Συναξαριακές Μορφές

Στρατάρχης του παρθενικού τάγματος, ο Ιωάννης! (24 Ιουνίου, Γενέθλιο του Τιμίου Προδρόμου)

24 Ιουνίου 2011

Στρατάρχης του παρθενικού τάγματος, ο Ιωάννης! (24 Ιουνίου, Γενέθλιο του Τιμίου Προδρόμου)

Εγκώμιο στον Τίμιο Πρόδρομο

Αγίου Σωφρονίου Ιεροσολύμων

Μέσα στα Άγια των Αγίων λοιπόν είχε βρεθεί ο Ζαχαρίας  -γιατί ήταν άξιος και είχε τον ιερατικό βαθμό για μια τέτοια υπηρεσία. Καθώς λοιπόν βρισκόταν στο θυσιαστήριο, δέχτηκε μέσα στην επίμονη προσευχή του, την επίσκεψη ουράνιου αγγέλου. Τον είδε να στέκεται δεξιά από το θυσιαστήριο που προσφερόταν το θυμίαμα και να του μιλάει για τον ερχομό του Λόγου του Θεού στη γη, χαρίζοντάς του έτσι την πιο ουράνια και πιο ευχάριστη αγγελία.

Ο Άγγελος που έφερε αυτά τα σπουδαία μηνύματα ήταν ο αρχάγγελος Γαβριήλ. Αυτός και μόνο με το όνομά του φανερώνει τη σημασία που είχαν τα μηνύματα που έφερνε. Γιατί αυτός ήρθε στο θυσιαστήριο να αναγγείλει θαυμαστά γεγονότα, που θα γίνονταν πριν από την ενανθρώπιση του Θεού, για την οποία και ο ιερέας Ζαχαρίας τόσο επίμονα παρακαλούσε. Αυτόν, τον Ζαχαρία, τον είδε ο άγγελος του Θεού να συγκλονίζεται από το όραμα της παρουσίας του και κατάλαβε ότι όσο πιο πολύ φοβόταν τόσο πιο πολύ κλονιζόταν. Γιατί λέει το ιερό Ευαγγέλιο: «Ταράχτηκε ο Ζαχαρίας βλέποντας τον άγγελο και έπεσε πάνω του φόβος μεγάλος» (Λουκά. 1, 12). Ο τρόμος του Ζαχαρία φανέρωνε ότι έφτανε ο χρόνος που θα σταματούσε η απόλυτη ισχύς του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης και ότι ήρθε ο καιρός που οι άνθρωποι θα ακολουθούσαν το δρόμο του Ευαγγελίου. Διώχνει λοιπόν το φόβο από τον Ζαχαρία και στη συνέχεια του δίνει τα ευχάριστα μηνύματα. Γιατί όσα του είπε δεν προκαλούσαν φόβο αλλά αφοβία και ευχαρίστηση. Τί του είπε; «Μη φοβάσαι Ζαχαρία, γιατί ο Θεός άκουσε την προσευχή σου» (Λουκά. 1,13). Δηλαδή, δεν του φώναξε μόνο: Τί φοβάσαι σεβάσμιε γέροντα, τί φοβάσαι τώρα που παίρνεις αυτά που ζητάς; Τί φοβάσαι τώρα που λυτρώνεσαι από το βάρος της νομικής λατρείας; Γιατί ταράζεσαι τώρα που βλέπεις το φως μετά από τη σκιά; Γιατί μένεις κατάπληκτος τώρα που βλέπεις να εδραιώνονται στη Χάρη του Θεού όσοι κλονίζονταν πριν; Αλλά του είπε: Είναι υπερθαύμαστα αυτά τα μηνύματα που σου φέρνω, δεν εμπνέουν όμως φόβο σε όσους τα ακούνε. Έχω να σου αποκαλύψω μεγάλα μυστήρια, δεν πρέπει όμως να ταραχτείς τώρα ακριβώς που θα τα ακούσεις. Αντίθετα πρέπει να χαρείς και να ευχαριστηθείς μαζί μου, γιατί αυτά από τη φύση τους προξενούν χαρά και ευφροσύνη. Η λύτρωση των ανθρώπων βρίσκεται πια κοντά τους. Έφτασε η ώρα να σηκωθούν οι πεσμένοι. Ο νόμος βρήκε το σκοπό του. Έχει πια ανατείλει ο καιρός της θείας Χάριτος. Και πολύ σύντομα θα δεις -γιατί βρίσκεται κοντά στα μάτια σου-  Αυτόν που είναι το κεφάλαιο όλων αυτών που σου είπα. Θα δεις το Θεό Λόγο να σαρκώνεται από την Παρθένο, να γεννιέται, όπως όλοι εμείς οι άνθρωποι και να σώζει όλο το ανθρώπινο γένος. Και δεν θα θαυμάσεις μόνο αυτά που τόσο πολύ επιθύμησες να δεις, αλλά θα ευτυχήσεις και να τα υπηρετήσεις. Για να πιστέψεις δε στα λόγια μου, προσθέτω -και σε παρακαλώ να πιστέψεις- ακόμη ένα αξιοθαύμαστο γεγονός και σου αποκαλύπτω ότι θα γίνουν πραγματικότητα εκείνα για τα οποία είχες χάσει την ελπίδα σου. Ποιά είναι αυτά; «Η γυναίκα σου η Ελισάβετ, θα σου γεννήσει γιό και θα τον ονομάσεις  Ιωάννη. Και θα δοκιμάσεις, χαρά και αγαλλίαση και πολλοί θα χαρούν για τη γέννησή του. Αυτός θα αναδειχτεί μεγάλος ενώπιον του Κυρίου και δεν θα πιει κρασί και οινοπνευματώδη ποτά, και θα γεμίσει από Άγιο Πνεύμα, από τον καιρό ακόμα που θα βρίσκεται στην κοιλιά της μάνας του. Και πολλούς από τους απογόνους του  Ισραήλ, που έχουν απομακρυνθεί από το Θεό, θα τους επαναφέρει με τη μετάνοια στον Κύριο και Θεό τους, που έγινε για χάρη τους άνθρωπος. Και αυτός θα προπορευθεί πριν από Αυτόν με το πνεύμα και τη δύναμη του προφήτη  Ηλία, για να ξαναγυρίσει στα παιδιά τις καρδιές των πατέρων τους και να ξαναφέρει στους απειθείς το φρόνημα που έχουν οι δίκαιοι. Και να ετοιμάσει όλους αυτούς που είχαν καλή προαίρεση ώστε να δεχθούν τον Κύριο» (Λουκά. 1,13-18).

Βλέπεις πόσα και πόσο μεγάλα είναι αυτά για τα οποία αγγελικές φωνές μαρτυρούν ότι θα μπορούσε να καυχηθεί ο Ιωάννης, γιατί συνέβηκαν στη σύλληψή του και πριν ακόμη απ’ αυτήν; Βέβαια γεννήθηκε και ο Σαμουήλ από τη στείρα μάνα του, αλλά δεν ήταν γερασμένη, ούτε ο πατέρας του είχε προχωρήσει τόσο στην ηλικία, ώστε να θεωρείται γέρος. Γεννήθηκε και ο  Ισαάκ από γέρους γονείς που είχαν πια περάσει το χρόνο της τεκνογονίας και είχαν χάσει τη φυσική ακμή γι’ αυτήν.  Αλλά δεν πληρώθηκε από Άγιο Πνεύμα, όταν ακόμα ήταν μέσα στην κοιλιά της μάνας του. Αλλά και από όλους τους μεγάλους άνδρες της Παλαιάς Διαθήκης κανένας δεν στολιζόταν με τα στολίδια που στολίζεται ο Ιωάννης.

Υπήρξε μεν προφήτης ο Σαμουήλ και έβλεπε πραγματικά τα μέλλοντα σαν παρόντα. Και αυτός δεν είχε πιει ποτέ κρασί και οινοπνευματώδη ποτά, αλλά δεν κατοικούσε στην έρημο ούτε τρεφόταν με ασυνήθιστες στους ανθρώπους τροφές. Ούτε η γέννησή του προξένησε τόση χαρά, όση σκόρπισε με την γέννησή του ο  Ιωάννης, που αναδείχτηκε ο μεγαλύτερος απ’ όλους τους ανθρώπους και που αξιώθηκε να γίνει ο Πρόδρομος της παγκόσμιας χαράς, δηλαδή του Χριστού.

Καρπός στείρας υπήρξε και ο φημισμένος για τη σοφία του  Ιωσήφ και πριν βέβαια απ’ αυτόν εκείνος ο μακάριος Ιακώβ, που τον γέννησε από τη στείρα Ραχήλ. Υπήρξε ακόμα και σώφρονας ο Ιωσήφ  -γιατί νίκησε με τόσο αξιοθαύμαστο τρόπο τη λαγνεία της Αιγύπτιας και κράτησε την αγνότητά του- αλλά δεν έγινε ποτέ ο στρατάρχης του παρθενικού τάγματος, όπως ο  Ιωάννης. Πόσο δε μεγάλη απόσταση υπάρχει μεταξύ παρθενίας και ηθικής ακεραιότητας, το μαρτυρούν μόνες τους αυτές οι ίδιες οι αρετές. Και είναι βέβαιο ότι η υψηλότερη θέση δίνεται σε κείνους τους άνδρες και τις γυναίκες που τίμησαν τόσο την σωματική όσο και την ψυχική παρθενία, που δίνει με τη χάρη του και εμπνέει με το παράδειγμά του ο Χριστός και έγιναν και είναι μιμητές της Πανάχραντης Παρθένου που τον γέννησε. Αυτό βέβαια και ο ίδιος ο Σωτήρας μας  Ιησούς Χριστός το έκανε ολοφάνερο σε όλους όταν είπε ότι δεν μπορούν όλοι οι άνθρωποι να βαδίσουν στο δρόμο της παρθενίας, δηλαδή να είναι άξιοι ενός τέτοιου χαρίσματος, αλλά μόνον εκείνοι για τους οποίους, σύμφωνα με τη θεϊκή Του πρόγνωση, τους θεώρησε άξιους και τους το χάρισε.

Ο Θεός αγάπησε τον Ιακώβ ακόμα τότε που βρισκόταν στην κοιλιά της μάνας του, γιατί εκείνη κυοφορώντας τον άκουσε θεϊκή φωνή να της λέει: «Αγάπησα τον Ιακώβ και μίσησα τον Ησαύ» (Γεν. 25,23 -Ρωμ. 9,13). Αλλά δεν πληρώθηκε με Άγιο Πνεύμα ο Ιακώβ στον καιρό της κυοφορίας του. Ικανώθηκε ακόμη ο Ιακώβ, στο ολονύχτιο εκείνο δράμα του να παλέψει με το Θεό, γιατί πραγματικά τότε βασίλευε το πυκνό σκοτάδι της άγνοιας του Θεού. Αλλά δεν μπόρεσε και δεν χαριτώθηκε να πορευτεί μπροστά από το Θεό και να τον βαπτίσει. Αυτό, απ’ όλους τους ανθρώπους, μόνο ο Ιωάννης μπόρεσε να το τολμήσει. Γιατί είχε πια φέξει ο όρθρος της γνώσεως του Θεού και κατά συνέπεια έλαμπε φωτεινά η ημέρα της αλήθειας. Και ο  Ιακώβ από την πάλη του αυτή με το Θεό πληγώθηκε στο μηρό του και κούτσαινε και δεν μπορούσε καθόλου να βαδίσει γρήγορα. Έτσι προμήνυε τόσο φανερά ότι όλοι οι απόγονοί του θα είναι βραδυκίνητοι και δυσκίνητοι, δηλαδή απρόθυμοι και αδιάφοροι για τη λυτρωτική Χάρη που ο Θεός χάριζε στη ζωή τους. Δηλαδή το πάθημα του Ιακώβ έκανε φανερή την τόσο καταστρεπτική απροθυμία και αδιαφορία των ανθρώπων. Ο  Ιωάννης όμως δεν είχε ποτέ του ένα τέτοιο ελάττωμα, αν και καταγόταν από τους απογόνους του  Ιακώβ. Αντίστροφα αυτός γίνεται άριστος δρομέας της Χάριτος και πρόδρομός της. Παραμένει μακριά από την Ιουδαϊκή απιστία και αφήνει πίσω του και μακριά τα σκιώδη μυστήρια της Παλαιάς Διαθήκης.

Θα ήθελα ακόμη να κάνω μια σύγκριση μεταξύ του Σαμψών και του Ιωάννη. Γιατί και ο Σαμψών γεννήθηκε από στείρα μάνα και φάνηκε σαν καρπός θερμής προσευχής προς το Θεό και ποτέ δεν έκοψε τα μαλλιά του με δική του απόφαση, όπως λέει η Αγία Γραφή: «Ποτέ δεν άγγιξε ξυράφι τα μαλλιά της κεφαλής του» (Κριτ, 16,17 – Αριθμ. 6,5). Ήταν ακόμη ο Σαμψών πλουτισμένος και με άλλα θεϊκά δώρα και όμως η Δαλιδά, πάλι μια πόρνη γυναίκα, τον δέσμευσε και δεν τον άφησε να βαδίσει τα βήματα του Ιωάννη. Και υπήρξαν και άλλοι πολλοί μεγάλοι ενώπιον του Κυρίου, αλλά δεν αξιώθηκαν να επιστρέψουν τις καρδιές των Ισραηλιτών προς τον Κύριο και Θεό τους. Ούτε αξιώθηκαν να πορευτούν πριν από το Χριστό με τη δύναμη και το πνεύμα του προφήτη  Ηλία. Ούτε αναδείχτηκαν σε τέτοιο ύψος ώστε να βοηθήσουν στην αναγέννηση των γονιών τους, που είχαν μεγαλώσει και τραφεί με τον  Ιουδαϊκό νόμο και να τους κάνουν να συμβαδίζουν με τα παιδιά  τους, που τώρα πια βαδίζουν το νόμο της Χάριτος. Ούτε οδήγησαν τους ανυπότακτους  Ιουδαίους κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να αποκτήσουν το φρόνημα και τη ζωή αυτών που δικαιώθηκαν μέσα στο Χριστό. Ούτε ετοίμασαν τους ανθρώπους να δεχτούν τον Κύριο, που φανερώθηκε στη γη και έλαμψε σαν άλλος Ήλιος. Ούτε και από όλα αυτά πέτυχαν ή έκαναν κάτι μεγαλύτερο. Αλλά βέβαια τί μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερο από το να δει κανείς με τα μάτια του σαρκωμένο τον Κύριο και να τον βαπτίσει, όπως ο Ιωάννης; Γεννήθηκαν λοιπόν και αυτοί από στείρες μητέρες και θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν φορτωμένοι με πολλά δώρα από το Θεό, τα οποία όμως, όταν μεν συγκρίνονται με τις αρετές άλλων ανθρώπων φαίνονται μεγάλα, όταν όμως τολμήσουν να συγκριθούν με τα υπέροχα χαρίσματα του Ιωάννη, τότε είναι πολύ μικρά. Μπροστά σ’ αυτά τα υπέροχα και ανυπέρβλητα δώρα του Ιωάννη και ο ιερέας Ζαχαρίας, τότε που επρόκειτο να αναδειχτεί πατέρας του, έμεινε κατάπληκτος και η πολλή του αμηχανία τον έκανε να δεχτεί με το νου του το κεντρί της δυσπιστίας. Και πληγωμένος πια απ’ αυτή τη δυσπιστία αποτόλμησε να εκφράσει προς τον άγγελο εκείνα τα φοβερά λόγια της δυσπιστίας: «Τί είναι αυτό που θα με κάνει να πιστέψω αυτά που μου λες, γιατί εγώ είμαι πολύ γέρος και η γυναίκα μου έχει και αυτή περάσει την ηλικία της τεκνογονίας» (Λουκά. 1,18).19 Αυτά τα λόγια βέβαια δεν έπρεπε ποτέ να τα πει αυτός που θα γινόταν πατέρας του Ιωάννη. Τα είπε όμως όχι ως πατέρας του Ιωάννη, δηλαδή πατέρας της φωνής που θα αξιωνόταν να κηρύξει τα πιο μεγάλα και τα πιο υπέροχα μηνύματα στον κόσμο, αλλά ως εκπρόσωπος του στενόφωνου και βραδύγλωσσου νόμου της Παλαιάς Διαθήκης. Ο Μωυσής που έγραψε το Νόμο, ο ίδιος μαρτυρεί για τον εαυτό του ότι ήταν βραδύγλωσσος και ισχνόφωνος. Γι’ αυτό το λόγο λοιπόν αμέσως σιώπησε και αυτός στον οποίο δόθηκαν όλα αυτά τα μηνύματα, γιατί έπρεπε ο ίδιος με τη σιωπή του να συμβολίσει και να προσημάνει ότι η ισχύς του Μωσαϊκού Νόμου θα σταματήσει, μόλις θα φανερωθεί πλέον ως άνθρωπος, ο Σαρκωμένος Λόγος του Θεού, ο Μεγάλος Νομοθέτης της Χάριτος, Ιησούς Χριστός. Τα πίστεψε όμως όλα αυτά ο Ζαχαρίας όταν ο άγγελος του επέβαλε σιωπή· «Εγώ είμαι ο Γαβριήλ, που παραστέκομαι εμπρός στο Θεό, για να τον υπηρετώ. Και με έστειλε ο Θεός να σου μιλήσω και να σου φέρω τα χαρούμενα μηνύματα. Και αφού ζητάς σημείο, θα το έχεις, όχι όμως όπως το θέλεις. Θα είσαι βουβός και δεν θα μπορείς να μιλήσεις μέχρι την ημέρα, που θα γίνουν αυτά. Και σου επιβάλλεται αυτή η τιμωρία, επειδή δεν πίστεψες στα λόγια μου, που θα πραγματοποιηθούν στον καιρό τους» (Λουκά. 1,19-20). Και ήταν πολύ κατάλληλο ένα τέτοιο επιτίμιο, δηλαδή η αφωνία, αν και επρόκειτο να γίνει πατέρας της φωνής του Λόγου. Γιατί δεν υπήρξε ο Ζαχαρίας απλώς σύμβολο αυτών, που έχοντας τη συνείδησή τους διαμορφωμένη, σύμφωνα με το Μωσαϊκό νόμο, θα δυσπιστούσαν στο Νόμο της Χάριτος, αλλά περισσότερο γιατί δεν πίστεψε ότι από αυτόν θα προέλθει η φωνή, που θα στελνόταν να κηρύξει όλα αυτά τα νέα και χαρούμενα μηνύματα. Εφόσον λοιπόν δυσπίστησε για τη γέννηση της φωνής του Λόγου, ήταν δίκαιο να στερηθεί και τη δική του φωνή. Γιατί, όπως λέει και ο σοφός Σολομών, «μέσα στις αμαρτίες του βρίσκει κανείς και την κόλασή του». Έτσι λοιπόν έμαθε να μη δυσπιστεί για τη φωνή που θα προερχόταν από την έρημο, δηλαδή από τη στείρα μάνα.

Ο Ιωάννης λοιπόν βλάστησε στην άγονη γη, δηλαδή στη στείρα μήτρα της μάνας του και κήρυξε στην έρημο την Ιουδαϊκή, δηλαδή στις ψυχές, που δεν είχαν καρπούς πίστεως. Κήρυξε ακόμα και στην εκκλησία των εθνικών, που δεν είχε πιο μπροστά ώριμο και γλυκό καρπό, πρόσφορο να θρέψει το Χριστό όπως έθρεψε και όσους βρήκε καλοπροαίρετους Σαμαρείτες με την πνευματική τροφή και το πνευματικό νερό, που αποκάλυψε στη Σαμαρείτιδα και στη Χαναναία ο ίδιος ο Κύριος. Σε κάθε μια απ’ αυτές τις δύο ερήμους κήρυξε ο Ιωάννης -που υπήρξε η μεγάλη και θαυμαστή φωνή του Θεού Λόγου- το πραγματικά σωτήριο κήρυγμά του, που στάθηκε ικανό να τις μεταβάλει από άκαρπες σε καρποφόρες.

(«Το Θεϊκό Λυχνάρι, ο Τίμιος Πρόδρομος», Εκδ. «Ετοιμασία»).