Στο πέρασμα του Πατροκοσμά από τη Βόρειο Ήπειρο και την Αλβανία το 1777, παύουν οι οικειοθελείς εξισλαμισμοί. Τους κατοίκους των περιοχών αυτών, συμβουλεύει να μιλούν την ελληνική γλώσσα, καθώς οι περισσότεροι μιλούσαν αρβανίτικα και βλάχικα. Παντού όμως συναντά την αντίδραση τού ανώτερου κλήρου, το μίσος των Εβραίων, των πλουσίων, των εμπόρων αλλά και την υποψία των Τούρκων. Στα μέρη των Ιωαννίνων, η πολεμική του έναντι των Εβραίων προκαλεί την συκοφαντία τού Αγίου, ως επαναστάτη, φιλορώσο υπονομευτή τής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ωστόσο δε συλλαμβάνεται, μετά από χρηματικό αντάλλαγμα των φίλων του στον πασά. Συνεχίζει να κηρύττει και να καταδιώκεται –η θέληση για προσφορά μεγαλώνει μέσα του καθώς διαβλέπει το τέλος-. Οι Εβραίοι που στο παρελθόν τον είχαν κατηγορήσει μια σαν όργανο των Βενετών ...





















