Θεολογία και Ζωή

Τί εἶναι ὁ Μεγάλος Κανόνας

29 Μαρτίου 2023

Τί εἶναι ὁ Μεγάλος Κανόνας

Ἡ Πέμπτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν εἶναι τὸ λειτουργικὸ ἀποκορύφωμα τῆς Τεσσαρακοστῆς. Οἱ ἀκολουθίες εἶναι μακρότερες καὶ ἐκλεκτότερες. Στὴ συνήθη ἀκολουθία τῶν λοιπῶν ἑβδομάδων, προστίθενται δυὸ νέες μεγάλες ἀκολουθίες: Τὴν Πέμπτη ὁ Μεγάλος Κανόνας καὶ τὸ Σάββατο ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος.

Πότε ψάλλεται ὁ Μεγάλος Κανόνας;

Ὁ Μεγάλος Κανόνας ψάλλεται τμηματικὰ στὰ ἀπόδειπνα τῶν τεσσάρων πρώτων ἡμερῶν τῆς Α΄ Ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν καὶ ὁλόκληρος στὴν ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου τῆς Πέμπτης τῆς Ε΄ ἑβδομάδας. Στὶς ἐνορίες, ὡστόσο, ψάλλεται καὶ ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸν ὄρθρο, ὡς μικρὴ ἀγρυπνία, τὸ βράδυ τῆς Τετάρτης μαζὶ μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ ἀποδείπνου.

Γιατί ὀνομάζεται «Μεγάλος»;

Ὁ Μεγάλος Κανόνας, στὴν μορφὴ του, ἔχει μία χαρακτηριστικὴ ἰδιορρυθμία. Ἡ ἰδιορρυθμία του συνίσταται, στὸ ὅτι, συγκρινόμενος πρὸς τοὺς ἄλλους ὁμοίους του κανόνες, εἶναι «μέγας». Μέγας στὴν ἀπόλυτή του ἔννοια. Μεγαλύτερος δὲν μποροῦσε νὰ ὑπάρξει· καὶ τοῦτο, γιατί ὁ ποιητὴς θέλησε νὰ συνθέσει, ὄχι τρία ἢ τέσσερα τροπάρια γιὰ τὴν κάθε ὠδή, ὅπως συνήθως ἔχουν οἱ ἄλλοι κανόνες, ἀλλὰ πολὺ περισσότερα: τόσα, ὅσα εἶναι καὶ ὅλοι οἱ στίχοι τῶν ὠδῶν, ἔτσι ὥστε στὸν καθένα στίχο νὰ ἀντιστοιχεῖ καὶ νὰ παρεμβάλλεται κατὰ τὴν ψαλμωδία ἀπὸ ἕνα τροπάριο. 250 εἶναι οἱ στίχοι τῶν ὠδῶν, 250 καὶ τὰ τροπάρια τοῦ Μ. Κανόνα, ἐνῶ οἱ συνήθης κανόνες ἔχουν γύρω στὰ 30. Σήμερα τὰ τροπάρια τοῦ Μ. Κανόνα εἶναι, κατὰ 30 περίπου, περισσότερα ἀπὸ τὰ ἀρχικά. Μεταγενέστεροι ὑμνογράφοι πρόσθεσαν τροπάρια γιὰ τὴν ὁσία Μαρία τὴν Αἰγυπτία καὶ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Ἀνδρέα.

Ποιὸς εἶναι  ὁ ποιητὴς – δημιουργός του Μεγάλου Κανόνα;

Τὸν Μεγάλο Κανόνα συνέθεσε ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἱεροσολυμίτης. Γεννήθηκε στὴ Δαμασκὸ, τὸ 660 μ.Χ., ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Σὲ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν, ἡ ἀγάπη του τὸν φέρνει στὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου οἱ γονεῖς του τὸν ἀφιερώνουν στὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως. Στὰ Ἱεροσόλυμα ἀπόκτησε μεγάλη παιδεία, τὴν «θύραθεν» καὶ τὴ θεολογική. Ἂν καὶ τὸ ἔργο του ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν Κρήτη, φέρει τὸν τίτλο τοῦ «Ἱεροσολυμίτη», ἐπειδὴ πέρασε ἀπὸ τὴν ἁγία πόλη. Μοναχός τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα στὰ Ἱεροσόλυμα, ἔγινε γραμματέας τοῦ Πατριάρχη Θεόδωρου. Τὸ 685, ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ ἐκκλησιαστικὴ ἀποστολή. Ἐκεῖ, παρέμεινε γιὰ εἴκοσι χρόνια καὶ ἀνέλαβε διάφορες ἐκκλησιαστικὲς θέσεις καὶ τέλος, γύρω στὸ 711 ἢ 712, ἐκλέγεται ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης.

Στὴν Κρήτη, συμμετέχει στὶς ταλαιπωρίες τοῦ ποιμνίου του, ποὺ ὀφείλονταν στὶς Ἀραβικὲς ἐπιδρομές. Ἐμψυχώνει τὸ λαὸ στὶς θλίψεις καὶ προσεύχεται γιὰ τὴ σωτηρία του. Μὲ τὶς προσευχὲς του, σταματὰ τὴ μεγάλη ἀνομβρία καὶ σταματᾶ τὴ μάστιγα τῆς πείνας. Ἱδρύει μεγάλο «Ξενώνα», στὸν ὁποῖο περιθάλπονται οἱ γέροντες καὶ οἱ ἄρρωστοι, φιλοξενοῦνται οἱ ξένοι καὶ οἱ φτωχοὶ, διακονώντας ὁ ἴδιος. «Μὲ τὰ χέρια του ὑπηρετοῦσε τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ἔπλενε τὰ πόδια καὶ τὸ κεφάλι, καθάριζε τὶς πληγές τους καὶ τὰ τραύματά τους. Σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο τὸν ὁδηγοῦσε ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν πλησίον» σημειώνει ὁ βιογράφος του.

Ὁ ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Κρήτης εἶχε μεγάλη εὐλάβεια καὶ ἰδιαίτερη ἀγάπη πρὸς τὴν Παναγία. Ἀφιέρωσε πλῆθος ὕμνων καὶ ἐγκωμιαστικῶν λόγων στὶς ἑορτές της. Ἔκτισε δὲ, μεγαλοπρεπῆ ναὸ πρὸς τιμὴν τῆς Θεοτόκου, ποὺ τὸν ὀνόμασε «Βλαχέρνες». Φρόντισε δὲ, γιὰ τὴν ἐπισκευὴ τῶν παλαιῶν καὶ παραμελημένων ναῶν, τοὺς ὁποίους «εὐπρεπῶς κατεκόσμησε».

Πέθανε στὶς 4 Ἰουλίου 740, στὴν Ἐρεσὸ τῆς Λέσβου, εἴτε ἐπιστρέφοντας στὴν Κρήτη μετὰ ἀπὸ ἕνα ταξίδι στὴν Κωνσταντινούπολη εἴτε καὶ ἐξόριστος ἐκεῖ – ἦταν ὑποστηρικτὴς τῶν ἁγίων εἰκόνων. Στὴν παραλία τῆς Ἐρεσοῦ, τιμᾶται μέχρι σήμερα ὁ τάφος του, μία μεγάλη σαρκοφάγος, ποὺ βρίσκεται πίσω ἀπὸ τὸ ἅγιο βῆμα τῆς ἐρειπωμένης βασιλικῆς τῆς Ἁγίας μάρτυρος Ἀναστασίας, ὅπου κατὰ τοὺς βιογράφους του εἶχε ταφεῖ. Ἡ καθιέρωσή του, ὡς Ἁγίου, ἔγινε πολὺ νωρίς.

Ὁ Ἀνδρέας ἦταν λόγιος κληρικός, ἐκκλησιαστικὸς ρήτορας καὶ ὑμνογράφος. Ἡ φιλολογικὴ καὶ ὑμνογραφική του παραγωγὴ εἶναι ἀξιόλογη Οἱ λόγοι του εἶναι κυρίως ἐγκωμιαστικοί. Σώζονται ὁμιλίες στὶς Θεομητορικὲς καὶ Δεσποτικὲς ἑορτὲς καὶ σὲ διαφόρους ἁγίους. Στὶς ὁμιλίες του, φαίνεται ἡ ρητορική του τέχνη, ἡ ἄριστη γνώση τῆς ἀττικῆς γλώσσας, ἡ βαθιὰ γνώση τῆς βίβλου, ἰδιαίτερα τῆς Π.Δ ποὺ ἑρμηνεύει ἀλληγορικά. Χαρακτηρίζεται ὡς ὁ καλύτερος ἐκκλησιαστικὸς ρήτορας τῆς Βυζαντινῆς ἐποχῆς.

Τὰ χαρακτηριστικὰ τῶν λόγων του εἶναι «ἡ ἔντεχνος ρητορικὴ ἐπεξεργασία καὶ τὰ ὑψηλὰ θεολογικὰ νοήματα». Τὸ ὑμνογραφικό του ἔργο εἶναι πλουσιότερο τῶν ρητορικῶν του λόγων. Ἐφηῦρε τὸ εἶδος τῶν Κανόνων ποὺ ψάλλονται μέχρι σήμερα καὶ διακρίνονται γιὰ τὴν σαφήνεια καὶ τὸν διδακτικό τους χαρακτήρα. Τὸ σπουδαιότερο, ὅμως, ὑμνογραφικό του ἔργο εἶναι ὁ Μ. Κανόνας. Τὸν ἔγραψε, ὅπως φαίνεται ἀπὸ διάφορες ἐνδείξεις, περὶ τὸ τέλος τῆς ζωῆς του, κατὰ δὲ τὴν μαρτυρία ἑνὸς συναξαρίου, στὴν Ἐρεσό, λίγο πρὶν πεθάνει. Ἂν ἡ πληροφορία αὐτὴ εἶναι ἀληθινή, ὁ Μ. Κανόνας εἶναι τὸ κύκνειο ἄσμα τοῦ ὑμνογράφου μας.

Γιὰ νὰ καταλάβουμε τὴν ποιητική του δομὴ, πρέπει νὰ κάνουμε μία μικρὴ παρέκβαση. Τὸ ἔργο αὐτὸ ἀνήκει στὸ ποιητικὸ εἶδος τῶν κανόνων, ποὺ κατὰ πολλοὺς ἔχει τὴν ἀρχὴ του σ’ αὐτὸν τὸν ἴδιο τὸν Ἀνδρέα. Εἶναι δὲ οἱ κανόνες ἕνα σύστημα τροπαρίων, ποὺ γράφονταν γιὰ ἕνα ὁρισμένο λειτουργικὸ σκοπό: νὰ διακοσμήσουν τὴν ψαλμωδία τῶν 9 ὠδῶν τοῦ Ψαλτηρίου, ποὺ στιχολογοῦνταν στὸν ὄρθρο. Ὅλος ὁ κανόνας ψάλλεται σὲ ἕναν ἦχο. Κάθε, ὅμως, ὠδὴ παρουσιάζει μία μικρὴ παραλλαγὴ στὴν ψαλμωδία, κατὰ τρόπο ποὺ νὰ διατηρεῖται μὲν ἡ μουσικὴ ἑνότητα στὸν ὅλο κανόνα, ἀφοῦ ὅλος ψάλλεται στὸν ἴδιο ἦχο, ἀλλὰ καὶ νὰ σπάει καὶ ἡ μονοτονία, μὲ τὶς παραλλαγὲς στὴν ψαλμωδία ποὺ παρουσιάζει κάθε μία ὠδή.

Ποιὸ εἶναι τὸ περιεχόμενο τοῦ Μεγάλου Κανόνα;

Ὁ Μεγάλος Κανόνας παρουσιάζει τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ποὺ κατάστρεψε τὴ δυνατότητα τῆς κοινωνίας του μὲ τὸν Θεό. Στὸν Μεγάλο Κανόνα, ὁ ποιητὴς θεωρεῖ καὶ βιώνει τὸ γεγονὸς τῆς πτώσεως προσωπικά. Μὲ τὴν καθημερινὴ ἁμαρτία του ταυτίζεται μὲ τὸν πρωτόπλαστο Ἀδὰμ, τοῦ ὁποίου γίνεται μιμητής. Ἡ ψυχὴ του ἀκολουθεῖ τὴν πορεία τῆς Εὕας. «Ἀλίμονο, ταλαίπωρη ψυχή! Γιατί μιμήθηκες τὴν πρώτη Εὕα; Κοίταξες πονηρὰ καὶ πληγώθηκες πικρά». Ὁ ἅγιος ἀναφέρεται στὴν ὕπαρξη ποὺ κληρονομήσαμε μετὰ τὴ πτώση, ποὺ συνδέεται μὲ τὴν φθορὰ καὶ τὸν θάνατο. Μὲ τοὺς πρωτόπλαστους ἔχουμε ὀντολογικὴ ἀλληλεγύη. Ἡ συναίσθηση τῆς ἁμαρτωλότητας καὶ ἡ ὁμολογία της σφραγίζει ὁλόκληρο τὸν Μ. Κανόνα.

Εἶναι ἕνα κύκνειο ἄσμα, ἕνας θρῆνος προθανάτιος, ἕνας μακρὺς θρηνητικὸς μονόλογος, εἶναι ὁ Ἀδαμιαῖος θρῆνος. Ὁ ποιητὴς βρίσκεται στὸ τέλος τῆς ζωῆς του. Αἰσθάνεται ὅτι οἱ ἡμέρες του εἶναι πιὰ λίγες, ὁ βίος του ἔχει περάσει. Ἀναλογίζεται τὸν θάνατο καὶ τὴν κρίση τοῦ δίκαιου κριτῆ, ποὺ τὸν ἀναμένει. Καὶ ἔρχεται νὰ κάνει μία ἀναδρομή, μία ἀνασκόπηση τοῦ πνευματικοῦ του κόσμου. Κάθεται νὰ συζητήσει μὲ τὴ ψυχή του. Ὁ ἀπολογισμὸς, ὅμως, δὲν εἶναι ἐνθαρρυντικός. Ὁ βαρὺς κλοιὸς τῆς ἁμαρτίας τὸν συμπνίγει. Ἡ συνείδηση τὸν ἐλέγχει. Καὶ ὁ ποιητὴς θρηνεῖ διαρκῶς γιὰ τὴν ἄβυσσο τῶν κακῶν του πράξεων. Στὸν θρῆνο αὐτὸ, συμπλέκεται ἡ ἀναδρομὴ στὴν Ἁγία Γραφή.

Αὐτὸ, κυρίως, δίνει τὴν μεγάλη ἔκταση στὸ ποίημα. Ὁ σύνδεσμος, ὅμως τοῦ θρήνου μὲ τὴν Γραφὴ εἶναι πολὺ φυσικός. Σὰν ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ποιητής ἀνοίγει τὸ βιβλίο τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ ἀξιολογήσει τὰ πεπραγμένα του. Ἐξετάζει ἕνα πρὸς ἕνα τὰ παραδείγματα τοῦ ἱεροῦ βιβλίου. Στὶς ὀκτὼ πρῶτες ὠδὲς, παίρνει τὰ παραδείγματά του ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη.

Στὴν ἐννάτη ὠδὴ ἀπὸ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Τὸ ἀποτέλεσμα τῆς συγκρίσεως εἶναι κάθε φορὰ τρομερὸ καὶ αἰτία νέων θρήνων. Ἔχει μιμηθεῖ ὅλες τὶς κακὲς πράξεις ὅλων τῶν ἡρώων τῆς ἱερᾶς ἱστορίας, ὄχι ὅμως καὶ τὶς καλὲς πράξεις τῶν ἁγίων. Δὲν τοῦ μένει παρὰ ἡ μετάνοια, ἡ συντριβὴ καὶ ἡ καταφυγὴ στὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἐδῶ ἀνοίγει ἡ αἰσιόδοξη προοπτικὴ τοῦ ποιητῆ. Βρῆκε τὴν πόρτα τοῦ παραδείσου, τὴν μετάνοια. Καρποὺς μετανοίας δὲν ἔχει νὰ παρουσιάσει· προσφέρει, ὅμως, στὸν Θεὸ τὴ συντετριμμένη του καρδιὰ καὶ τὴν πνευματική του φτώχεια.

Τὰ βιβλικὰ παραδείγματα τοῦ Δαυίδ, τοῦ προφήτη Ἱερεμία, τῶν βασιλέων Μανασσῆ καὶ Ἐζεκία ἀπὸ τὴν Π.Δ καὶ τοῦ Πέτρου, τῆς Μάρθας καὶ τῆς Μαρίας, τῆς Χαναναίας, τοῦ τελώνη, τῆς πόρνης καὶ τοῦ ληστῆ τὸν ἐνθαρρύνουν. Πολλὲς φορὲς, ἐπανέρχεται χρησιμοποιώντας τὸ παράδειγμα τῆς μετάνοιας τῆς πόρνης καὶ παρακαλεῖ τὸν Κύριο νὰ δεχθεῖ τὰ δικά του δάκρυα, ὅπως δέχθηκε καὶ τὰ δικά της καὶ νὰ τοῦ συγχωρήσει τὶς ἁμαρτίες του. Ὁ κριτὴς θὰ εὐσπλαχνισθεῖ καὶ αὐτόν, ποὺ ἁμάρτησε πιὸ πολὺ ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀνθρώπους. Ψάλλεται σὲ ἦχο πλ. τοῦ β΄. Εἶναι ἦχος γλυκός, κατανυκτικὸς καὶ ἐκφραστῆς τοῦ πένθους καὶ τῆς συντριβῆς.

 

Πηγή: agiazoni.gr