Ορθόδοξη πίστη

Το κακό στον κόσμο διαπράττεται από τους αυτάρεσκους υποκριτές που δικαιολογούν τους ευατούς τους

13 Νοεμβρίου 2012

Το κακό στον κόσμο διαπράττεται από τους αυτάρεσκους υποκριτές που δικαιολογούν τους ευατούς τους

Απόσπασμα από το βιβλίο του Scott Peck,

«People of the Lie. The Hope for Ηealing Human Evil»,

Α Touchstone Book Published by Simon & Schuster,

U.S.A. 1998

[ελλην. εκδ: «ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΟΥ ΨΕΥΔΟΥΣ»,

σε μετάφρ. Νικ. Παπαδάκη, «Κέδρος»,1999] […] Με άλλα λόγια, δεν είναι οι κακές πράξεις που κάνουν έναν άνθρωπο κακό. Αλλιώς, θα ήμαστε όλοι κακοί, γιατί όλοι κάνουμε κακά πράγματα. Ο πιο γενικός ορισμός της αμαρτίας είναι «αστοχία». Αυτό σημαίνει ότι αμαρτάνουμε κάθε φορά που δεν καταφέρνουμε να χτυπήσουμε το κέντρο του στόχου. Η αμαρτία δεν είναι τίποτα λιγότερο και τίποτα περισσότερο από την αποτυχία να είμαστε συνεχώς τέλειοι. Και επειδή είναι αδύνατον να είμαστε συνεχώς τέλειοι, είμαστε όλοι αμαρτωλοί. Ως συνήθως, αποτυγχάνουμε να κάνουμε το καλύτερο βάσει των δυνατοτήτων μας, και με κάθε αποτυχία διαπράττουμε ένα ψευτοέγκλημα – απέναντι στον Θεό, απέναντι στους γείτονές μας η στους εαυτούς μας, αν όχι, ένα πραγματικό έγκλημα απέναντι στο νόμο.

. Φυσικά, υπάρχουν εγκλήματα μεγαλύτερης και μικρότερης σημασίας. Παρ’ όλα αυτά, είναι λάθος να θεωρούμε το Κακό η την αμαρτία θέμα μεγέθους. Ίσως φαίνεται λιγότερο απεχθές να εξαπατήσει κανείς έναν πλούσιο από όσο έναν φτωχό, εξακολουθεί όμως να είναι εξαπάτηση. Ο νόμος αντιμετωπίζει διαφορετικά την υπεξαίρεση μιας επιχείρησης, την ψευδή αξίωση μείωσης του φόρου εισοδήματος, το να χρησιμοποιήσεις ένα «σκονάκι» σε εξετάσεις, να πεις στη γυναίκα σου ότι δουλεύεις στο γραφείο μέχρι αργά, ενώ κάνεις απιστίες, η να πεις στον σύζυγό σου (η στον εαυτό σου) ότι δεν είχες χρόνο να πάρεις τα ρούχα από το καθαριστήριο, τη στιγμή που ξόδεψες μια ώρα στο τηλέφωνο με τη γειτόνισσά σου. Σίγουρα, κάποια εγκλήματα συγχωρούνται πιο εύκολα από άλλα –και ίσως ακόμη περισσότερο, κάτω από ορισμένες συνθήκες–, το γεγονός, όμως, παραμένει ότι όλα είναι ψέματα και απάτες. Αν έχετε αρκετούς, ηθικούς ενδοιασμούς και έτσι δεν κάνατε τίποτα παρόμοιο τελευταία, τότε αναρωτηθείτε μήπως, κατά κάποιον τρόπο, έχετε πει ψέματα στον εαυτό σας˙ η, μήπως, είσαστε λιγότερο ειλικρινείς από όσο μπορούσατε να είστε – πράγμα που είναι προδοσία όλων μας κατά του εαυτού μας. Αν είσαστε απόλυτα ειλικρινείς με τον εαυτό σας, θα διαπιστώσετε ότι αμαρτάνετε. Αν δεν το διαπιστώσετε, τότε δεν είσαστε απόλυτα ειλικρινείς με τον εαυτό σας, πράγμα που, από μόνο του, είναι αμαρτία. Είναι αναπόφευκτο: Είμαστε όλοι μας αμαρτωλοί1.

. Αν, όμως δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε τους κακούς ανθρώπους από την παρανομία των πράξεών τους η από το μέγεθος των αμαρτιών τους, τότε πως μπορούμε να τους προσδιορίσουμε; Η απάντηση είναι: από τη συνέπεια των αμαρτιών τους. Αν και συνήθως είναι ύπουλη, η καταστροφικότητά τους έχει αξιοσημείωτη συνέπεια. Αυτό συμβαίνει, γιατί εκείνοι που έχουν περάσει «στην αντίπερα όχθη» χαρακτηρίζονται από μια απόλυτη άρνηση να ανεχτούν την αίσθηση της δικής τους «αμαρτωλότητας».

. Σχολίασα ότι ο Τζορτζ, ευλογημένος από την ενοχή του, κατάφερε να αποφύγει να γίνει κακός. Επειδή ήταν πρόθυμος –τουλάχιστον μέχρι κάποιο στοιχειώδη βαθμό– να ανεχτεί την αίσθηση της «αμαρτωλότητάς» του, ήταν σε θέση να αποκηρύξει τη συμφωνία του με τον Διάβολο. Αν δεν είχε αντέξει τον πόνο από τις «ενοχούλες» που ένιωθε σχετικά με τη συμφωνία, το ηθικό του κατρακύλημα θα συνεχιζόταν. Αυτό που μας προστατεύει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο από ένα τέτοιο κατρακύλημα, είναι η αίσθηση της «αμαρτωλότητάς» μας. Όπως έχω γράψει κάπου αλλού:

. «“Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι”, ήταν τα πρώτα λόγια του Ιησού, όταν ήρθε ο καιρός Του να απευθυνθεί στα πλήθη. Τι εννοούσε με αυτή την αρχή; […] Τι το τόσο σπουδαίο έχει η ταπείνωση του «εαυτού μας, αυτή η αίσθηση της προσωπικής αμαρτίας; Αν κάνετε αυτή την ερώτηση, ίσως σας βοηθήσει να θυμηθείτε τους Φαρισαίους. Ήταν οι αυτάρεσκοι των ημερών του Ιησού. Δεν αισθάνονταν “πτωχοί τω πνεύματι”. Ένιωθαν ότι είχαν πιάσει το νόημα, ότι ήταν αυτοί που κατείχαν τα πράγματα, αυτοί που τους άξιζε να είναι οι πρωταγωνιστές του πολιτισμού στην Ιερουσαλήμ και στην Παλαιστίνη. Και ήταν αυτοί που σταύρωσαν τον Ιησού.

. »Οι “πτωχοί τω πνεύματι” δεν διαπράττουν το Κακό. Το Κακό δεν διαπράττεται από ανθρώπους που αισθάνονται αβέβαιοι για την ορθότητα της ηθικής τους, που θέτουν υπό αμφισβήτησιν τα κίνητρά τους, που ανησυχούν μήπως προδώσουν τους εαυτούς τους. Το Κακό σε αυτόν τον κόσμο διαπράττεται από τους αυτάρεσκους του πνεύματος, από τους Φαρισαίους των ημερών μας, από τους υποκριτές που δικαιολογούν πάντα τους εαυτούς τους και νομίζουν ότι είναι αναμάρτητοι, γιατί είναι απρόθυμοι να υποφέρουν τη στενοχώρια της σοβαρής αυτοκριτικής.

. »Όσο δυσάρεστη και αν είναι, η αίσθηση της προσωπικής μας αμαρτίας είναι ακριβώς αυτό που εμποδίζει την “αμαρτωλότητά” μας να γίνει ανεξέλεγκτη. Μερικές φορές, είναι πολύ οδυνηρή, αλλά και μια πολύ μεγάλη ευλογία, γιατί είναι η μοναδική αποτελεσματική μας προστασία εναντίον της ίδιας μας τη ροπή προς το Κακό. Η αγία Τερέζα του Λιζιέ το εξέφρασε τόσο όμορφα με τον δικό της ευγενικό και μετριοπαθή τρόπο: “Αν είσαι πρόθυμος να δεχτείς με πραότητα τη δοκιμασία του να νιώθεις δυσαρέσκεια για τον εαυτό σου, τότε θα είσαι για τον Ιησού ένα ευχάριστο καταφύγιο”»2.

1. Παρ’ όλη τη συχνή, ως και με κακία, διαστρέβλωσή της, ίσως η μεγαλύτερη ομορφιά του χριστιανικού δόγματος, είναι η γεμάτη κατανόηση προσέγγιση της αμαρτίας. Είναι μια προσέγγιση δύο όψεων. Από τη μια μεριά, επιμένει για την αμαρτωλή ανθρώπινη φύση μας. Έτσι, οποιοσδήποτε γνήσιος χριστιανός θεωρεί τον εαυτό του αμαρτωλό. Το γεγονός ότι πολλοί κατ’ όνομα ευσεβείς «χριστιανοί» δεν θεωρούν, κατά βάθος, τους εαυτούς τους αμαρτωλούς, δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως αποτυχία της θρησκείας, αλλά μόνο ως αποτυχία των ατόμων που αρχίζουν να ενεργούν σύμφωνα με αυτό το πιστεύω. Σε άλλες σελίδες, θα μιλήσουμε αναλυτικότερα για το Κακό με το χριστιανικό προσωπείο. Από την άλλη μεριά, το χριστιανικό δόγμα επιμένει, επίσης, ότι οι αμαρτίες μας συγχωρούνται – τουλάχιστον εφόσον μετανιώσουμε γι’ αυτές. Αν έχουμε πλήρη επίγνωση του μεγέθους της «αμαρτωλότητάς» μας, χωρίς, παράλληλα, να πιστεύουμε στην ευσπλαχνική και συγχωρητική φύση του Θεού, είναι πολύ πιθανόν να νιώσουμε σχεδόν κυριευμένοι από απελπισία. Έτσι, οι κληρικοί, όταν σκέφτονται σωστά, επιμένουν, επίσης, ότι το να αναμασάμε συνεχώς καθεμία αμαρτία μας (μία διαδικασία που ονομάζεται «υπερ-ευσυνειδησία») είναι, από μόνο του, αμαρτία. Εφ᾽ όσον ο Θεός μας συγχωρεί, το να αρνούμαστε να συγχωρήσουμε τους εαυτούς μας σημαίνει ότι βάζουμε τους εαυτούς μας ψηλότερα από τον Θεό – υποκύπτοντας, έτσι, στην αμαρτία μιας διεστραμμένης περηφάνιας.

2. Marilyn von Waldener – Patricia Kay – M. Scott Peck, What Return Can I Make? (Πως μπορώ να επανορθώσω;), Simon & Schustet, New York 1985.

 

Πηγή: christianvivliografia.wordpress.com