Κύριλλος και Μεθόδιος

saints_kyril_methodi

Ποιός μπορεί να γράψει στο νερό;

Πλησίαζε η ώρα της μεγάλης αποδημίας. Ο Κύριλλος ύψωσε το βλέμμα του προς τον ουρανό. Με δάκρυα στα μάτια έστειλε στον βασιλέα Χριστό τη στερνή του προσευχή· «Κύριε, Θεέ μου, εσύ που δημιούργησες όλα τα αγγελικά τάγματα και τις ουράνιες δυνάμεις· Συ που εξάπλωσες τους ουρανούς, θεμελίωσες τη γη κι έφερες σε ύπαρξη τα πάντα από το μηδέν· εσύ… άκουσε την προσευχή μου και φύλαξε το πιστό σου ποίμνιο, που το εμπιστεύθηκες σ’ εμένα τον ανάξιο και αχρείο δούλο σου, και λύτρωσέ το από κάθε ασεβή και ειδωλολατρική κακότητα εκείνων που σε βλασφημούν»(Βίος Κυρίλλου, κεφ. 18).

Στα χέρια του Παντοκράτορος ήθελε ν’ ακουμπήσει το λαό των Σλάβων ο φλογερός τους ιεραπόστολος την ώρα που τους αποχαιρετούσε, στα σαρανταεννέα του μόλις χρόνια, σπεύδοντας να απολαύσει την άφθαρτη και αιώνια δόξα. Εκείνη που προγεύθηκε στα ιερά σκηνώματα του Ολύμπου Βιθυνίας, όπου μόνασε για ένα διάστημα μαζί με τον αδελφό του· εκείνη τη δόξα που ήταν η απαντοχή του και η ενίσχυσή του από τότε που ο βασιλέας Χριστός επιστράτευσε τα δύο αδέλφια για μία εκστρατεία ιερή στη βορειοανατολική Ευρώπη.

Με αυταπάρνηση και ενθουσιασμό ρίχτηκαν τότε στη μεγάλη αποστολή οι δύο γιοί του δρουγγαρίου Λέοντος. Διέθεσαν όλα τους τα φυσικά και πνευματικά χαρίσματα, όλο τον πλούτο της μόρφωσής τους, ό,τι είχαν αποθησαυρίσει στα παιδικά και νεανικά τους χρόνια μέσα στην ευσεβή αρχοντική τους οικογένεια και κοντά στους αξιόλογους διδασκάλους τους. Γεννήθηκαν, εξάλλου, και μεγάλωσαν στην αγιοτόκο Θεσσαλονίκη, την πόλη με τη λαμπρή ιστορία και τα μεγαλειώδη μνημεία, η οποία αποτελούσε από μόνη της σπουδαίο σχολείο. Τέλος, είχαν ήδη ασκηθεί -ο Μεθόδιος στον διοικητικό κλάδο, ο Κύριλλος, ή κατά κόσμον Κωνσταντίνος, στο διπλωματικό-, ώστε ν’ αποδειχθούν κατάλληλα όργανα στο σχέδιο της θείας χάρης.

Το 862 έφτασε στην Κωνσταντινούπολη μία πρεσβεία από τον πρίγκηπα των Σλάβων της Μοραβίας Ραστισλάβο. Μετέφερε μία επιστολή προς τον αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ´· «Αν και ο λαός μας εναντιώθηκε στην ειδωλολατρία και τηρεί τον χριστιανικό νόμο, δεν έχουμε όμως διδάσκαλο τέτοιον που θα μας δίδασκε στη δική μας γλώσσα αυτή τη χριστιανική πίστη, ώστε και άλλες χώρες βλέποντας να μας μιμηθούν. Για το λόγο αυτό στείλε μας, δέσποτα, τέτοιο επίσκοπο και διδάσκαλο, διότι από σας εκπορεύεται σε όλες τις χώρες ο καλός νόμος» (Βίος Κυρίλλου, κεφ. 14· πρβλ. Βίος Μεθοδίου, κεφ. 5).

Συγκαλεί σε σύσκεψη ο αυτοκράτορας τον πρωθυπουργό και θείο του Καίσαρα Βάρδα και τον πατριάρχη Φώτιο. Η σκέψη τους στρέφεται προς τον Κωνσταντίνο τον φιλόσοφο, τον εξαίρετο μαθητή του Φωτίου. «Καίτοι κουρασμένος και άρρωστος -μετά τη δύσκολη αποστολή στη χώρα των Χαζάρων-, μετά χαράς θα πάω εκεί», ήταν η απάντησή του, «αν όμως έχουν γράμματα στη δική τους γλώσσα… Διότι ποιός μπορεί να γράψει λόγο πάνω στο νερό, και αιρετικό όνομα για τον εαυτό του ν’ αποκομίσει;». Την αγωνία του αυτή εκφράζει αργότερα ο Άγιος και στον πρόλογο της μεταφράσεως των Ευαγγελίων·

«Έθνη δή βίβλων δίχα, γυμνά

αγωνίσασθαι μή δυνάμενα άνευ όπλων».

«Όμβρου βιβλίων θείων δέονται

πρός το αυξήσαι Θεού καρπόν μάλλον».

Με θερμή προσευχή και ιερό ζήλο επιδόθηκε στο μεγάλο και δύσκολο έργο ο Κύριλλος. Σε συνεργασία με τον Μεθόδιο και μ’ ένα εκλεκτό επιτελείο πέτυχαν την επινόηση της σλαβικής γραφής, του γλαγολιτικού αλφαβήτου, αλλά και τη διαμόρφωση της σλαβικής γλώσσας, ώστε να είναι δυνατή η προσαρμογή της στον εννοιολογικό πλούτο της ελληνικής και η αναγωγή της σε όργανο υψηλής έκφρασης. Ως πρώτο έργο της σλαβικής γραμματείας αναφέρεται το Ευαγγελιστάριον, η μετάφραση των ευαγγελικών περικοπών πού διαβάζονται στην Εκκλησία. Μετά από επίπονη και εντατική εργασία μεταφράσθηκε όλη η αγία Γραφή, καθώς επίσης λειτουργικά και πατερικά βιβλία.

Ο δημιουργός όμως των σλαβικών γραμμάτων, ο ιθύνων νους του εκλεκτού επιτελείου έμελλε να εγκαταλείψει γρήγορα τον κόσμο αυτό. Αφού πρώτα άνοιξε τους κρουνούς για να ξεδιψάσουν οι λαοί της Ευρώπης με τα νάματα της Αλήθειας, άφησε την τελευταία του πνοή στο ελληνικό μοναστήρι της Ρώμης στις 14 Φεβρουαρίου του 869.

Λίγο πριν από το τέλος, κάλεσε κοντά του τον Μεθόδιο, τον πρωτότοκο αδελφό του· «Βλέπεις, αδελφέ, ήμασταν ζευγάρι που οργώναμε το ίδιο αυλάκι», του είπε, «και εγώ πέφτω πάνω στο χωράφι τελειώνοντας τις μέρες μου. Εσύ αγαπάς πολύ το όρος (δηλαδή τον Όλυμπο), δεν είναι δυνατόν όμως για χάρη του όρους να εγκαταλείψεις τη διδασκαλία σου, διότι περισσότερο από καθετί άλλο μέσα από αυτή θα σωθείς» (Βίος Μεθοδίου, κεφ. 7).

Ο Μεθόδιος κράτησε βαθιά μέσα του ως ιερή παρακαταθήκη τα λόγια αυτά του αδελφού του. Αψηφώντας κινδύνους και δοκιμασίες επέκτεινε το έργο στις περιοχές των Μοραβών, Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων. Ακαταπόνητος εργάστηκε στον αγρό του Κυρίου, μέχρι την ώρα εκείνη, στις 6 Απριλίου του 885, που ο Κύριος τον κάλεσε κοντά του στην αιώνια ανάπαυση και ευφροσύνη, την οποία ετοίμασε για τους δικούς του.

Β. Αντωνίου