Άγ. Ιωσήφ ΗσυχαστήςΓέρ. Ιωσήφ ΒατοπαιδινόςΈργα Γέρ. Ιωσήφ

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1)

14 Αυγούστου 2020

Θείας Χάριτος Εμπειρίες, Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1)

osios iosif o isihastis

(+Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού)

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Ο αγιορείτικος μοναχισμός μέσα στον σύγχρονο υλόφρονα κόσμο προβάλλει ως οδοδείκτης προς τον Ουρανό και λειτουργεί ως προφυλακή της Εκκλησίας. Με την άσκηση της προσευχής και της εσωστρέφειας καλλιεργεί την εσωτερική πνευματική ζωή απέναντι στον άκρατο ακτιβισμό που χαρακτηρίζει την εποχή μας. Με την υιοθέτηση της θεμελιώδους αρετής της ακτημοσύνης εισηγείται την ολιγάρκεια αντί του υπερκαταναλωτισμού. Ζει την παρθενία και την αγνότητα μέσα στην αφάνεια της ταπεινώσεως σε μία εποχή, που ο ηδονισμός και ο εγωκεντρισμός έχουν επικρατήσει ως οι κοινωνικά αποδεκτοί τρόποι ζωής. Συνδέει το δόγμα με το ήθος, την γνώση με την αγάπη και έτσι υπερβαίνει τον αμφίκρημνο του ηθικισμού και της νοησιαρχίας. Παρουσιάζει εμπειρικά, με το βίωμα αυτών που φόρεσαν με επίγνωση το ασκητικό τριβώνιο ,την «εντός ημών» βασιλεία του Θεού ως οντολογική πραγματικότητα, στην όποια μετέχει υπαρξιακά όλος ο άνθρωπος ως ενιαία ψυχοσωματική ενότητα .

Νομίζουμε ότι η συμβολή του αγιορειτικού μοναχισμού στην αναβάθμιση της πνευματικής ζωής του κόσμου, όπως και η προσφορά του στη ζωή της Εκκλησίας είναι ανεκτίμητη· δεν μπορεί να περιγραφεί με λόγια. Είναι μία προσφορά αγιότητος. Το Άγιον Όρος δημιουργεί, προετοιμάζει και αναδεικνύει αγίους, οι οποίοι επηρεάζουν όλη την Εκκλησία και αποτελούν το καύχημα της, τη δόξα της.

Ο Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής (1898-1959) ήταν ο ασκητής εκείνος, που έζησε σε μία περίοδο παρακμής του αγιορειτικού μοναχισμού και συνέβαλε στην πνευματική ανάκαμψη του. Ακολουθώντας και βιώνοντας την ησυχαστική και φιλοκαλική παράδοση έγινε απαράμιλλος μύστης της μοναστικής ζωής, που συνίσταται στη συνεχή παραμονή εν Θεώ, στην εν αισθήσει μέθεξη της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος. Τόνιζε ότι, «ο αληθής μοναχός είναι προϊόν του Αγίου Πνεύματος», και έλεγε· «μη λογίζεσαι άνθρωπος, όταν Χάριν δεν λάβης».

Πόθησε, “κυνήγησε”, βίωσε τη θεία Χάρη. Η ζωή του προσανατολίστηκε στη βίωση της. Οί εμπειρίες της θείας Χάριτος τον καταξίωσαν να γίνει απλανής οδηγός της πνευματικής ζωής, μέγας διδάσκαλος της νοεράς προσευχής. Έμπλεος θείας Χάριτος μπορούσε να την μεταδίδει στους μαθητές του, στα πνευματικά του τέκνα. Έτσι αναδείχθηκε μυσταγωγός για αυτούς, που ήθελαν να ανέλθουν στις υψηλές πνευματικές βαθμίδες.

Ερμήνευσε το νόημα της αληθινής υπακοής μέσα στον μοναχισμό και επανατοποθέτησε τη σχέση Γέροντος-υποτακτικού στις αυθεντικές Πατερικές βάσεις, κάτι που είχε εξασθενήσει στην εποχή του. Επέμενε στην άσκηση της ησυχίας και της νοεράς προσευχής, που χαρακτηρίζει και πλουτίζει με θείες εμπειρίες τον αληθινό μοναχό. Ήταν αυτός που μπόρεσε και συνδύασε στη συνοδία του την υπακοή με την ησυχία και μετέδωσε το πνεύμα αυτό στους υποτακτικούς του ως ζωηφόρα παρακαταθήκη.

Ο μακάριος Γέροντας έχοντας αποκτήσει βαθιά συνείδηση ότι το νόημα της ανθρωπίνης υπάρξεως είναι ο αγιασμός, η θέωση του ανθρωπίνου προσώπου , υπάκουσε και εφάρμοσε την εντολή του Θεού «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ αγιός είμι» (Α’ Πέτ. 1,16). Όλη η προαίρεση, η έφεση της ψυχής και η δραστηριότητα του στράφηκαν προς την επίτευξη αυτού του σκοπού. Η ζωή του αποτελεί μία επαλήθευση του ευαγγελικού μηνύματος για τον σύγχρονο άνθρωπο ότι «Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ. 13,8).

Στο πρώτο μέρος του βιβλίου αυτού παρουσιάζεται η πρώτη βιογραφία του μακαρίου Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού από τον υποτακτικό του και Γέροντα μας Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό. Αυτή συγγράφηκε τρία μόλις έτη μετά από την κοίμηση του Γέροντος, δηλαδή το 1962. Η βιογραφία αυτή στάλθηκε ως έπιστολιμαία βιογραφία σε κάποιο πνευματικό τέκνο του Γέροντος, που τον γνώρισε κατά τα τελευταία έτη της ζωής του και παρακάλεσε τον Γέροντά μας να του την γράψει για προσωπική του ωφέλεια.

Μολονότι έχει εκδοθεί ο κατά πλάτος βίος του μακαρίου Γέροντος Ιωσήφ, νομίζουμε ότι διατηρεί το πνευματικό της ενδιαφέρον και η έκδοση του πρώτου αυτού βίου. Γιατί περιέχει όχι μόνον στοιχεία που δεν υπάρχουν στον κατά πλάτος βίο, αλλά και γιατί ο χρόνος και ο τρόπος γραφής έχουν μία αμεσότητα και ζωντάνια, που φανερώνουν φιλόκαλο δημιουργό, αν και αυτός δεν τελείωσε ούτε την Β’ Δημοτικού.

Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου παρατίθενται τα ευρεθέντα κατάλοιπα του μακαρίου Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού. Πρόκειται για μερικές ανέκδοτες επιστολές, που απευθύνονται προς μοναχούς και μοναχές, αλλά και προς λαϊκούς, φοιτητές τής Θεολογικής Σχολής του Τιμίου Σταυρού στο Μπρούκλιν της Βοστώνης και προς κάποιους συγγενείς του.

Οι επιστολές αυτές νομίζουμε ότι έχουν ιδιαίτερη αξία, επειδή οι περισσότερες γράφτηκαν κατά τα τελευταία έτη της ζωής του. Σε αυτές μπορεί κανείς να διακρίνει την έγνοια και τον πόθο του, για να οδηγήσει τα πνευματικά του τέκνα στην απόκτηση του θεουργικού έρωτος προς τον Χριστό και την Κυρία Θεοτόκο -την γλυκιά μας Μανούλα, όπως Την αποκαλούσε ο ίδιος – διά μέσου της αδιαλείπτου νοεράς προσευχής. Επίσης παρέχονται πληροφορίες για την επώδυνη και μαρτυρική κατάσταση της υγείας του κατά τους τελευταίους εξι μήνες της ζωής του.

Τέλος στο δεύτερο μέρος δημοσιεύονται ανέκδοτα ποιήματα του οσιωτάτου Γέροντος, τα όποια αποτελούν δοκίμια μεστά θεολογικών νοημάτων. Αυτά αναφέρονται στην ένσαρκη οικονομία του Θεού, τον θείο έρωτα προς τον Χριστό και την Παναγία, την ματαιότητα του κόσμου, το μυστήριο του θανάτου και την ζωή του μοναχού στην έρημο.

Ο Γέροντας ήταν άμοιρος κοσμικής μορφώσεως -ακόμη και της στοιχειώδους-ανορθόγραφος, «αλφαβητάριος», όπως έλεγε ο ίδιος. Είχε όμως ποιητική διάθεση και καλλιτεχνική φλέβα, που εξέφραζαν την θεολόγο ψυχή του. Επειδή είχε μορφωθεί μέσα του ο Χριστός, συμμόρφωνε και συνδύαζε ο ίδιος στον γραπτό του λόγο κατά έναν ιδιάζοντα εμπειρικό τρόπο την ποίηση με την θεολογία. Εννοείται βέβαια ότι τα κείμενα αυτά, όπως και η Επιστολιμαία βιογραφία, διορθώθηκαν στη στίξη και την ορθογραφία· επίσης η Επιστολιμαία βιογραφία χωρίσθηκε σε ενότητες.

Ο Καθηγούμενος της Ιεράς και Σεβάσμιας Μεγίστης Μονής του Βατοπαιδίου.

Αρχιμ. Εφραίμ.