Πατριαρχικοί έκρυβαν τις επιστολές που του έστελναν για να μην επηρεάζεται αρνητικά.

Όμως ο Πανάγαθος Θεός, έδειξε με τα παρακάτω γεγονότα, ότι ήταν θέλημά Του ο δεκαεφτάχρονος Ανδρέας να ιερωθεί.

Η μητέρα του είδε κάποιο όνειρο με το οποίο μετεστράφη και δεν ήταν πλέον τόσο αρνητική. Στην δε επίσης ευλαβή αδελφή του συνέβη το εξής: Πήγε ένα Σάββατο πρωι νά καθαρίσει την Εκκλησία της Παναγίας Χρυσοπολίτισσας στην Κερύνεια. Είχε τελειώσει λίγο πριν αρχίσει ο Εσπερινός και ετοιμάστηκε να φύγει. Ο ιερέας της είπε, αφού κάθισες όλη τη μέρα και καθάρισες τόσο ωραία τον Ναό, μείνε να παρακολουθήσεις και τον Εσπερινό.

Η νεαρή τότε Παντελίτσα έμεινε στον Εσπερινό. Κατά την διάρκεια της Ακολουθίας αισθάνθηκε την παρουσία κάποιου, ο οποίος της είπε «γιατί δεν αφήνετε τον αδελφό σου να ιερωθεί;», ενώ της έδινε και ένα χαστούκι.

Η ευλαβής αδελφή, αλλά και η εξ ίσου ευλαβής μητέρα του συνειδητοποίησαν ότι είναι θέλημα Θεού ο δεκαεφτάχρονος Ανδρέας να χειροτονηθεί και δεν έφεραν πια εμπόδια.

Ο ίδιος, όταν πήγαινε μέσα στους δισταγμούς του να πάρει την ευχή του Πατριάρχη να χειροτονηθεί, περνούσε μαζί με τον Σχολάρχη του από ένα μονοπάτι ενός κήπου, όπου τα κλαδιά των φοινίκων δεξιόθεν και αριστερόθεν έκλιναν σχηματίζοντας μίαν αψίδα. Ο Σχολάρχης Μάξιμος τότε του είπε: «είδες, για να συμβεί αυτό, είναι θέλημα Θεού να χειροτονηθείς».

Σε μια σεπτή τελετή που έγινε, εκάρη Ρασοφόρος Μοναχός και έλαβε το όνομα Ειρηναίος, που ο ίδιος εζήτησε, επιθυμώντας να έχει το όνομα της μητέρας του Ειρήνης. Ήταν μόλις 17,5 χρονών. Πολύ σύντομα τον χειροτόνησαν Διάκονον.

 

3.       ΕΨΗΦΙΣΜΕΝΟΣ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ I. ΜΟΝΗΣ ΜΑΧΑΙΡΑ ΚΑΙ ΕΘΝΙΚΗ ΔΡΑΣΗ

 

επισκοπές της αρχιεπισκοπής Μύρων

επισκοπές της αρχιεπισκοπής Μύρων

Την 4η Σεπτεμβρίου του σωτηρίου έτους 1949 εγκαθιδρύεται Ηγούμενος της Ιεράς Βασιλικής και Σταυροπηγιακής Μονής Μαχαιρά υπό του θεοφιλεστάτου χωρεπισκόπου Σαλαμίνος και μετέπειτα Μητροπολίτου Πάφου Γενναδίου. Ήταν τότε 24 χρόνων. Στον ενθρονιστήριό του λόγο εξέφρασε την ανησυχία «πως εγώ ένα μειράκιον θα ποιμάνω και καθοδηγήσω τους ήδη λευκανθέντας Μοναχούς της Μονής;». Οι Πατέρες του απάντησαν: «να κάνεις υπακοή και να δεχθείς την Ηγουμενία του Μοναστηριού».

 

23/3/1955.  Τον προσκάλεσε ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος ο Γ’ να συμμετάσχει στην θεία Λειτουργία στον ιερό Ναό Παναγίας Φανερωμένης στη Λευκωσία. Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας δεν έλαβε μέρος στην Δοξολογία. Έφυγε άμέσως για του Μαχαιρά, προφασιζόμενος ότι άφησε τους Μοναχούς μόνους τους. Ο λόγος ήταν ότι είχε κρυμμένους τους αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. και έπρεπε να τους προμηθεύσει τσιγάρα, γιατί τους τελείωσαν.

Ο Αρχιεπίσκοπος δεν γνώριζε ότι στον Μαχαιρά κρύβονταν αγωνιστές, δεν του τα λέγανε όλα. Στο δρόμο για το Μοναστήρι σταματούσαν σε διάφορα περίπτερα για τα τσιγάρα. Κάποιος τον ρώτησε «καπνίζεις άγιε ηγούμενε;» και ο ίδιος του απάντησε καταφατικά, επειδή πέθανε ο πατέρας του και κάπνιζε για να ξεχάσει.

Ήταν Μεγάλη Εβδομάδα του 1956 ή 57 και ο ήρωας της Ε.Ο.Κ.Α. Γρηγόρης Αυξεντίου βρισκόταν μαζί με την ομάδα του σε κρυσφύγετο μέσα στο Μοναστήρι. Σύμφωνα με πληροφορίες που είχαν οι Αγγλοι, περικύκλωσαν τον Μαχαιρά και άρχισαν εξονυχιστικές έρευνες. Ο Ηγούμενος Ειρηναίος φόρεσε στον Αυξεντίου φελώνι και πετραχήλι και τον έβαλε να διαβάσει το 1ο ή το 4ο Ευαγγέλιο, κάνοντας χίλια δυο λάθη. (Τέτοιες οικονομίες επιτρέπονται μέσα στην Εκκλησία). Οι Άγγλοι έψαχναν παντού, μέσα στο Ναό, κάτω από την Αγία Τράπεζα, ανακάτεψαν όλο το καθολικό της Μονής. Τίποτα όμως δεν βρήκαν. Ο Αυξεντίου ήταν ανάμεσά τους, τον «έβλεπαν», τον ψηλαφούσαν, αλλά ο Θεός φύλαξε. Δεν μπόρεσαν να αναγνωρίσουν κανένα. Το εκκλησίασμα ρωτούσε ποιός είναι αυτός που διαβάζει το Ευαγγέλιο και ο Γέροντας Ειρηναίος, ατάραχος στο στασίδι του, άφησε να διαδοθεί ότι είναι ο Ηγούμενος του Σταυροβουνίου, που ήλθε να βοηθήσει στην Ακολουθία των Αγίων Παθών. Οι Εγγλέζοι έφυγαν άπρακτοι.

Όταν oι αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. κρύβονταν στα Κώντα (απόκρυμνη περιοχή του Μαχαιρά που είχαν σε κάποια εποχή το κρυσφύγετό τους), ο Γέροντας πήγαινε κάθε Σάββατο, λειτουργούσε και τους μεταλάμβανε όλους. Μια φορά, μας έλεγε χαριτολογώντας, ο Αυξεντίου ήταν άρρωστος και διάβαζε το αποστολικό ανάγνωσμα. Φτάνοντας στη φράση «ο δε ασθενών λάχανα εσθίει» χαμογέλασε και τους είπε: «σήμερα πρέπει να φάω λάχανα, αφού είμαι άρρωστος».

Εκείνη την εποχή συνέβηκε να φύγει από το Μοναστήρι για την Ελλάδα, ο Μοναχός Χρύσανθος και έτσι ο Ηγούμενος φόρεσε στον Αυξεντίου ράσα με το ψευδώνυμο Χρύσανθος. Σε μια από τις έρευνες των Άγγλων δυναστών στη Μονή για ανεύρεση του Αυξεντίου και της ομάδας του, τους κέρασε ο ίδιος γλυκά και καφέ έχοντας στην τσέπη του ζωστικού του το πιστόλι του. Όταν ο Ηγούμενος του είπε, αν σου έπεφτε το πιστόλι κάτω τι θα έκανες; Ο Αυξεντίου απάντησε, ότι το πιστόλι του είχε μέσα 4-5 σφαίρες. «Θα σκότωνα 4 και στην πέμπτη θα αυτοκτονούσα». Ο Ηγούμενος είπε στους αγωνιστές χαρακτηριστικά, ότι «παίρνω επάνω μου όλες τις αμαρτίες σας».

Σε μια από τις εξορμήσεις του Γέροντος, γυρίζοντας από την Λευκωσία μετέφερε όπλα στον Μαχαιρά. Στο δρόμο συνάντησε Αγγλους που έκαναν έλεγχο στα αυτοκίνητα. Τότε ο Ηγούμενος προσποιήθηκε ότι έπαθε καρδιακό επεισόδιο και οι Εγγλέζοι αμέσως χωρίς να κάνουν έλεγχο τους άφησαν να φύγουν.

Εννέα μήνες τον είχαν έγκλειστο σε ένα υγρό και ανήλιαγο κελλί στο Μοναστήρι με καθημερινή τροφή λίγες ελιές και ένα ξεροκόμματο ψωμί. Μια φορά που ήταν επείγον να μεταδώσει μήνυμα στον Αυξεντίου, έγραψε σ’ ένα χαρτί που του είχε προμηθέψει το πιο αφοσιωμένο σ’ αυτόν καλογέρι του, το τύλιξε τσαλακωμένο, έβγαλε την ψύχα από το ψωμί, το τρύπωσε μέσα και την ξανάβαλε. Ο Άγγλος φρουρός δεν αντιλήφθηκε τίποτε, μόνο βλέποντας ότι δεν είχε φάει την συνηθισμένη τροφή του, τον ρώτησε επιτακτικά τον λόγο. Ο Γέροντας δείχνωντάς το, του είπε, ότι έχει σκουλήκια, φάτο εσύ. Και ο Άγγλος κάνοντας μια απεχθή γκριμάτσα, το κλώτσησε έξω, το πήρε ο Μοναχός και έτσι πήγε το μήνυμα στους αγωνιστές.

Στον Αγώνα δεν ήσαν μυημένοι όλοι οι Μοναχοί και αυτό ήταν μια επιπρόσθετη δυσκολία. Ο Ηγούμενος έσφαζε τα αρνιά της Μονής προς βρώσιν των αγωνιστών και αυτοί που δεν ήξεραν γόγγυζαν. Ο ίδιος τους έπλενε τα ρούχα τους, τους προμήθευε από τις δικές του φανέλλες, που η μητέρα του είχε την συνήθεια να ράβει πάνω στα ρούχα του το όνομά του.

Καμπάνα στο Μοναστήρι δεν κτυπούσαν. Το κτύπημα της καμπάνας ήταν σύνθημα ότι έγινε η προδοσία.

Σάββατο της Τυρινής του 1957 (1 ή 2 Μαρτίου) μετά από προδοσία κυκλώνουν το Μοναστήρι 14.000 Άγγλοι ένοπλοι στρατιώτες, για να συλλάβουν πέντε αγωνιστές πατριώτες! Άρχισαν έρευνες, ανακρίσεις, βασανιστήρια…, αλλά δεν μπόρεσαν να βγάλουν λέξη από το στόμα του. Μερικά από τα βασανιστήρια στα οποία υπεβλήθη, όπως ο ίδιος μας διηγόταν ήταν ότι οι ξένοι αποικιοκράτες του τρύπησαν την καρδιά με οξυδωμένη βελόνα και χρειάστηκε να του κάνουν μόσχευμα για να μπορέσει να ζήσει. Ακόμα τον είχαν κρεμάσει άνάποδα για να ομολογήσει, αλλά ούτε σ’ αυτό κάμφθηκε. Την περίοδο του εγκλεισμού του, τον άφησαν γυμνό μέσα σε βαρύ ψύχος, φτάνοντας στα όρια του θανάτου, αλλά τίποτα δεν στάθηκε τόσο δυνατό και τόσο ισχυρό για να κάμψει το ηθικό του, ώστε να αποκαλύψει κάτι για τον αγώνα.

Κυριακή χαράματα κτύπησε η καμπάνα της Μονής. Η προδοσία είχε γίνει. Ο εξαντλημένος και ταλαιπωρημένος από τις κακώσεις σέρνοντας τα βήματά του Ηγούμενος Ειρηναίος κατέβηκε στην Εκκλησία, σχεδόν λιπόθυμος. Οι Εγγλέζοι τον βασάνισαν και τον άφησαν νηστικό και έγκλειστο στο κελλί του. Έβαλε ο εφημέριος «ευλογητός ο Θεός…» και ο Ηγούμενος άρχισε τον εξάψαλμο. Μόλις που πρόλαβε και είπε το τρίτο «Δόξα εν υψίστοις Θεώ…», οι βόμβες κατέκλυσαν την περιοχή και ο Γέροντας έπεσε κάτω λιπόθυμος. Οι Εγγλέζοι τον έσπρωξαν από τις σκάλες κάτω και πέφτοντας κτύπησε στο κεφάλι. Αμέσως άρχισαν να τον κλωτσάνε και να τον πατάνε στο κεφάλι, προκαλώντας του πολλές κακώσεις, και σε όλο το σώμα δείχνοντας του τις φανέλλες και τα εσώρουχα των αγωνιστών που έγραφαν το όνομά του. Και λέγοντάς του με μένος: «εσύ είσαι που δεν ξέρεις που είναι»; Πράγματα τόσο αποτρόπαια που ακόμα και αυτό το B.B.C. τα προέβαλε προς παγκόσμιο όνειδος των Εγγλέζων. Τον κτυπούσαν ανελέητα. Και ένας από τους προδότες, ο Απόστρατος (ψευδώνυμο) να μαρτυρεί, «δεν είσαι που εσύ με πάντρεψες μέσα στο καθολικό της Μονής και λιποθύμησε η γυναίκα μου και έτρεχες να της βάλεις ανθόνερο να συνελθεί;». Και ο Ηγούμενος έβρισκε την δύναμη να τα διαψεύδει όλα. Έκρυβε τέτοιες δυνάμεις μέσα του, ψυχικές και πνευματικές, που δεν στάθηκε κανένας εκβιασμός, καμμιά απειλή, κανένα βασανιστήριο ικανό να τον κάμψει, γνωρίζοντας μάλιστα ότι κινδύνευε η ζωή του. Στάθηκε αγέρωχος και κατά πάντα άξιος στο χρέος του απέναντι στο Θεό, στην Εκκλησία και στην Πατρίδα. Γνήσιος Έλληνας Κύπριος Ορθόδοξος Χριστιανός Ιερομόναχος. Κατά την διάρκεια του αγώνος ο Γέροντας διετέλεσε κρατούμενος στα κρατητήρια Κοκκινοτριμιθίας, όπου υπέστη τα γνωστά φρικτά βασανιστήρια, εις τα οποία υπέβαλαν τους Ελληνοκυπρίους αγωνιστές της Ε.Ο.Κ.Α. οι Αγγλοι και Τουρκοκύπριοι δήμιοι.

Μετά την προδοσία του Αυξεντίου, ακολούθησαν και άλλες προδοσίες, φόνοι και συλλήψεις αγωνιστών, που έκαναν τον Κυπριακό λαό και δη τους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής Πιτσιλιάς να είναι απρόθυμοι στο να βοηθήσουν. Τότε με εντολή του αρχηγού Διγενή, ο Ηγούμενος Ειρηναίος, ξεκινώντας με τα πόδια πέρασε από διάφορα χωριά της Πιτσιλιάς και μαζεύοντας 8.000 κόσμο, φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της Ε.Ο.Κ.Α. και της ενώσεως με την Μητέρα Ελλάδα, κατευθύνθηκαν στο Μοναστήρι της Παναγίας του Άρακα, στα Λαγουδερά και έκαναν Αγρυπνία. Αυτή η προσπάθεια του Ηγουμένου, απέδωσε καρπούς, αναπτέρωσε το ηθικό του λαού και έγιναν προθυμότεροι από πριν στον αγώνα. Ο αρχηγός Διγενής έστειλε συγχαρητήρια επιστολή στον Γέροντα.

 

Πηγή:  Άγιος Νικόλαος των Μύρων, Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό της Ιεράς Μητροπόλεως Μύρων Λυκίας, τεύχος 21ο, σελ.3-21, έτος ΙΑ΄, Ιούλιος-Δεκέμβριος 2012.